Αυτάρκεια. Μποστάνια στα μπαλκόνια και μικροί λαχανόκηποι σε ακάλυπτους. Σε μεγαλύτερη κλίμακα, η Γεωργία. Πέρα από τις Κοινοτικές δεσμεύσεις και τον κεντρικό καταμερισμό της παραγωγής, το ζητούμενο για πολλούς είναι η αυτάρκεια, τουλάχιστον στα βασικά είδη διατροφής. Λογικό μου ακούγεται αν και δεν είμαι σίγουρος ότι αξίζει τόσος κόπος για δέκα σαλάτες και πέντε κατσαρόλες φασολάκια – τόση την υπολογίζω την παραγωγή των “τετραγωνικών” που καλλιεργούν γνωστοί στα σπίτια τους. Περισσότερο στην ιστορία αυτή αξίζει το “ξεβόλεμα” και η επινοητικότητα. Είναι ένα τρόχισμα του μυαλού και των χεριών. Καλώς γίνεται.
Κι αν η τροφή είναι ένα μετρήσιμο μέγεθος –πεινάω, χορταίνω- στο ζητούμενο της άλλης αυτάρκειας, της “πολυτελούς”, της απελευθερωμένης από την πείνα, τα πράγματα είναι λιγότερο καθαρά. Στην αυτάρκεια του να έχεις γνώμη ανεπηρέαστη από τις κραυγές που σε ντοπάρουν, από τον πρόσκαιρο θυμό που εκκρίνει δηλητήρια στο μυαλό και σε κάνει ικανό για το χειρότερο, από εκείνη την σκοτεινή ηδονή του μίσους που μόνο από τον δρόμο του αίματος μπορεί να περάσει για να ημερέψει, από την αγελαία άθροισή σου σε συλλογικότητες που οι μόνοι αρμοί που τις συγκρατούν είναι η οργή και η εκδίκηση. Η αυτάρκεια του να παραμείνεις στην θέση σου. Σε εκείνη που δεν σου χαρίστηκε αλλά ξόδεψες ζωή για να γίνει μια κάποια ζωή με ένα κάποιο νόημα. Μία από τις προσωπικές μου “ανακαλύψεις” είναι πως το χειρότερο που μπορεί να σου επιφέρει ο εχθρός σου είναι να σε κάνει σαν κι εκείνον. Να γίνεις αυτό που αντιμαχόσουν. Στο όνομα της διαφύλαξης μιας αρετής να δοκιμάσεις και λίγο τι γεύση έχει το ανθρώπινο κρέας. Δεν έχει γυρισμό αυτό. Θα καταπίνεις αίμα για χρόνια. Ακόμη κι αν όλοι σε αθωώσουν και σου πούν πως καλά έκανες γιατί δεν είχες άλλη επιλογή, εσύ θα έχεις μόνιμα έναν πλακούντα στον ουρανίσκο που θα σου αλλοιώνει όλες τις γεύσεις. Από την τηγανητή πατάτα μέχρι το χάδι στο παιδί σου.
Και τι προτείνεις; θα μου πεις. Να πέφτουν οι σφαλιάρες σαν τις περσείδες και να στρέφεις το άλλο μάγουλο; Πόσο στοκ από μάγουλα έχεις; Δεν προτείνω τίποτα. Φόβους γράφω. Αλλά και σιγουριές που προκύπτουν από μαρτυρίες ανθρώπων που τον πέρασαν κάποτε τον Ρουβίκωνα και παρά την ακλόνητη πεποίθησή τους πως πάλεψαν για το δίκιο, δεν ίσιωσαν ποτέ, έγιναν οι παράπλευρες απώλειες ενός δίκαιου αγώνα, και τα βράδια, για πολλά χρόνια, δαγκώναν τους εφιάλτες τους σαν να είχαν σάρκα. Μακάρι να μην έχει λάχει στην γενιά μας, στην φουρνιά μας, ένας τέτοιος κλήρος. Μακάρι η θεμιτή –κατ΄εμέ- μαζική “βία” των κοινωνικών διεκδικήσεων να μην απαιτήσει και κάποιους για την “βρώμικη” δουλειά…
Υ.Γ: Το κειμενάκι, ως μια προσπάθεια απάντησης στον γνωστό μου που ήθελε να κατέβει με καδρόνια στο Χυτήριο. Να άνοιγε κανένα χρυσαυγίτικο κεφάλι. Του είπα πως αν σε ενοχλεί το σκυλάδικο δεν τα βάζεις με τις λουλουδούδες…
Αλλά πραγματικά, δεν ξέρω αν έχω δίκιο.