Λαμβάνω αφορμή από το εξαιρετικό άρθρο του κ. Μαυρωτά, αναφορικά με τον μεγάλο κίνδυνο του “brain drain”, της διαρροής, δηλαδή, ανθρώπων υψηλού μορφωτικού επιπέδου στο εξωτερικό. Καθώς ανήκω και ο ίδιος στη γενιά των νέων ανθρώπων που εγκατέλειψαν τις πατρογονικές εστίες σε αναζήτηση καλύτερων προοπτικών διαβίωσης στην Εσπερία, ελπίζω πως ο διαπρεπής ακαδημαϊκός θα μου επιτρέψει να λάβω τον ειρμό της σκέψης του από εκεί που τον άφησε και να τον συνεχίσω με προτάσεις για την ανάσχεση αυτής της πνευματικής αιμορραγίας, βασισμένες στην εμπειρία μου από τις Κάτω Χώρες.
Η αποτελεσματική σύνδεση της Ακαδημίας με τη Βιομηχανία δεν είναι αποκλειστικά ελληνική χίμαιρα. Ταλάνισε και την επιστημονική κοινότητα των Κάτω Χωρών στο παρελθόν. Τα ολλανδικά Πανεπιστήμια δίσταζαν στην προοπτική προσαρμογής των προγραμμάτων σπουδών προς περισσότερο βιομηχανικά πλαίσια, ενώ η Βιομηχανία αντιλαμβανόταν ως πρόσθετο κόστος την εκπαίδευση των νέων επιστημόνων στις προκείμενες συνθήκες εργασίας. Για να γεφυρωθεί το χάσμα, Κυβέρνηση, Πανεπιστήμια, και Βιομηχανία συμφώνησαν στη σύσταση του Τεχνολογικού Ινστιτούτου Stan Ackermans, με σκοπό την κατάρτιση των νέων μηχανικών στις συνθήκες εργασίας της Βιομηχανίας με έμφαση στην Έρευνα και την Καινοτομία. Με τη συνέργια των Πολυτεχνικών Σχολών Delft, Leiden, και Eindhoven, συστάθηκαν 20 υποτροφιακά, διετή, διεξαγόμενα στην Αγγλική, ερευνητικά προγράμματα σε τομείς όπως η Εξοικονόμηση Ενέργειας, η Τεχνολογία Λογισμικού, η Εφοδιαστική Αλυσίδα (Logistics) κ.α., που οδηγούν στην κατάκτηση μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών (Professional Doctorate in Engineering) και κατ’ επέκταση σε εξαιρετικές προοπτικές απορρόφησης από την αγορά εργασίας. Τα αποτελέσματα είναι εξαιρετικά ενθαρρυντικά, ενώ δίδεται παράλληλα η ευκαιρία σε νέους επιστήμονες να δοκιμάσουν τις επιδεξιότητές τους στην επίλυση πραγματικών προβλημάτων της Βιομηχανίας ή στη διερεύνηση καινοτόμων λύσεων που βελτιστοποιούν υφιστάμενες διαδικασίες. Στα 25 χρόνια λειτουργίας του Ινστιτούτου, εκατοντάδες επιστήμονες από όλον τον κόσμο κατόρθωσαν να κάνουν το ασφαλές βήμα από την Ακαδημία στη Βιομηχανία και να χτίσουν επιτυχημένες καριέρες στον κλάδο τους.
Η Έρευνα και η Ανάπτυξη δεν μπορούν να είναι καθήκον και προνόμιο της Ακαδημίας, αλλά πρέπει να διαχέονται στην κοινωνία. Για αυτόν τον σκοπό, επιχειρήσεις και φορείς του δημοσίου τομέα διαθέτουν ειδικό κονδύλι για την έρευνα και τη βελτίωση των υπηρεσιών τους. Σχολεία, Νοσοκομεία, Δήμοι, Εθνική Άμυνα και Ασφάλεια επενδύουν μέρος του προϋπολογισμού τους σε ερευνητικά έργα είτε μέσω των ιδίων τμημάτων Έρευνας & Ανάπτυξης (R&D) είτε μέσω διαγωνισμών σε εταιρίες του ιδιωτικού τομέα (outsourcing). Το ίδιο το κράτος δρα προς αυτήν την κατεύθυνση παρέχοντας τα σχετικά κίνητρα. Όταν η αντίστοιχη ΗΔΙΚΑ των Κάτω Χωρών (NICTIZ) μελετούσε την Ηλεκτρονική Συνταγογράφηση, δημιούργησε την υποδομή για τη διασύνδεση των φορέων (Interfacing), αφήνοντας, ωστόσο, το δικαίωμα σε κλινικές, φαρμακεία, και ασφαλιστικές να επιλέξουν αυτοβούλως τις εταιρείες πληροφορικής που θα διασυνέδεαν τα συστήματά τους με τον ΕΟΠΥΥ. Έτσι, ο ανταγωνισμός ευνόησε τους παροχείς υγείας, η ζήτηση για τεχνολογικά επαγγέλματα αυξήθηκε και η ιατρική πληροφορία παρέμεινε στην πηγή και όχι συγκεντρωμένη σε έναν γιγαντιαίο κρατικό φορέα. Με τον ίδιον τρόπο, σχολεία έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν το διαδραστικό υλικό των μαθημάτων τους, δίνοντας έτσι ώθηση για καλύτερα προϊόντα εκπαιδευτικού λογισμικού.
Στον ιδιωτικό τομέα, η Έρευνα και η Ανάπτυξη αποτελούν μονόδρομο για την επιβίωση μιας επιχείρησης σε συνθήκες έντονου ανταγωνισμού. Προκειμένου να δοθούν κίνητρα προς αυτήν την κατεύθυνση, τα κέρδη των επιχειρήσεων τα οποία επανεπενδύονται στην Έρευνα και την Ανάπτυξη τυγχάνουν ευνοϊκού φορολογικού καθεστώτος, ενώ είναι δυνατή η στήριξη με τη βοήθεια Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων. Τεχνολογίες όπως το CD και το Blu-Ray γεννήθηκαν από το ερευνητικό τμήμα της Philips, το Ηλεκτρονικό Πορτοφόλι και πολλές αντίστοιχες καινοτομίες Ηλεκτρονικής Τραπεζικής προέκυψαν από αντίστοιχα ερευνητικά προγράμματα των Τραπεζών σε συνέργια με τα Πανεπιστήμια. Αντίστοιχα, έχει αναπτυχθεί ένας παράλληλος κόσμος υπηρεσιών αποτελούμενος είτε από μικρές εταιρείες πληροφορικής (start-ups) είτε από ανεξάρτητους συμβούλους (consultants/technology experts), οι οποίοι και αναλαμβάνουν τέτοια έργα εν είδει εργολαβίας (outsourcing).
Όπως είχα επισημάνει σε σχετικό άρθρο για την Ηλεκτρονική Τραπεζική, η καινοτομία είναι πιο πολύ θέμα management παρά θέμα τεχνολογίας. Εάν η μάστιγα του δημοσίου τομέα προσωποποιείται στον «απόφοιτο» της πράσινης ή γαλάζιας κλαδικής, στη μικρομεσαία επιχείρηση ακούει στο όνομα «γιος του αφεντικού» και στον ιδιωτικό τομέα «manager της γραβάτας». Ευρισκόμενοι σε ένα τόσο κρίσιμο για την πορεία της χώρας μας σταυροδρόμι, δημόσιοι και ιδιωτικοί φορείς έχουν να ωφεληθούν πολλαπλά, εάν επενδύσουν στην έρευνα και την ανάπτυξη, δείχνοντας την απαραίτητη οξύνοια στις νέες τεχνολογίες και πρακτικές. Η Ελλάδα διαθέτει εξαιρετικό επιστημονικό κεφάλαιο τόσο εντός όσο και εκτός συνόρων, η όρεξη να συνδράμουν στη βελτίωση των συνθηκών υπάρχει. Αρκεί οι άνθρωποι που διαθέτουν την εξουσία στα χέρια τους να δώσουν αυτές τις ευκαιρίες στους νέους ανθρώπους να αποδείξουν την αξία τους.
Βλέπω συχνά σε διαφημίσεις στον Τύπο επιχειρήσεις να μαρκάρουν τα προϊόντα τους με την ελληνική σημαία ως μέσο προώθησης. Είναι, λοιπόν, καιρός, εκτός από το υλικό, να προωθήσουμε και το επιστημονικό ελληνικό προϊόν.
*Ο Χαράλαμπος Ξανθοπουλάκης PDEng είναι Αρχιτέκτων Λογισμικού στις Κάτω Χώρες και πρώην στέλεχος στη Δ/νση Πληροφορικής της Marfin Egnatia Bank.