Να ‘ναι σήμερα η επόμενη ημέρα; Ίσως τη στιγμή αυτή αναρχικοί να συσπειρώνονται σε ένα διαμέρισμα των Εξαρχείων, συναρμολογώντας βόμβες μολότοφ, ανακεφαλαιώνοντας το σχέδιο δράσης της επόμενης Τετάρτης. Ίσως ένα εικοσάχρονο παιδί να αγοράζει μια μάσκα οξυγόνου σε ένα κατάστημα στο Μοναστηράκι, συλλογιζόμενος ότι η επανάσταση δεν έχει τελειώσει. Ίσως μια ομάδα από μέλη των ΜΑΤ, να ακούν με τρεμάμενα χέρια τις οδηγίες των ανωτέρων τους, αντιμέτωποι με το δίλημμα του καθήκοντος, της στολής. Ίσως ένας καταστηματάρχης με την οργή να ξεχειλίζει να ετοιμάζει το δικό του ορμητήριο έξω από την βιτρίνα του, «αν πλησιάσουν, θα τους σπάσω στο ξύλο» συλλογίζεται.
Ίσως αυτή τη στιγμή κάποιοι με κόκκινες σημαίες να αισθάνονται πολύ υπερήφανοι, μια κίνηση τους, μια σπασμένη βιτρίνα, ένα πανό, και πέφτει ο δείκτης του Dow Jones. Ίσως να πέσει και η κυβέρνηση, να διαλυθεί η ευρωζώνη; Ίσως μια παρέα πολιτικών να τρώνε ψαράκι στον Πειραιά και να νοσταλγούν τα περασμένα, και ίσως μια ομάδα εργαζομένων να ετοιμάζει με νευρικότητα την επόμενη διαδήλωση, ο 13ος, ο 14ος μισθός, ο φράχτης που τους κρατάει μακριά από μια καλύτερη ζωή, από το δικαίωμα για μια καλύτερη ζωή, αυτό που πιστεύουμε όλοι ότι σημαίνει μια καλύτερη ζωή. Ίσως μια μάνα να ψιθυρίζει στην κόρη της να μην πάει στο κέντρο της πόλης σήμερα, αύριο, για την υπόλοιπη ζωή της. Ίσως σε μια αίθουσα της Wall Street κάποιοι να αποφασίζουν για το μέλλον μας.
Όποια κι αν είναιη αλήθεια της σημερινής Κυριακής, το συμπέρασμα αυτής της ανείπωτης καταστροφής που υπέστη η χώρα μας τις τελευταίες ημέρες συνοψίζεται στην σιωπή με την οποία κοινοποιήθηκε. Διότι μέσα στις λέξεις που χρησιμοποιήθηκαν αλύπητα για να εκφράσουν το χάσμα των απόψεων μας ακούστηκε μια αφόρητη σιωπή.
Στη χαμέρπεια των τίτλων, των ανακοινωθέντων τύπου, «το παιδί που δεν γεννήθηκε ποτέ», «οι αναρχικοί στυγνοί δολοφόνοι», «η μύγα Ελλάδα», «η αιώνια καταχνιά», «η πύρινη λαίλαπα της Σταδίου», «η επιστροφή της γερμανικής κατοχής», «οι κακοί και οι άσχημοι της Goldman Sachs», «ο ξένος δάκτυλος», «ο φονιάς τραπεζίτης» και άλλων φράσεων που καθημερινά λοιδορούν την αισθητική μας, ξεχωρίζει με την απουσία της μια λέξη, η λέξη ομερτά, η οποία συχνά εκφράζει την συνωμοτική φύση μιας κοινωνίας που γνωρίζει το προαγγελθέν έγκλημα και το αποσιωπεί. Μια κοινωνία που υπακούει τον νόμο της ομερτάς.
Τη λέξη ομερτά την είχα ακούσει από τον θείο μου την εποχή της εξαφάνισης του Άλεξ στη Βέροια. Μια κοινωνία είχε αποσιωπήσει ένα έγκλημα, με την συνεργασία των ΜΜΕ, του κράτους, των οργάνων της τάξης. Ένα έγκλημα που μια κοινωνία όφειλε να είχε προβλέψει.
Ο ιταλικός όρος ομερτά είναι άγνωστης προελεύσεως. Τον συνάντα κανείς στις περιοχές της Σικελίας και της Καλόγριας, όπου υπάρχει ισχυρή παρουσία της μαφίας. Στην πραγματικότητα είναι ο νόμος της σιωπής, που η παραβίασή του πρέπει να τιμωρηθεί με θάνατο. Εξού και σικελική παροιμία «όποιος δεν ακούει, δε βλέπει και δε μιλάει, ζει εκατό χρόνια». Oι Έλληνες βέβαια ποτέ δεν οργανώθηκαν κοινωνικά όπως οργανώνονται οι ομάδες τύπου μαφίας, ούτε στοές και μασονίες φαίνεται ιστορικά ποτέ να σχηματίστηκαν στον τόπο μας, ούτε ταιριάζουν στην ιδιοσυγκρασία μας. Όχι ότι δεν σιωπούμε. Απλά δεν σιωπούμε οργανωμένα. Ωστόσο μπροστά σε ένα κοινό συμφέρον μια περίεργη σύμπνοια, μια αλληλεγγύη, μια αέναη συνωμοσία χτίζεται, ορκίζοντας μια ολόκληρη χώρα σε μια αιώνια σιωπή.
Το «ατύχημα» της οδού Σταδίου ήταν ένα προμελετημένο έγκλημα. Η ακατάσχετη φλυαρία, τόσο των πολιτών, των πολιτικών όσο και των καναλιών, τα παράσιτα που την συνόδευσαν από τα ξένα μέσα, η αμέλεια που συντρόφευσε την οικονομική κρίση της Ελλάδας, η οποία ξεκίνησε χρόνια πριν, έστρεψαν την προσοχή μακριά από το πραγματικό έγκλημα το οποίο θα διαπράττονταν. Η «άτυχη» στιγμή της προηγούμενης Τετάρτης βρήκε τη χώρα όχι απροετοίμαστη αλλά αντίθετα, οργανωμένη, με απαντήσεις, δηλώσεις, παραδοχές, δήθεν αποκαλύψεις και εξομολογήσεις. Όλοι γνώριζαν τι επρόκειτο να συμβεί.
Η αστυνομία, η πολιτεία, η δικαιοσύνη, οι ίδιοι οι πολίτες. Το ίδιο το έγκλημα της οδού Σταδίου ξεχάστηκε. Ξεκίνησε το κυνήγι άλλων εγκλημάτων, της διαφθοράς, της ανικανότητας, της ανεπάρκειας νόμων, σχεδιασμού, υποδομών, διαχείρισης του προβλήματος, των υπουργείων που χάσκουν με τις κοινωνικές τους υπηρεσίες ελλιπείς, των Μέσων Μαζικών Ενημέρωσης, των πλουσίων και εφοπλιστών, με στόχο την αποκάλυψη του αμοραλισμού που μας διέπει. Την στιγμή που τρία παιδιά κηδεύονταν όλοι θυμήθηκαν να δικάσουν και από ένα άλλο έγκλημα.
Ωστόσο η ομερτά δεν έσπασε. Πίσω από τα σπαραχτικά λόγια μετάνοιας και κατακραυγής ακούστηκε μια απέραντη σιωπή. Πίσω από τις θριαμβευτικές δηλώσεις των δικαστών των εγκλημάτων αυτών, που έχουν τάχα διχάσει την κοινωνία μας, ακούστηκε μια απέραντη σιωπή. Από τη στιγμή που η διαπράχθηκε η πρώτη σύλληψη του εγκλήματος έως την ρίψη της βόμβας μολότοφ στο κατάστημα της Marfin μεσολάβησαν έτη σιωπής. Δεν είναι τούτη η επόμενη ημέρα. Είναι απλά μια ακόμη μέρα. Όποια η αλήθεια αυτής της Κυριακής ας πει κάποιος κάτι. Και ας θεωρηθεί προδότης. Ας τον θυμόμαστε ως εκείνον που έσπασε την ομερτά.