Στα 97 του χρόνια, ο περίφημος αμερικανός σκηνοθέτης, κωμικός ηθοποιός, σεναριογράφος και παραγωγός Μελ Μπρουκς βραβεύτηκε την περασμένη Τετάρτη με τιμητικό Οσκαρ για το σύνολο του έργου του. Το γεγονός, ωστόσο, μάλλον δυσαρέστησε τον Αλμπέρτο Κρέσπι, κριτικό κινηματογράφου της Repubblica, ο οποίος γράφει ότι «θα έρθει η μέρα που η Ακαδημία που απονέμει τα Οσκαρ θα πληρώσει για τις αμαρτίες της».
Επιστρέφοντας στο παρελθόν, θυμίζει πως το πρώτο του Οσκαρ ο Μελ Μπρουκς το κέρδισε πριν από περισσότερο από μισό αιώνα, το 1969, για το (πρωτότυπο) σενάριο της ταινίας «Αυτοί οι τρελοί τρελοί παραγωγοί» (The producers), που αποτέλεσε και το σκηνοθετικό του ντεμπούτο στον κινηματογράφο.
Στη συνέχεια ήταν ξανά υποψήφιος, μαζί με τον Τζιν Γουάιλντερ, για το (διασκευασμένο) σενάριο της ταινίας «Φρανκενστάιν Τζούνιορ» τo 1975, ενώ το φιλμ –«μακράν το καλύτερό του» κατά τον ιταλό κριτικό– ήταν υποψήφιο και για Οσκαρ καλύτερου ήχου. Ωστόσο δεν κέρδισε κανένα.
«Εφτασε, λοιπόν, η ώρα να πούμε: κάνετε πλάκα; Ή μάλλον… κάνατε πλάκα; Δεν προτείνατε το “Φρανκενστάιν Τζούνιορ” ως υποψήφιο για καλύτερη ταινία; Ντροπή σας!» εξανίσταται ο Αλμπέρτο Κρέσπι. Εκείνη τη χρονιά στα Οσκαρ κυριάρχησε, κερδίζοντας έξι συνολικά, ο «Νονός ΙΙ», επαναλαμβάνοντας και με το παραπάνω την επιτυχία που είχε σημειώσει πριν από μια διετία η πρώτη ταινία της περίφημης τριλογίας του Φράνσις Φορντ Κόπολα (κερδίζοντας τρία χρυσά αγαλματίδια). Υποψήφια για το Οσκαρ καλύτερης ταινίας ήταν επίσης τα φιλμ «Chinatown», «Λενι ο Βρομόστομος», «Η Συνομιλία» (επίσης του Κόπολα) και «Ο Πύργος της Κολάσεως».
«Παραδεχτείτε το, λοιπόν, ότι προτιμάτε τους γκάνγκστερ, τους μαφιόζους και τις καταστροφές από μια ταινία που σε κάνει να γελάς ολόψυχα» σημειώνει ο ιταλός δημοσιογράφος. «Η ιστορία των Οσκαρ είναι γεμάτη κραυγαλέες παραλήψεις. Τα τιμητικά βραβεία χρησιμεύουν για την αποκατάσταση αυτών των σφαλμάτων» προσθέτει, αναφερόμενος ενδεικτικά στην περίπτωση του Πιέρο Τόζι, ο οποίος αναγνωρίζεται ευρέως ο κορυφαίος ενδυματολόγος στην ιστορία του κινηματογράφου.
«Κάποιος που συνεργάζεται με τον Βισκόντι σε όλες του τις ταινίες, με εκείνα τα απίστευτα κοστούμια, τι άλλο πρέπει να κάνει; Ηταν υποψήφιος για πέντε Οσκαρ και δεν κέρδισε ποτέ. Είχε ένα ελάττωμα: δεν ταξίδευε με το αεροπλάνο. Το 1975, ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ τον ήθελε για τον “Μπάρι Λίντον”. Εκείνος του απάντησε: “Κάνε το με τη Μιλένα Κανονέρο, είναι μια από τις μαθήτριές μου, εμπιστεύσου με”. Αποτέλεσμα; Οσκαρ στη Μιλένα Κανονέρο… Το 1993, ο Μάρτιν Σκορσέζε τον παρακάλεσε να κάνει την “Εποχή της Αθωότητας”. Εκείνος του απάντησε: “Σου στέλνω την Γκαμπριέλα Πεσκούτσι, είναι μια από τις μαθήτριές μου, εμπιστεύσου με”. Αποτέλεσμα; Οσκαρ στην Γκαμπριέλα Πεσκούτσι. Το 2014 του έδωσαν –στον Τόζι– το Οσκαρ για το σύνολο του έργου του. Δικαίως δεν πήγε να το παραλάβει» αναφέρει ο Αλμπέρτο Κρέσπι.
«Η αλήθεια είναι ότι η Ακαδημία ντρέπεται λίγο για αυτά τα Οσκαρ. Μια φορά κι έναν καιρό ήταν από τις κορυφαίες στιγμές της βραδιάς: το 1972 ο Τσάρλι Τσάπλιν έσπασε το ρεκόρ του πιο μακρόσυρτου χειροκροτήματος στην ιστορία των βραβείων. Ο Τσάπλιν δεν είχε βραβευτεί ποτέ. Το ίδιο ισχύει για τον Γκάρι Γκραντ, την Γκρέτα Γκάρμπο, τον Χάουαρντ Χοκς και άλλους. Ακόμη και ο Ενιο Μορικόνε το πήρε μετά από πολλές ήττες (μόνο αργότερα κέρδισε το… πραγματικό, για την ταινία “Οι Μισητοί Οκτώ” (The Hateful Eight)» συνοψίζει, τονίζοντας επίσης ότι εδώ και κάποια χρόνια τα τιμητικά Οσκαρ απονέμονται «ξεχωριστά», εκτός της επίσημης τελετής, σε ειδικές εκδηλώσεις που δεν μεταδίδονται τηλεοπτικώς.
Ωστόσο, ο Μελ Μπρουκς φαινόταν χαρούμενος κατά την παραλαβή του βραβείου. Επισήμανε, μάλιστα, ότι αυτό, το δεύτερο χρυσό του αγαλματίδιο δεν πρόκειται να το πουλήσει: το πρώτο, του 1969, είχε αναγκαστεί να το «σκοτώσει», γιατί «οι καιροί ήταν δύσκολοι και δεν είχα ούτε ένα δολάριο».