Ένας ανύπαρκτος. Ή, μάλλον, ένας «ανελέητος, αφελής, υπερφίαλος, όχι και πολύ έξυπνος παπαράτσι», όπως τον περιγράφει ένας φίλος, που ζει μόνιμα στο Παρίσι. Κάποτε κέρδιζε πρωτοσέλιδα, ανοίγοντας και φωτογραφίζοντας τα σκουπίδια διασήμων. Και αυτός ο άνθρωπος έγινε ο παγκόσμιος ήρωας του ενός λεπτού. Δεν υπήρχε ΜΜΕ την Δευτέρα, 10 Φεβρουαρίου, που να μην του πρόσφερε μια καλή θέση. Η είδηση για την απελευθέρωση των αμάχων, που ήταν εγκλωβισμένοι στην πόλη Χομς της Συρίας, καθυστέρησε… Το Αλπικό σκι και η Χιονοσανίδα στο Σότσι, παραμέρισαν… Η Κορίνα «σταμάτησε» να μιλάει στον Σουμάχερ και οι Έλληνες έπρεπε να κάνουν λίγο υπομονή για να μάθουν τι θα γίνει στο Ληξούρι. Όλοι έπρεπε να παρακολουθήσουν τον παπαράτσι (δεν θέλω να αναφέρω το όνομά του) να λέει στον ραδιοφωνικό σταθμό «Europe 1» ότι ο δημοφιλέστερος πολιτικός ηγέτης του κόσμου έχει σχέσεις με μια από τις πιο διάσημες τραγουδίστριες του κόσμου (δεν υπάρχει λόγος να αναφέρω τα ονόματά τους). Για να γίνει πιστευτός «μπέρδεψε» και την Ουάσιγκτον Πόστ, ότι «τις επόμενες ώρες θα έχει συνταρακτικές αποκαλύψεις για το ειδύλλιο». Αυτός έκανε πλάκα και ο κόσμος στεκόταν προσοχή. Η σοβαρή εφημερίδα αναγκάστηκε να βγάλει ανακοίνωση: «η Ουάσιγκτον Πόστ δεν δημοσιεύει άρθρα τέτοιου είδους». «Δεν δημοσιεύει», όχι ότι «δεν υπάρχουν». Από τα αρχεία των τηλεοπτικών σταθμών ανασύρθηκαν πλάνα του πολιτικού και της τραγουδίστριας, στη γιορτή της Ανεξαρτησίας, στα βραβεία Γκράμι, στην ορκωμοσία του 44ου Προέδρου, στα 50στά γενέθλια της πρώτης κυρίας…
«Ήθελα να κάνω μια μεγάλη πλάκα», είπε την επόμενη μέρα ο παπαράτσι, για να γίνει αυτή τη φορά αντικείμενο ανάλυσης. «Γελούσε ή δεν γελούσε» την ώρα που μιλούσε στο «Europa 1»; Τι λέει το BBC; Σύμφωνα, πάντως, με τον Νουβέλ Ομπσερβατέρ, όλα αυτά έγιναν γιατί αισθανόταν ότι χάνει την πρωτοκαθεδρία ανάμεσα στους γάλλους παπαράτσι. Η Φιγκαρό, όμως, η παλαιότερη γαλλική εφημερίδα έχει αντίθετη γνώμη. Όλα αυτά έγιναν για να διαφημίσει το νέο του βιβλίο, που έχει τον τίτλο «Voyeur» -Ηδονοβλεψίας δηλαδή.
Όχι, δεν χειροτέρεψε ο κόσμος, απλώς η «νέα δημοσιογραφία», καταλαμβάνει όλο και περισσότερες «πίστες». Τα «γεγονότα» πρέπει να κατέβουν στο επίπεδο της καθημερινής ανοησίας του κοινού, ώστε οι «νέοι χρήστες» να πιστέψουν ότι είναι τόσο έξυπνοι, όσο και οι «κλασικοί» της δημοσιογραφίας. Και έτσι να τους αγαπήσουν.