Η Σουηδία προτρέπει τους πολίτες της να ζουν φυσιολογικά –μια μέθοδος εντελώς διαφορετική από τις περισσότερες χώρες στην αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού– τους παρακινεί να πάνε στο κομμωτήριο, σε κάποιο ξενοδοχείο και να κάνουν αγορές, ενώ ο κόσμος δεν κυκλοφορεί με μάσκες και γάντια.
Γάντια δεν φορούν ούτε καν όλοι οι γιατροί και νοσηλευτές, και αυτό, όπως λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Λίνα Ευθυμίου, Ελληνίδα από τις Σέρρες, που ζει με την οικογένειά της στην Εσκιλστούνα της Σουηδίας εδώ και πέντε χρόνια, προκαλεί αγωνία και αβεβαιότητα σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού.
Εως το πρωί της Δευτέρας, η Σουηδία μετρούσε 3.700 επιβεβαιωμένα κρούσματα και 110 θανάτους από κορονοϊό.
Από την αρχή όλης αυτής της κρίσης, η Σουηδία έπαιρνε μέτρα όλο και πιο διστακτικά. Γενικότερα, υπήρξε μια βραδύτητα σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες. Αρχικά, η εντολή που είχε δοθεί ήταν να αποφεύγονται οι συνεστιάσεις άνω των 500 ατόμων. Πριν από τρεις ημέρες, ο αριθμός μειώθηκε στα 50 άτομα.
«Ούτως ή άλλως ο τρόπος ζωής των Σουηδών είναι αρκετά μοναχικός, δηλαδή σπίτι-δουλειά-γυμναστήριο-σπίτι και μερικά ψώνια στο σούπερ μάρκετ. Τα γυμναστήρια μέχρι πριν από μία εβδομάδα ήταν γεμάτα και ιδιαίτερα τα πρωινά, που λειτουργούν ομαδικά γκρουπ για συνταξιούχους», σημειώνει η κ. Ευθυμίου.
«Υπάρχει μια άρνηση στο να κλείσουν τα σχολεία, επειδή θεωρούν ότι οι γονείς των παιδιών που εργάζονται στον τομέα της υγείας και σε άλλους σημαντικούς τομείς θα πρέπει να πάρουν άδεια προκειμένου να κρατούν τα παιδιά τους στο σπίτι και αυτό μπορεί να προκαλέσει δυσκολίες. Επίσης, ο δημόσιος οργανισμός υγείας συνεχίζει να υποστηρίζει ότι οι ασυμπτωματικοί δεν μεταδίδουν τον ιό. Υστερα από πολλές συσκέψεις έκλεισαν τα λύκεια και τα πανεπιστήμια, τα μαθήματα συνεχίζονται διαδικτυακά, προσθέτει.
Την τελευταία εβδομάδα, σύμφωνα με την κυρία Ευθυμίου, η κίνηση έχει μειωθεί σε καταστήματα λιανικής και εστιατόρια και έτσι οι καταστηματάρχες έχουν μειώσει το ωράριο. Πολλές εκδηλώσεις και δημόσιες δραστηριότητες έχουν ακυρωθεί, ενώ μεγάλες εταιρείες έχουν αναστείλει τη λειτουργία τους και πολλές έχουν απολύσει προσωπικό.
«Γενικότερα, αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο τους Σουηδούς είναι το πώς θα βγουν αν γίνεται αλώβητοι από την οικονομική κρίση που θα επιφέρει η πανδημία. Για τον λόγο αυτό παρακινούν τον κόσμο να εργάζεται, αν αυτό είναι δυνατόν, από το σπίτι. Είναι αξιοσημείωτο ότι εκπρόσωποι του κόμματος των Σοσιαλδημοκρατών προτρέπουν τον κόσμο να βγαίνει έξω και να υποστηρίζει οικονομικά την κάθε τοπική κοινωνία. Για παράδειγμα, να βγει έξω και να κάνει τις αγορές του, να πάει για κούρεμα, να φτιάξει νύχια, να περάσει μια νύχτα σε κάποιο ξενοδοχείο», εξηγεί η κυρία Ευθυμίου και προσθέτει ότι το «χειρότερο είναι η μεγάλη αβεβαιότητα».
Ο σύζυγός της εργάζεται σε δημόσιο νοσοκομείο και είναι σε θέση να γνωρίζει από «πρώτο χέρι» ότι ούτε καν το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό δεν φορά γάντια και μάσκες, «μόνο όσοι εμπλέκονται με ασθενείς που νοσούν από τον ιό χρησιμοποιούν τέτοιου είδους προφυλάξεις», όπως λέει. «Και φυσικά, ούτε οι απλοί πολίτες φοράνε γάντια. Κανείς δεν φοράει γάντια. Επίσης και οι Σουηδοί συνεχίζουν την τακτική του αδειάσματος των σούπερ μάρκετ, ενώ τα πιο δυσεύρετα προϊόντα είναι τα χαρτιά υγείας, τα μακαρόνια και τα αντισηπτικά χεριών», επισημαίνει.
Η κυβέρνηση, σύμφωνα με την ίδια, προσπαθεί να δώσει έμφαση στην ατομική ευθύνη, χωρίς να προβεί σε απαγορεύσεις. «Θεωρώ ότι είναι ένα είδος στοιχήματος που έχουν βάλει οι κυβερνώντες έτσι ώστε να θυσιάσουν όσο το δυνατόν λιγότερα, προκειμένου να έχουν τις λιγότερες δυνατές οικονομικές απώλειες. Ετσι, ο παράγοντας άνθρωπος φαίνεται να έρχεται σε δεύτερη μοίρα», επισημαίνει η κυρία Ευθυμίου, η οποία συνεχίζει να εργάζεται κανονικά, είναι δασκάλα και επισκέπτεται διάφορα σχολεία κάθε εβδομάδα.
«Προσπαθώ να κάνω ό,τι είναι δυνατόν για να προστατευτώ, αλλά θεωρώ ότι είναι ανώφελο και υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να κολλήσω τον ιό. Είμαστε αρκετά εκτεθειμένοι οικογενειακώς, αφού η κόρη μου πηγαίνει σε παιδικό σταθμό και ο σύζυγός μου είναι γιατρός. Σαφώς και υπάρχει αβεβαιότητα για το μέλλον και περιμένουμε τις εξελίξεις. Είναι άγνωστο πότε θα μπορέσουμε να ταξιδέψουμε με ασφάλεια στην Ελλάδα».