Δείτε το slide show του Γιάννη Κόντου
«Το αίμα ξεπλένεται με αίμα»
Κεφάλαιο 828, Κώδικας Λεκ Ντουγκαγκίνi
«Εκείνος που χτίζει με τον ιδρώτα του, υπερασπίζεται με αίμα»
Αλβανική Παροιμία
Σκόδρα, Αλβανία. Βρισκόμαστε στη “γη του Κανούν”, του αλβανικού εθιμικού δικαίου. Eδώ, ο κυβερνητικός νόμος δεν περνάει, το δικαστήριο δεν αποφασίζει για τους ενόχους. Εδώ τα δικαστήρια δεν έχουν ισχύ, τον νόμο στα χέρια τους έχουν πάρει οι πολίτες. Και μεις, για να γνωρίσουμε τους τιμωρούς μιας άλλης κοινωνίας θ΄ αντιπαρέλθουμε τον αστικό κώδικα, τους εισαγγελείς τους ενόρκους, τις φυλακές τους δεσμώτες. Θα πάμε από σπίτι σε σπίτι για να συναντήσουμε πρώτη την Λένα Τζουτέτι, μητέρα της 21χρονης Κατρίνας. Τον Μάιο του 1999 η Κατρίνα σκότωσε τον 17χρονο Ζεφ Χίλι για να εκδικηθεί τον θάνατο του πατέρα της. Την συναντούμε πίσω από μια ραγισμένη πράσινη πόρτα. Στο χέρι της κρατάει την φωτογραφία της κόρης της. H Κατρίνα Τζουτέτι ήταν ένα κορίτσι ατίθασο. Δεν υπάκουε ποτέ την μητέρα της. Η Λίνα, η μικρότερη αδερφή της, την είχε σαν πρότυπο. Ακολουθούσε πιστά, σχεδόν τυφλά τα βήματα της σε ότι και αν έκανε. Ένα πρωί η Κατρίνα ανακοίνωσε στην μητέρα της ότι θα πήγαινε στο μπακάλικο για να αγοράσει γάλα. Στη τσέπη της είχε μια μπαρέτα. Περπάτησε μέχρι το μπακάλικο. Με μια έμμονη ιδέα στο μυαλό της, να συναντήσει τον Ζεφ Χίλι. Ήταν πράγματι εκεί. Πριν εκείνη κάνει την πρώτη της κίνηση η αδερφή της η Λίνα βγάζει από την τσέπη της ένα πιστόλι και σημάδεψε τον Ζεφ. Ωστόσο το όπλο δεν εκπυρσοκρότησε. Η Κατρίνα ξαφνιάστηκε, αυτό όμως δεν την απέτρεψε από τα αρχικά της σχέδια. Πυροβόλησε τον Ζεφ δυο φορές, η πρώτη σφαίρα τον βρήκε στο στήθος. Η δεύτερη στο στομάχι. Επέστρεψε στο σπίτι της, γονάτισε μπροστά στην μητέρα της και ομολόγησε το έγκλημα της. «Ο Θεός να μας βοηθήσει» αναφώνησε η Λένα απελπισμένη. Η κόρη της είχε μόλις εκδικηθεί την δολοφονία του πατέρα της από τον Ντοτ Χίλι, μακρινό ξάδερφο του Παλ Χίλι, πατέρα του Ζεφ. Η Κατρίνα ουδέποτε είχε γνωρίσει τον δήμιο του πατέρα της. Η δολοφονία ήταν το φινάλε του δράματος μιας βεντέτας που ξεκίνησε πριν από δεκατέσσερα χρόνια από μια κτηματική διαφωνία ανάμεσα στον Ντοτ Χίλι και τον Νικόλ Μιράσε στο χωριό Ντουγκαγκίν της Βορείου Αλβανίας.
Μερικά τετράγωνα πιο πέρα, δακρύβρεχτη η Λούλε Χίλι, η «μάνα» της αντίπαλης οικογένειας, μας υποδέχεται στο σπίτι της. Παρακολουθούμε την κηδεία του γιου της Ζεφ στην τηλεόραση καθώς εκείνη κάνει λόγο για συγχώρεση και αναμνήσεις_οι οικογένειες συνηθίζουν να καταγράφουν τις κηδείες των θυμάτων με μια κάμερα. Με το τηλεκοντρόλ στο χέρι η Λούλε εκστομίζει μια αλβανική παροιμία. «Το να συγχωρείς «το αίμα» σημαίνει ότι είσαι άνδρας» για να μας εξηγήσει γιατί αποφάσισε να δώσει τέλος στην τραγωδία. Η διαδικασία για να σταματήσει μια βεντέτα είναι απλή. Η οικογένεια που ζητάει εκδίκηση στέλνει ένα μήνυμα «λόγο» στην αντίπαλη οικογένεια μ΄ έναν μεσάζοντα. Αυτόν τον ρόλο μπορεί να διαδραματίσει κι ένας μπαϊρακτάρης, άρχοντας τοπικός, «κατάλοιπο» της οθωμανικής κυριαρχίας στην Αλβανία, όταν πρόκειται για μουσουλμανική οικογένεια, είτε ένας καθολικός παπάς, στην περίπτωση που η οικογένεια έχει την Βίβλο στο σπίτι, είτε μ΄ έναν από τους γέροντες του χωριού, μέλος μιας ομάδας ηλικιωμένων που απολαμβάνουν τον σεβασμό του συνόλου των χωρικών.
Συνήθως οι τρεις αυτές ομάδες συνθέτουν τους βασικούς παίκτες της βεντέτας η οποία ανέκαθεν διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο στην ζωή της Αλβανίας. Στα θέματα τιμής ο αλβανικός λαός είναι εξαιρετικά, σχεδόν ακατανόητα ευαίσθητος. Το Κανούν, γνωστό και ως ο Κώδικας, κυβερνάει τον Αλβανικό Βορρά ακόμη και σήμερα, ίσως διαφοροποιημένο ωστόσο ακόμη εν ισχύ. Ακούμε με προσοχή για τους κανόνες του «Κώδικα. Μας εξηγούν ότι στον Αλβανικό Βορρά τις αποφάσεις για τα εγκλήματα δεν τις παίρνει ο Άρειος Πάγος. Κάθε σπίτι έχει το δικό του οπλοστάσιο, -η αστυνομία αργότερα θα υποστηρίξει ακριβώς το αντίθετο. Μας προειδοποιούν ότι η «περιοδεία» μας στα σπίτια της βεντέτας δεν θα είναι εύκολη υπόθεση. Στον δρόμο για την Μιρντίτα, την Μπερίσα, την Τροπόγιε, το Ντουγκαγκίνι, θα συναντήσουμε δύσβατους δρόμους, θ΄ αφουγκραστούμε «γλώσσα» σκληρή, από ανθρώπους που έχουν διασχίσει βουνά στην αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής και έχουν επιστρέψει στην πατρίδα με ένα και μοναδικό σκοπό: Να πάρουν εκδίκηση για την οικογένεια τους.
Για αυτό και το Κανούν στο παρελθόν δεν επέτρεπε ούτε την δολοφονία γυναικόπαιδων, ηλικιωμένων και αρρώστων, αλλά ούτε και την εκδίκηση από χέρι γυναίκας. Η βεντέτα της Κατρίνας Τζουτέτι είναι παράδειγμα της αυθαίρετης προσαρμογής του Κανούν στην μοντέρνα αλβανική κοινωνία, μια κοινωνία που ακόμη παλεύει να εναρμονιστεί με την νεοαποκτηθείσα δημοκρατία της.
Αλλά ούτε η οικογένεια Γκστένια, λίγο έξω από τα Σκόδρα, δεν τηρεί το Κανούν κατά γράμμα στην δική της βεντέτα. Σύμφωνα με το Κάνουν το νερό που διασχίζει ένα χωριό αποτελεί φυσικό όριο και πρέπει να ακολουθεί ένα συγκεκριμένο μονοπάτι. Αν κάποιος αλλάξει την ροή του τότε διαπράττει ένα έγκλημα. Η ιστορία αυτής της βεντέτας πάει χρόνια πίσω στο χωριό Σόσε, όταν ο Τζον Γκστένια επενέβη στην ροή του ποταμού και η γειτόνισσα Ντουκάτε Λάμι μπήκε στον δρόμο του. Στην διένεξη μεταξύ τους την σκότωσε, έπειτα παραδόθηκε και σήμερα εκτίνει την οκτάχρονη ποινή του. Ομως ο αδερφός της Ντουκάτε, Πελάμπ Λάμι ακόμη διψάει για εκδίκηση. Ανάμεσα στα υποψήφια θύματα του είναι και ο 14χρονος Μπαρντόκ Γκστένια. Σύμφωνα με το Κάνουν σε έναν χρόνο ενηλικιώνεται και γίνεται άντρας. Ο Μπαρντόκ είναι κλεισμένος σε τέσσερις τοίχους. Δεν πάει σχολείο, οι γονείς του φοβούνται για την ζωή του. Τον κοιτάζουμε να βάφει τον μπλε φράκτη του σπιτιού, παίζει με τα χρώματα, η ζωή του είναι μια επανάληψη. Τα πραγματικά θύματα της βεντέτας είναι άλλωστε τα παιδιά. Οι «κλειστές» οικογένειες περιορίζουν τα παιδιά μέσα στα σπίτια φοβούμενοι την εκδίκηση της αντίπαλης οικογένειας. Αν και το κάνουν ορίζει ότι μόνον ενήλικες άνδρες μπορούν να «δώσουν αίμα», δηλαδή να πληρώσουν για μια βεντέτα, κίνδυνος ελλοχεύει και για τα κορίτσια. Τα παιδιά ανεξαρτήτως φύλλου δεν πηγαίνουν σχολείο. Σύμφωνα με την Εθνική Επιτροπή Συμφιλίωσης, μιας επιτροπής από 2.800 εθελοντές που μεσολαβούν μεταξύ των οικογενειών, 1000 περίπου παιδιά κρατούνται όμηροι της βεντέτας. Από το 2003 και έπειτα 160 παιδιά εγκατέλειψαν το σχολείο. Υπολογίζεται ότι 200 παιδιά ζουν με κίνδυνο την ζωή τους.
Στην περιπλάνηση μας αυτή στη Βόρεια Αλβανία μέσα σε ένα τζιπ Wrangler, το αιχμηρό ερώτημα γιατί η βεντέτα εξακολουθεί να θριαμβεύει στα Αλβανικά Όρη επανέρχεται και πάλι. Και γιατί σταδιακά επεκτείνεται στα προάστια των αλβανικών μεγαλουπόλεων; Τη νοοτροπία της βεντέτας «κουβαλούν» μαζί τους και οι αλβανοί μετανάστες που ζουν κι εργάζονται σε χώρες της Δύσης. Δολοφονίες που σχετίζονται με το «κανούνι» έχουν διαπραχθεί ακόμη και στην Νέα Υόρκη, στην Ρώμη, στην Αθήνα. Ακόμη και στην καρδιά της πόλης των Τιράνων, στο τελευταίο κιόσκια, (κιόσκια έλεγαν) ατοικεί μια οικογένεια που εμπλέκεται σε βεντέτα. Ούτε ο Εντι Ράμα, ο δήμαρχος της πόλης δεν τολμάει να κατεδαφίσει το σπίτι, όλοι φοβούνται την εκδίκηση. Χτυπάμε το κουδούνι τους αλλά δεν θα ανοίξουν την πόρτα. Μας κοιτάζουν μέσα από μισόκλειστες κουρτίνες. Για να κατανοήσει κάποιος πραγματικά την ισχύ του νόμου πρέπει να ρίξει μια ματιά στην ιστορία του Αλβανικού Βορρά. Το «κανούνι» έχει τις ρίζες του στην εποχή της Οθωμανικής κυριαρχίας στην περιοχή του σύγχρονου σημερινού αλβανικού κράτους. Η ανάγκη των πολιτών για έναν ηθικό κώδικα για την προστασία της ταυτότητας, της γλώσσας τους, των οικογενειών τους και της κληρονομιάς τους «γέννησε» το «κανούνι», το οποίο αποτελούσε ένα είδος «πνευματικού Συντάγματος», ακολουθούνταν ακόμη και από τα παιδιά και τηρούνταν με πιστότητα ανάλογη ή ακόμη μεγαλύτερη από αυτήν της Βίβλου ή του Κορανίου. Το κανούν δεν γνωρίζει από θρησκείες. Ούτε από τάξεις. Στο παρελθόν σε περιοχές όπως η Μιρντίτα ο «εκτελεστής», αλλιώς «συγγραφέας» όπως τον ονόμαζε το κάνουν, έστρεφε το κεφάλι του νεκρού προς την Ανατολή αν εκείνος ήταν χριστιανός ορθόδοξος ή καθολικός και προς την Μέκκα αν ήταν μουσουλμάνος. Στην περίπτωση των χριστιανών αγγελιοφόρος ανάμεσα στις οικογένειες ήταν ο καθολικός παπάς, στην περίπτωση των μουσουλμάνων, ο μπαϊρακτάρης, ο τοπικός άρχοντας. Ούτως ή άλλως η θρησκεία ουδέποτε επηρέαζε σε μεγάλο βαθμό την αλβανική κοινωνία. Δεν αλλαξοπίστησαν άλλωστε οι Αλβανοί για μερικά Λέκ κατά την διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας;
Η «τζακμάρια», βεντέτα στα αλβανικά, δεν αποτελεί αποκλειστικό «προνόμιο» της Αλβανίας. Πρόκειται για ένα φαινόμενο παλιό όσο και η οργάνωση των πρώτων ανθρώπινων κοινωνιών. Διπλή εκδίκηση πήρε και ο Μίνωας έπειτα από τις επιθέσεις που δέχθηκε ο γιος του Ανδρόγεως στην περιοχή του Μαραθώνα και της Αθήνας. Ενώ στην Αγία Γραφή η ανταπόδοση διαδίδεται μέσα από τα λόγια του Μωϋσή: ’’Ζωή αντί ζωής, οφθαλμών αντί οφθαλμού, οδόντα αντί οδόντος, χείρα αντί χειρός, πόδα αντί ποδός’". Την βεντέτα σήμερα την συναντάει κανείς σε όλη την έκταση των Βαλκανίων από το Κόσοβο στις οροσειρές της Γεωργίας, αλλά και στις Μεσογειακές χώρες, από την Σικελία, στην Κορσική, στην Κρήτη. Αλλά σε κανέναν από αυτά τα μέρη ο νόμος της "βεντέτας" δεν θεσμοποιήθηκε στον βαθμό που εμφανίζεται στην Αλβανική κοινωνία.
Αφήνουμε τον Μωυσή για να πραγματοποιήσουμε ίσως την πιο σημαντική επίσκεψη σε αυτό το ταξίδι. Επισκεπτόμαστε τον Καστριότ Μπαϊρακτάρη, 76 χρονών_πρώτο ηγέτη της Επιτροπής Ειρήνης ανάμεσα στις οικογένειες στο Ντουγκαγκίνι, στην Τροπόγιε, στην Κρούγια, στο Κουρτζίνι και στην Λέγια ο οποίος έχει κληρονομήσει τον τίτλο του από την εποχή της Οθωμανικής Κυριαρχίας, όταν ο προπάππους του σήκωσε μπαϊράκι (σημαία) για να ηγηθεί της φυλής του στο Ντουγκαγκίνι. Το σπίτι του είναι το σύνηθες αλβανικό σπίτι, η στο πλευρό του είναι ο γιος του, τεχνικός υπολογιστών, ο τίτλος πάει από γενιά σε γενιά. Ο Μπαιρακτάρης μας διηγείται την ιστορία του Κάνουν. Ο Κώδικας πέρασε από Συμπληγάδες. Η δικτατορία του Χότζα επέβαλε σκληρές ποινές στους δικαστές και στους λοιπούς εφαρμοστές του νόμου του αίματος. Εν ολίγοις ο κομμουνισμός απαγόρευσε το Κανούν με τον ίδιο τρόπο απαγόρευσε και την εκπομπή του ραδιοφωνικού σταθμού του BBC. Ο ερχομός της Δημοκρατίας έφερε μαζί της χάος, αταξία και οικονομική κρίση. Παραδόξως μαζί της επανήλθε και το Κάνουν για να υποκαταστήσει τον ανύπαρκτο νόμο. Η έλλειψη εμπιστοσύνης των πολιτών στις αρχές έπεισαν τους Αλβανούς να πάρουν εκείνοι τον νόμο στα χέρια τους.
Ωστόσο επειδή μεταδόθηκε από στόμα σε στόμα, και ελάχιστοι από τους παλιούς εφαρμοστές του νόμου έμειναν ζωντανοί για να θυμούνται, το Κάνουν αναβίωσε ελλιπές και αλλοιωμένο για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα διαφόρων επιτήδειων. Με αυτόν τον τρόπο ναι μεν ζωντάνεψαν παλιές βεντέτες που είχαν προσωρινά «παγώσει», αλλά γεννήθηκαν νέες, με βασικά αίτια την πορνεία και τα ναρκωτικά. Περίπου 4.600 οικογένειες στην Αλβανία βρίσκονται σε διαμάχη για υποθέσεις που αφορούν στην παράνομη διακίνηση γυναικών. Υπολογίζεται ότι 30.000 γυναίκες αλβανικής καταγωγής είναι θύματα πορνείας στην Ευρώπη.
Μακριά από την πορνεία η Εσμεράλντα και η Βιόλα γιορτάζουν τον γάμο της αδερφής τους Εγκλίρα. Η οικογένεια του Χατζί Αντέμι είναι επίσης «κλειστή». Θα περάσουμε την νύχτα στο σπίτι της οικογένειας στο χωριό Μπαρντάι. Το σπίτι έχει χαρά. Τα κορίτσια χορεύουν με αλβανικά λαϊκά, τα προικιά είναι διπλωμένα στο κρεβάτι. Η Βιόλα είναι υπεύθυνη για όλες τις δουλειές του σπιτιού, το πλύσιμο, το καθάρισμα, το μαγείρεμα. Ως μεγαλύτερη σε ηλικία έπρεπε να είχε παντρευτεί πρώτη. Έτσι λέει το Κάνουν. Αλλά στην οικογένεια Αντέμι ο νόμος του Κάνουν εφαρμόζεται ανά περίσταση. Στο σπίτι και ο Μιρσάντ και η Μιρσάντα, τα δυο παιδιά του αδερφού του. Εκείνος βρίσκεται στην φυλακή. Εκτίνει την ποινή για την δολοφονία του εραστή της συζύγου του. Τους έπιασε επ' αυτοφώρω σε ένα αυτοκίνητο. Η σύζυγος δέχτηκε έξι σφαίρες αλλά επέζησε. Σήμερα δεν μπορεί να δει τα παιδιά της. Ο Μιρσάντ παίζει με έναν καταπέλτη στην αυλή του σπιτιού και γνωρίζει ότι η μητέρα του έκανε κάτι κακό. Για αυτό και δεν θα την δει ποτέ.
Πίσω στα Σκόδρα το σπιτικό των Γκούρι είναι ρημαγμένο. Οι Αλβανοί άλλωστε ακόμη υποφέρουν από την έλλειψη των λεγόμενων πρώτων αναγκών για τη ζωή, όπως το νερό, το φαγητό για τα παιδιά τους, το ηλεκτρικό ρεύμα. Ναι η φτώχεια και η ανέχεια ευνοούν τον νόμο του αίματος, ενώ η απελπισία της τραγικής απομόνωσης των οικογενειών που έχουν εμπλακεί στο «κανούνι» οδηγεί ενίοτε και στην αυτοκτονία. Λέγεται ότι το 20% του εξαιρετικά μεγάλου αριθμού αυτοκτονιών που καταγράφονται σε ετήσια βάση στην Αλβανία σχετίζονται με τη βεντέτα. Η Μπόρα Γκούρι δεν κρατάει στο χέρι το κανούν αλλά την Βίβλο. Μας λέει πώς δεν έχει ιδέα τι πραγματικά λέει το Κανούν. Η δική της βεντέτα ξεκίνησε όταν ο Ροκ, αστυνομικός, μακρινό μέλος της οικογένειας, σκότωσε τον Μπαρντόκ, μέλος μιας άλλης οικογένειας σε μια εμπλοκή στον δρόμο. Ο Ρόκο είχε ζητήσει ένα τσιγάρο και εκείνος δεν του το έδωσε. Οι δυο της γιοι αυτή την δεν είναι στο σπίτι, έχουν πάει στα Τίρανα για να επισκεφθούν την αδερφή τους. Εκείνη τρέμει στην απουσία τους.
Είναι πολλές οι φορές που οι οικογένειες δεν γνωρίζουν καν ποια είναι η άλλη οικογένεια. Αναζητούν ένα θύμα, με βάση ένα όνομα. Είναι πολλές οι φορές που κάνουν και λάθη, που σκοτώνουν λάθος ανθρώπους. Αλλά ποιοι ελέγχουν το παιχνίδι της Βεντέτας; Οι μπαϊρακτάρηδες; Οι γέροντες; H μαφία; Οι αλβανικές αρχές κάνουν λόγο για μια «κοινωνική πληγή» που για να κλείσει δεν αρκούν τα διοικητικής φύσεως μέτρα. Στο αστυνομικό τμήμα στο κέντρο της πόλης Σκόδρα, ο 38χρονος διοικητής της αστυνομίας Αχμέτ Πρέντσι, το οποίο είναι υπεύθυνο για την περιοχή της Βορείου Αλβανίας, (Males ie Madheand Puke) κάνει τον απολογισμό της βεντέτας, με εκπτώσεις. 270 οικογένειες παραμένουν κλειστές και δεν περνούν την πόρτα του σπιτιού τους, 86 από αυτές τις οικογένειες είναι άμεσα συνδεδεμένες με τις δολοφονίες με συνολικά 224 ανθρώπους υπό περιορισμό, 38 εκ' των οποίων είναι παιδιά. Κάνει επίσης λόγο για ύφεση του φαινομένου καθώς μέσα στο 2006 οι δολοφονίες λόγω βεντέτας περιορίστηκαν σε δύο. Θα παραδεχτεί ωστόσο πώς υπάρχουν ορισμένες οικογένειες που προσλαμβάνουν πληρωμένους εκτελεστές προκειμένου να εκδικηθούν την αντίπαλη οικογένεια. Ωστόσο, μας λέει, αυτό αποτελεί μόνο ένα κομμάτι της βεντέτας, είναι σπάνιο και δεν δικαιολογούν την ύπαρξη οργανωμένου εγκλήματος γύρω από το Κανούν. Μέλος της μαφίας που συναντήσουμε λίγες ώρες μετά, σε ένα καφενείο στα Σκόδρα θα μας πει ότι η ίδια η αστυνομία δίνει τα όπλα σε αυτούς τους ανθρώπους, όπως και το ότι πολλούς από τους εμπλεκόμενους σε βεντέτες είναι αστυνομικοί. Ο άνθρωπος που κάθεται απέναντι μας μας λέει ότι αναλαμβάνει «ξεκαθαρίσματα» ανάμεσα σε οικογένειες, η αμοιβή του αγγίζει τα 5000 ευρώ.
Σε ένα μεγαλοπρεπές γραφείο στο Δικαστικό Μέγαρο ο αρχι εισαγγελέας μας επαναφέρει στην τάξη. Ο κ. Ουλσί Μαντζά κάνει λόγο για πάνω από 100.000 διαμάχες σε εξέλιξη στις δικαστικές αίθουσες και προειδοποιεί πως, εάν στους 15.000 εξωδικαστικούς «καβγάδες» με αφορμή τη γη δεν δοθεί λύση δια της δικαστικής οδού ή μέσω συμβιβασμού, «μπορεί να οδηγηθούμε σε πολύ σοβαρές περιπτώσεις βεντέτας». Είναι χαρακτηριστικά ότι μόνο στα Σκόδρα και τις γύρω περιοχές, περίπου 1.600 οικογένειες, με δεσμούς αίματος μεταξύ τους, ερίζουν για περιουσιακά ζητήματα που έχουν να κάνουν με τη γη. «Έχουν κλείσει με φράχτες και συρματοπλέγματα ο ένας τον δρόμο του άλλου, δημιουργώντας κατ' αυτόν τον τρόπο μια πολύ φορτισμένη κατάσταση που μπορεί να οδηγήσει σε αιματοκύλισμα, οποιαδήποτε στιγμή» επισημαίνει ο αρχι-εισαγγελέας, ενώ τοποθετεί το χέρι του επάνω στον Αστικό Κώδικα για έναν σκηνοθετημένο όρκο. «Εγώ έναν νόμο γνωρίζω και μόνο σε αυτόν πιστεύω» τονίζει, ενώ μας εξηγεί πως ο αλβανικός Κώδικας έχει προβλέψει και για το Κάνουν, και δεν είναι διόλου διαλλακτικός.
Στο χωριό Ντρεάι στην περιοχή της Μιρντίτα μας περιμένει μια ακόμη βεντέτα. Ο Αγκίμ Οσμάνι, 45 χρόνων, ο οποίος έχει διατελέσει και μπάρμαν στη Μύκονο, με τα πτωχά του ελληνικά, διηγείται την ιστορία που έχει θέσει σε περιορισμό την οικογένεια Οσμάνι από τον Μάιο του 2006. Όλα ξεκίνησαν όταν ο εξάδερφος του Φατμίρ κατηγορήθηκε ότι σκότωσε τον γιο του Χατζί Σαντίκο σε μια διαφωνία στον δρόμο. Ο Ιλμίρ Σαντίκο, 17 χρονών, πυροβόλησε το αμάξι του Φατμίρ 70 φορές για να εμποδίσει τον δρόμο του. Μια από τις σφαίρες εποστρακίστηκε για να καταλήξει στην καρδιά του νεαρού. Ο Φατμίρ και ακόμη δώδεκα άνδρες είναι κλεισμένοι μέσα στα σπίτια τους φοβούμενοι το χειρότερο. Επισκεπτόμαστε πέντε από αυτούς και ακούμε διάφορες ιστορίες. Μια από αυτές λέει ότι σε μια περίοδο μπέσας ο Χατζί Σαντίκο και ο Αλί Οσμάνι ήταν συνεπιβάτες σε ένα λεωφορείο, χωρίς να γνωρίζουν ο ένας τον άλλον. Αντάλλαξαν μερικές κουβέντες και κατέβηκαν από το λεωφορείο σαν μην συνέβηκε τίποτε.
Σε μια κίτρινη αποικιακού τύπου βίλα θα συναντήσουμε τον «αγγελιοφόρο» Πάσκο Τόμας, ακόμη έναν βασικό πρωταγωνιστή στο παιχνίδι του Κανούν. Ο Τόμας είναι 75 χρονών, είναι ο πεθερός του μπαϊρακτάρη της περιοχής και έχει δώσει λύση σε τουλάχιστον εκατό υποθέσεις βεντέτας στην περιοχή της Μιρντίτας Οι φήμες λένε ότι η αμοιβή του, όπως και των λοιπών γέρων αυτής της ιδιότυπης ομάδας κυμαίνεται ανάμεσα σε 500 με 500 ευρώ. Με ρακί στα χείλη και τα εγγόνια του στα γόνατα ο «άρχων» της βεντέτας μας βεβαιώνει ότι οι οικογένειες αναλαμβάνουν μόνον τα έξοδα μετακίνησης του και τίποτε άλλο. Και πώς τα κίνητρα της ομάδας του είναι αγνά. Αυτός και 500 ακόμη άνδρες της ευρύτερης περιοχής της Μιρντίτας έχουν ιδρύσει μια επιτροπή συμφιλίωσης που "έχει σαν στόχο της την παύση της βίας" σε συνεργασία με πρέσβεις χωρών και πολιτικούς της Αλβανίας.
Στην διαδρομή μας είδαμε βεντέτες και βεντέτες, ακούσαμε ιστορίες μίσους και εκδίκησης, διωχτήκαμε από οικογένειες που μας ζήτησαν μερικές εκατοντάδες ευρώ για να ανοίξουν την πόρτα του σπιτιού τους. Είδαμε παιδιά να κρατούν όπλα, και μεγάλους να κρύβονται στο σκοτάδι. Είδαμε γυναίκες να κάνουν την δουλειά ανδρών και άνδρες να αφήνουν τις οικογένειες τους και να παίρνουν τα βουνά. Κλείσαμε τον κύκλο της βεντέτας με την επίσκεψη μας στην οικογένεια Κρόνι, μια από τις παλιότερες βεντέτες της περιοχής, ο κύκλος του αίματος ξεκινάει πριν από 45 χρόνια. Σύμφωνα με το Κανούν αν κάποιος σκοτώσει έναν φιλοξενούμενο σου, την ώρα που εκείνος βρίσκεται σπίτι σου, τότε η οικογένεια σου οφείλει να εκδικηθεί τον θάνατο του. Η οικογένεια Κρόνι αναζητεί ακόμη την εκδίκηση της από την οικογένεια Τζελόσι η οποία σκότωσε έναν φιλοξενούμενο τον Πόλτι την ώρα που εκείνος βρίσκονταν μέσα στο σπίτι τους στο χωριό Ντουγκαγκίνι. Καθώς η Τζούστε Κρόνι, 39 χρονών, μας εξηγεί ότι αυτή και η οικογένεια της πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι για να μην ξέρει κανείς που βρίσκονται, ο Λεκ Πιέτρε, 50 χρονών, δάσκαλος στο Μπαρντάι, διδάσκει τα πέντε παιδιά της οικογένειας κατ' οίκων. Σε μια τοπική προσπάθεια να μορφωθούν τα παιδιά της βεντέτας 84 δάσκαλοι παίρνουν το ρίσκο και διδάσκουν τα παιδιά μέσα στα σπίτια. Ο Πιέτρε μας εξηγεί ότι για να μπει σε αυτά τα σπίτια πήρε άδεια απ' όλα τα μέλη της οικογένειας και παρόλα αυτά η απόφαση του έγκειται ένα ρίσκο, διότι αν κάποιο από τα παιδιά πάθει κάτι την ώρα που είναι με κάποιον συνοδό, τότε ο συνοδός και η οικογένεια του πρέπει να δώσουν αίμα για την δολοφονία.
Αν και σκληρός ο παραδοσιακός αλβανικός κώδικας τιμής δεν περιλαμβάνει μόνον αιματοκυλίσματα. Περιλαμβάνει νόρμες και κανόνες που αφορούν και το σύνολο της καθημερινής ζωής. Από απλά ζητήματα, όπως η ιδιοκτησία γης, έως και πιο σύνθετα, όπως ο ρόλος της γυναίκας στην κοινωνία, όλα ρυθμίζονται από το «κανούνι». Η φιλοξενία, η συγγένεια, η τιμή, η εντιμότητα στο μοίρασμα της περιουσίας, ο γάμος, η οικογένεια είναι κομμάτια της καθημερινής ζωής των Αλβανών που στο παρελθόν ρύθμιζε το Κανούν. Πολλοί πιστεύουν ότι ο ευρωπαϊκός άνεμος που φυσάει πάνω από τα Αλβανικά Όρη θα πάρει μαζί του και τους άγραφους νόμους, ότι οι οικογένειες θα απελευθερωθούν, ότι τα παιδιά θα επιστρέψουν στα σχολεία και η Αλβανία θα παραδοθεί στην Δύση άνευ όρων. Η πραγματικότητα είναι ότι η Αλβανία παραμένει μια από τις φτωχότερες χώρες της Ευρώπης, με ΑΕΠ το ένα δέκατο αυτού της Μεγάλης Βρετανίας. Το 50% του πληθυσμού ζει από την κτηνοτροφία. Το 70% έχει υποστεί κάποια μορφή βίας μέσα στο σπίτι. Η διαφθορά και το έγκλημα δεσπόζουν.
Το ίδιο και ο αναλφαβητισμός. Και οι τοπικοί άρχοντες και παράγοντες μάλλον αγνοούν ότι ο Γκάντι έλεγε ότι με το «οφθαλμόν αντί οφθαλμού τυφλώνεται ο κόσμος»
Plus Info: To Κανούν συντάχθηκε σε έγγραφο και κωδικοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Φραγκισκανό ιερέα Στέφεν Τζέκοβι (1874-1929), ο οποίος έπειτα από πολυετή έρευνα τοποθέτησε σε τάξη τους νόμους του Κανούν. Κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στην Βόρεια Αλβανία οι Φραγκισκανοί ιεραπόστολοι συνέλεξαν και κατέγραψαν πολλά από τα ήθη και έθιμα της περιοχής συμπεριλαμβανομένων και των νομοθεσιών του άγραφου τότε νόμου του Κανούν. Το Κανούν εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1933, δέκα χρόνια μετά την δολοφονία του Τζέκοβι με οκτώ σφαίρες. Η πρώτη σφαίρα ήταν στον κρόταφο.
*Στο έργο του Αριστοτέλη, και συγκεκριμένα στο τέταρτο βιβλίο των «Ηθικών Νικομαχείων» γίνεται λόγος για το ‘’αντιπεπονθός’’ – δηλαδή την ανταπόδοση -το οποίο χαρακτηρίζεται ως σπουδαία μορφή απονομής δικαιοσύνης. Πατέρας της διάταξης κατονομάζεται ο μυθικός Ραδάμανθυς….. Στην κρητική διάλεκτο ‘’τα δίκια θα γεννούσι’’.
*Μέρος του άρθρου δημοσιεύθηκε στο ΒΗΜΑgazino (18/02/2007)