Τι είναι η πατρίδα; Τα βουνά; Οι παραλίες; Οι νεκροί; Ο εθνικός ύμνος; Οι ντομάτες;
Άλλη μια φίλη ξενιτεύεται, μη μπορώντας να βρει δουλειά στην Ελλάδα. «Θα μου λείψει η πατρίδα» μου λέει φεύγοντας, κάνοντάς με να αναρωτηθώ τι ακριβώς θα της λείψει. Τι θα σου λείψει δηλαδή, τη ρωτάω. Δεν ξέρει να μου απαντήσει ακριβώς. Η πατρίδα, ξαναλέει. Η φίλη μου δεν είναι απ’ τους ανθρώπους με βαριά εθνικιστική εγκεφαλική μαλάκυνση, οπότε παραξενεύτηκα.
Η πατρίδα είναι απ’ αυτά που στο σχολείο τα λέγαμε αφηρημένες έννοιες. Έννοιες που σημαίνουν τα πάντα και τίποτα, ανάλογα με τι θα τους παραχώσουμε εμείς, ο καθένας μας ξεχωριστά και όλοι μαζί, συμφωνώντας ή διαφωνώντας.
Μπορώ να καταλάβω ότι θα μου λείψει ένα αγαπημένο πρόσωπο, ένα αγαπημένο μέρος, μια συνήθεια ή ένα φαΐ, έστω, αλλά πώς μπορεί να μου λείψει κάτι τόσο ασαφές όσο η πατρίδα;
Νομίζω ότι υπάρχουν δυο ειδών πατρίδες. Για πολλούς ανθρώπους πατρίδα είναι ένα εύκολο συρταράκι για να βάζουν τον εαυτό τους. Είναι ένα ευκολοφόρετο πρετ-α-πορτέ κουστούμι για να μη νιώθουν γυμνοί. Τη φοράμε και νιώθουμε ότι ανήκουμε κάπου. Επίσης θεωρούμε ότι αυτό το κάπου είναι το καλύτερο το κόσμου. Χρειαζόμαστε φωλιά οι άνθρωποι και απ’ τη στιγμή που τη βρίσκουμε, τη θεωρούμε την καλύτερη όλης της πλάσης. Επειδή αν δεν είναι η καλύτερη, δε θα είμαστε ευχαριστημένοι και θα πρέπει να βρούμε άλλη, καλύτερη.
Υπάρχουν πολυάριθμες μελέτες για το πώς κατασκευάζεται μια πατρίδα -η έννοια του έθνους- καθώς και βασικές οδηγίες για το πώς να τη φτιάξεις γερή για να μη σου χαλάσει καθοδόν. Πάνω απ’ όλα απαιτείται μια αίσθηση κοινών στοιχείων· τα κυριότερα -αλλά όχι αναγκαία- είναι η κοινή γλώσσα και η κοινή καταγωγή. Ωστόσο υπάρχουν γερά φτιαγμένες πατρίδες που βασίζονται σε κοινές αξίες (βλ. ΗΠΑ) ή σε θρησκείες (Ισραήλ). Υπάρχουν γερές πατρίδες που αποτελούνται από πολλά έθνη και έθνη χωρισμένα σε πολλές πατρίδες.
Ένα άλλο χρήσιμο εργαλείο είναι η ιστορική αμνησία, όπως την αποκαλεί ο Φράνσις Φουκουγιάμα. Πολλά σημερινά, αγέρωχα έθνη βασίζουν τη σταθερότητά τους σ’ ένα «προπατορικό έγκλημα», ένα βίαιο γεγονός που ενώνει το λαό με δεσμούς πόνου (ο ελβετικός εμφύλιος πόλεμος, ο διαχωρισμός Ινδίας και Πακιστάν, η προσάρτηση των δανόφωνων περιοχών από τον Βίσμαρκ, η Μικρασιατική Καταστροφή κ.τ.λ). Αυτό το εργαλείο χτίζει ακόμα πιο γερές πατρίδες όταν συνδυάζεται μ’ έναν ούλτρα-κακό εχθρό που επιβουλεύεται τη φωλίτσα μας -και θεωρητικά αρκεί.
Τελικά, πατρίδα είναι μια ιστορία που διηγούμαστε στον εαυτό μας -συλλογικά. Ένα παραμύθι, δηλαδή μια αυθαίρετη ιστορία, αλλά ένα παραμύθι πολύ πραγματικό για μας, το οποίο μοιάζει να έχει αυταπόδεικτη, αξιωματική αντικειμενικότητα. Μοιάζει να έχει.
Για μένα, όμως, υπάρχει και μια άλλη πατρίδα. Πατρίδα είναι οι αναμνήσεις μου. Δεν αγαπώ την Ελλάδα για τα αφυδατωμένα λόγια περηφάνιας που έμαθα στο σχολείο για την περίλαμπρη ιστορία της (πώς γίνεται και όλες οι πατρίδες να έχουν λαμπρή ιστορία για τους κατοίκους τους;). Αγαπάω αυτό τον τόπο γιατί είναι πασπαλισμένος με αναμνήσεις.
Στα είκοσί μου, όταν έφυγα στη Δανία, δεν ένιωσα καμία απώλεια. Δεν άφηνα πίσω καμία πατρίδα, έχοντας ελάχιστες σημαντικές για μένα αναμνήσεις από αυτό τον τόπο. Τώρα η προοπτική να φύγω φαντάζει σαν ακρωτηριασμός.
Για μένα πατρίδα μου είναι η ροδόλευκη επίθεση από πικροδάφνες στην εθνική, η καυκαλήθρα που αγοράζω στη λαϊκή, η αχνιστή σιωπή των καλοκαιριάτικων μεσημεριών, οι άμμοι που ξεπλένεις απ’ τις σαγιονάρες σου πριν μπεις στο αυτοκίνητο… Πατρίδα είναι οι χαρές και οι λύπες μου, που έχω καταχωνιάσει σε γωνίτσες αυτού του τόπου, τον οποίο τυχαίνει να τον βάφτισαν Ελλάδα.
Δε χρειάζεται να επιστρατεύω μεγαλόσχημα λόγια για λαμπρά παρελθόντα, ιερά χώματα και άλλες φαντασμαγορικές φλυαρίες για ν’ αγαπάω τον τόπο που φυλάει τις αναμνήσεις μου. Ούτε να τον θεωρώ καλύτερο από τις φωλιές άλλων ανθρώπων. Κι αν αύριο άλλαζε όνομα και τον λέγαμε Ξελλάδα ή τον υπενοικιάζαμε στους Νορβηγούς για να κάνουνε καλύτερο κουμάντο, αν δεν υπήρχε (χειρότερη) καταπίεση δε θα με πείραζε. Δε μου ανήκει η Ελλάδα.