Η αμφισβήτηση και η τυφλή αποδοχή. Ο πόλεμος σκληραίνει τους αντιπάλους και αποδυναμώνει το βαλλόμενο πλήθος. Η μάχη σώμα με σώμα που έγινε το μεσημέρι του Σαββάτου 14 Μαΐου στον πιο πολυσύχναστο δρόμο των Εξαρχείων α) είχε έναν συμβολισμό: αφού σας πλησιάζουμε και σας καίμε στα ίσια μπροστά σε τόσο κόσμο, σκεφθείτε τι μπορούμε να κάνουμε σε κανονική σύρραξη και β) σηματοδότησε μία νέα πραγματικότητα στην καθημερινότητα των Αθηναίων. Την απόλυτη αποδοχή της βίας.
Δεν κάηκε μόνο το αστυνομικό τμήμα – που δεν θα αποτελούσε είδηση – ούτε μόνο τα ασφαλίτικα αυτοκίνητα. Κάηκαν τρεις άνθρωποι και μάλιστα βαριά η γυναίκα που πουλάει λουλούδια στη γωνία, Χαριλάου Τρικούπη και Καλλιδρομίου. Όσοι έχουν κατηφορίσει στη λαϊκή, θα τη γνωρίζουν.
Ο πόλεμος μπάτσων και κουκουλοφόρων είχε ανθρώπινες ζημίες εκτός στρατοπέδων, δεν τραυματίστηκε «αναρχικός», δεν κινδύνεψε αστυνομικός. Μία γυναίκα – μέλος της εργατικής τάξης – την πλήρωσε και μάλιστα χωρίς να χει καμία ανάμειξη. Συμβολισμός για το πραγματικό θύμα της υπάρχουσας κατάστασης στο κέντρο της Αθήνας. Κάποτε τα παιδιά της πλατείας θα έδιναν και τη ζωή τους για το σπάσιμο ενός πάγκου, πολλώ μάλλον για τη ζωή ενός λαϊκατζή.
Κάθε πόλεμος έχει τις παράπλευρές του απώλειες. Όμως ο συγκεκριμένος εμπεριέχει κίνδυνο διπλό. Ο ένας ο ορατός, ο άλλος ο συνειδησιακός. Η έκρηξη στα Εξάρχεια έγινε γύρω στη μία, στο πολυσύχναστό τους σημείο. Είκοσι λεπτά αργότερα, τα καφέ συνέχιζαν να γεμίζουν, οι τσάντες με τα ψώνια να φεύγουν προς τα σπίτια τους και η κουβέντα με τον φρέντο στον ήλιο να χει πρόλογο το μπαμ, κυρίως θέμα την κρίση και επίλογο πού θα δούμε τη Γιουροβίζιον.
Μαθαίνοντας να προσπερνάμε τη βία, τη βάζουμε μέσα μας. Γίνεται κομμάτι της καθημερινότητάς μας, στοιχείο του χαρακτήρα μας.
Αυτά για το πρώτο πρόσωπο των Εξαρχείων. Το άλλο, το παραδοσιακό, της αμφισβήτησης, της έμπνευσης και του σχολιασμού έχει απομονωθεί, σκυμμένο στον σκονισμένο ντοσιέ του, ξαναδιαβάζοντας μπαγιάτικα συνθήματα, αμήχανο να φτιάξει νέο.