Αυτό το ματς δεν έπρεπε να γίνει. Οχι το βράδυ της Πέμπτης, μόλις ένα εικοσιτετράωρο μετά τον ξαφνικό θάνατο του Τζορτζ Μπάλντοκ. Πώς γίνεται, να απαιτείς από 16 παιδιά να διακόψουν για λίγο τον θρήνο τους για τον συμπαίκτη και φίλο που έχασαν, και να βρουν το καθαρό μυαλό, τη συγκέντρωση και την όρεξη για να παίξουν μπάλα; Η απάντηση της UEFA ήταν ότι δεν υπήρχαν άλλες διαθέσιμες ημερομηνίες στο αγωνιστικό καλεντάρι. Ντροπή.
Από κάτι τόσο απάνθρωπο αναδείχτηκε το μεγαλείο της ανθρώπινης ψυχής. Το ιερό καθήκον που ένιωσαν οι έλληνες διεθνείς, να αφιερώσουν μια μεγάλη νίκη στον Τζορτζ, ήταν πιο δυνατό από τον πόνο τους. Στο όνομά του πέτυχαν έναν θρίαμβο ιστορικό. Η Ελλάδα δεν είχε κερδίσει την Αγγλία ποτέ στο παρελθόν, ούτε σε επίσημο ούτε σε φιλικό αγώνα. Τις εννέα προηγούμενες φορές που την είχε αντιμετωπίσει, από το 1971 κι έπειτα, ο απολογισμός της ήταν δύο ισοπαλίες και επτά ήττες.
Στο ποδόσφαιρο έχουμε δει να συμβαίνουν πολύ μεγαλύτερες εκπλήξεις από αυτό το 2-1 στο «Γουέμπλεϊ», το βράδυ της Πέμπτης. Αλλά δεν ήταν μόνο το αποτέλεσμα, που προκάλεσε παγκόσμια κατάπληξη. Τέτοια μπάλα η Εθνική μας δεν είχε παίξει ούτε στην καλύτερη στιγμή της, το 2004 που στέφθηκε πρωταθλήτρια Ευρώπης. Τουλάχιστον, όχι με αντίπαλο τόσο υψηλού επιπέδου.
Η Αγγλία του Μπέλιγχαμ, του Σάκα, του Πάλμερ, του Φόντεν και των υπόλοιπων «αστέρων», φιναλίστ των δύο τελευταίων Euro, που θεωρείται ως η ακριβότερη εθνική ομάδα στον Κόσμο (με τη συνολική αξία των παικτών της να εκτιμάται στα 1,5 δισεκατομμύρια ευρώ), δέχτηκε από την Εθνική μας 12 τελικές προσπάθειες. Μέσα στο «σπίτι» της είδε την ελληνική ομάδα, που βρίσκεται 44 θέσεις χαμηλότερα στο ranking της FIFA, να στέλνει την μπάλα στα δίχτυα της πέντε φορές, ασχέτως αν «μέτρησαν» μόνο δυο γκολ. Και να χάνει κάμποσες μεγάλες ευκαιρίες για να κάνει το σκορ ταπεινωτικό.
Τον Μάρτιο του 1983, στο ίδιο γήπεδο, η Ελλάδα είχε αποσπάσει ισοπαλία (0-0) από τη μεγάλη της αντίπαλο, αλλά με έναν τρόπο διόλου τιμητικό. Ακόμη και ο… άρχοντας του παιχνιδιού καταστροφής, Ζοσέ Μουρίνιο, θα ντρεπόταν για το «ταμπούρι» που είχε παίξει η Εθνική μας. Η μόνη της ευκαιρία ήταν μια πολύ άστοχη κεφαλιά του Ντίνου Κούη, ενώ ο σέντερ-φορ, Νίκος Αναστόπουλος, δεν είδε ποτέ την μπάλα να φτάνει προς το μέρος του. Ο τότε ομοσπονδιακός μας προπονητής, Χρήστος Αρχοντίδης, είχε πανηγυρίσει το «έπος του Γουέμπλεϊ» με τρόπο που έκανε τους Αγγλους… να βάλουν τα γέλια. Αλλά το πραγματικό έπος γράφτηκε χθες.
Το κίνητρο των ελλήνων διεθνών ήταν ισχυρό – και το κίνητρο παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στο ποδόσφαιρο. Αλλά το ήθελε και το Σύμπαν, να συμβεί. Αν ο Φώτης Ιωαννίδης δεν είχε τραυματιστεί στο κυριακάτικο ντέρμπι Παναθηναϊκού – Ολυμπιακού, ο σκόρερ των δυο τερμάτων, Βαγγέλης Παυλίδης, πιθανότατα δεν θα βρισκόταν στο βασικό σχήμα – έγινε ο πρώτος έλληνας παίκτης που σκόραρε στο «Γουέμπλεϊ». Αν ο άγγλος προπονητής, Λι Κάρσλεϊ, δεν μας υποτιμούσε τόσο, ώστε να παίξει με υπερβολικά πολλούς επιθετικογενείς ποδοσφαιριστές, ίσως η εξέλιξη του αγώνα να ήταν διαφορετική. Αν ο γκολκίπερ Πίκφορντ δεν έκανε στο φινάλε ένα μεγάλο λάθος, μάλλον θα είχε παραμείνει το 1-1.
Μια αλυσίδα γεγονότων βοήθησε, για να γραφτεί αυτό το σπουδαίο κεφάλαιο στην Ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου. Η Ελλάδα δεν κατέκτησε κάποιο τρόπαιο, δεν προκρίθηκε σε μια μεγάλη διοργάνωση, αλλά αυτή η νίκη θα μείνει για πάντα χαραγμένη στη μνήμη των 4.000 (τυχερών) ελλήνων φιλάθλων που την έζησαν από κοντά, και των εκατομμυρίων που την παρακολούθησαν από την τηλεόραση.
Ο Τζορτζ Μπάλντοκ δεν ήταν εκεί -δεν θα ήταν, ακόμη και αν ζούσε-, όμως θα είναι «παρών» κάθε φορά που θα μνημονεύεται η πρώτη νίκη της Ελλάδας επί της Αγγλίας. Στα δακρυσμένα μάτια των συμπαικτών του, στα μαύρα περιβραχιόνια που φορούσαν, στις εικόνες με τη φανέλα του που σήκωσαν σαν λάβαρο, στα συγκινητικά τους λόγια μετά το ματς. Ο,τι κι αν κάνει (ή δεν κάνει) η UEFA, το ποδόσφαιρο θα ξεχειλίζει από συναισθήματα. Ποτέ οι φίλαθλοι δεν θα το αποδεχτούν ως μια επιχείρηση σαν όλες τις άλλες.
«Η πιο γλυκόπικρη ένδοξη νίκη», ήταν το σχόλιο του Guardian. Τα βρετανικά media, τα οποία σε κάθε ευκαιρία έγραφαν ότι η Ελλάδα είναι «η χειρότερη ομάδα που έχει κατακτήσει το Euro», από τα ξημερώματα της Παρασκευής την αποθεώνουν.