H ετήσια έκθεση πεπραγμένων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, υπό άλλες συνθήκες, θα ήταν ένα τεχνοκρατικό κείμενο που ελάχιστη σχέση θα είχε με την ελληνική καθημερινότητα. Με τα capital controls να βρίσκονται εν ισχύ και την αγωνία για την παροχή του ELA, μέχρι πρότινος, να ανεβαίνει κατακόρυφα, η παρουσία της ΕΚΤ στη χώρα μας ήταν –και είναι- κάτι παραπάνω από έντονη.
Διόλου παράξενο που η φετινή ετήσια έκθεσή της (δημοσιεύτηκε την Πέμπτη) κάνει ειδική μνεία στη χώρα μας. Αρχικά, ο Μάριο Ντράγκι κάνει λόγο για απειλές που δέχθηκε η ακεραιότητα του ευρώ λόγω της κατάστασης στη χώρα μας στο πρώτο εξάμηνο του έτους.
Εν συνεχεία αναφέρεται στον ELA που πρόσφερε η ΕΚΤ στις ελληνικές τράπεζες για να τις σταθεροποιήσει, αλλά το πιο ενδεικτικό της κατάστασης έχει να κάνει με την επιβολή των capital controls. Ενδέχεται, δε, να είναι και αυτό που θα πυροδοτήσει αντιδράσεις στο εσωτερικό της Ελλάδας.
Σύμφωνα με την έκθεση της ΕΚΤ: «Στο τέλος Ιουνίου του 2015 μια σειρά γεγονότων, όπως η απόφαση των ελληνικών αρχών να προκηρύξουν δημοψήφισμα και η μη παράταση του δεύτερου προγράμματος μακροοικονομικής προσαρμογής, οδήγησαν σε περαιτέρω εντάσεις».
Εν συνεχεία σημειώνει ότι για να μετριαστούν οι εντάσεις, αλλά και οι εκροές καταθέσεων, οι ελληνικές Αρχές προχώρησαν στο μέτρο της τραπεζικής αργίας – στα γνωστά μας capital controls.
H έκθεση σημειώνει ότι η ΕΚΤ ενήργησε με πλήρη ανεξαρτησία σύμφωνα με τους κανόνες της. Δηλαδή, αναφέρει ο κ. Ντράγκι, «διασφαλίστηκε αφενός ότι δεν παρείχαμε νομισματική χρηματοδότηση στην ελληνική κυβέρνηση και ότι χορηγήσαμε ρευστότητα μόνο στις τράπεζες που ήταν φερέγγυες και διέθεταν επαρκείς εξασφαλίσεις και αφετέρου ότι οι αποφάσεις που θα είχαν ευρύτερες συνέπειες για τη ζώνη του ευρώ λαμβάνονταν από τις πολιτικές αρχές που νομιμοποιούνται προς αυτό. Η προσέγγιση που ακολουθήσαμε ήταν απολύτως εντός των ορίων της εντολής μας: τηρήσαμε μεν τη δέσμευσή μας προς το ενιαίο νόμισμα η οποία περιέχεται στη Συνθήκη, την εφαρμόσαμε δε εντός των ορίων που θέτει το καταστατικό μας.
Παρόλο που οι κίνδυνοι καταστροφικών εξελίξεων αποσοβήθηκαν τελικά χάρη στη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Ελλάδος και των υπόλοιπων χωρών της ζώνης του ευρώ για τρίτο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής, αυτό το επεισόδιο κατέδειξε ότι η ζώνη του ευρώ ήταν εύθραυστη και επιβεβαίωσε εκ νέου την ανάγκη να ολοκληρωθεί η Νομισματική Ένωση. Προς τον σκοπό αυτό, τον Ιούνιο του 2015, ως ένας από τους «Πέντε Προέδρους», συνέβαλα στη σύνταξη έκθεσης η οποία περιέχει συγκεκριμένες προτάσεις για την περαιτέρω μεταρρύθμιση της θεσμικής αρχιτεκτονικής της ζώνης του ευρώ. Προκειμένου να επιτύχουμε μια ισχυρότερη ένωση και να αποφύγουμε την υπέρμετρη επιβάρυνση της κεντρικής τράπεζας, οι προτάσεις αυτές πρέπει εν τέλει να γίνουν πράξη».
Η Ελλάδα, όπως και η Γαλλία και η Ισπανία, αναμένεται να εξακολουθήσουν να υπάγονται σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος και το 2016, αναφέρει ο κεντρικός τραπεζίτης. Επίσης, υπογραμμίζει ότι η ΕΚΤ θα εξακολουθήσει να συμμετέχει ενεργά στις προσπάθειες διασφάλισης ενός υγιούς και ανθεκτικού τραπεζικού συστήματος στην Ελλάδα.
Το 2014 οι ελληνικές τράπεζες λειτουργούσαν σε ένα βελτιωμένο κλίμα
Περιγράφοντας τις ενέργειες της ΕΚΤ για την αποκατάσταση ομαλών συνθηκών χρηματοδότησης στην Ελλάδα, ο κεντρικός τραπεζίτης σημειώνει ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα λειτούργησε σε βελτιωμένες συνθήκες χρηματοδότησης και βελτιωμένο κλίμα στην αγορά κατά το μεγαλύτερο μέρος του 2014, με αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση της εξάρτησής του από χρηματοδότηση από την κεντρική τράπεζα, συμπεριλαμβανομένης της πλήρους αποπληρωμής της ρευστότητας που του είχε χορηγηθεί μέσω του μηχανισμού έκτακτης ρευστότητας (ELA).
Εντούτοις, η πολιτική αβεβαιότητα οδήγησε σε σημαντικές αναλήψεις καταθέσεων και αύξησε τις εντάσεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές το πρώτο εξάμηνο του 2015. Έτσι επανήλθε η εξάρτηση από τον ELA, ενώ αυξήθηκε η προσφυγή σε χρηματοδότηση από την κεντρική τράπεζα. Οι εντάσεις στις αγορές υποχώρησαν και οι καταθέσεις σταθεροποιήθηκαν το καλοκαίρι του 2015, μετά τη συμφωνία μεταξύ της Ελλάδος και των άλλων χωρών της ζώνης του ευρώ σχετικά με το τρίτο πρόγραμμα μακροοικονομικής προσαρμογής. Σε γενικές γραμμές η χώρα πέρασε από τρεις φάσεις εντάσεων στις χρηματοπιστωτικές αγορές το 2015.
Πρώτη φάση: σταδιακά αυξανόμενη προσφυγή στις πράξεις του Ευρωσυστήματος (από τον Δεκέμβριο του 2014 έως τον Ιανουάριο του 2015)
Καθώς αυξάνονταν οι ανησυχίες των αγορών για το μέλλον του προγράμματος μακροοικονομικής προσαρμογής και τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα, το εγχώριο τραπεζικό σύστημα απώλεσε εν πολλοίς την πρόσβασή του σε χρηματοδότηση από την αγορά. Αυτή η απώλεια χρηματοδότησης συνίστατο κυρίως σε εκροές καταθέσεων λιανικής και χονδρικής και σε μη ανανέωση συμφωνιών διατραπεζικής χρηματοδότησης με διεθνείς αντισυμβαλλομένους. Καθώς οι ελληνικές τράπεζες διατηρούσαν επαρκούς ύψους περιουσιακά στοιχεία αποδεκτά ως ασφάλεια στις πράξεις του Ευρωσυστήματος, μπόρεσαν να αντισταθμίσουν την απώλεια χρηματοδότησης αυξάνοντας την προσφυγή σε πιστοδοτικές πράξεις του Ευρωσυστήματος (ως επί το πλείστον σε πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης).
Δεύτερη φάση: προσφυγή στον ELA και συναφείς αποφάσεις (από τον Φεβρουάριο έως τον Ιούνιο του 2015)
Στο τέλος Ιανουαρίου και στις αρχές Φεβρουαρίου του 2015 οι ανησυχίες για την ολοκλήρωση της υπό εξέλιξη αξιολόγησης στο πλαίσιο του δεύτερου προγράμματος μακροοικονομικής προσαρμογής αυξήθηκαν ραγδαία. Τον Δεκέμβριο του 2014 είχε χορηγηθεί δίμηνη παράταση. Όσο πλησίαζε η λήξη της δίμηνης παράτασης δεν ήταν πλέον δυνατόν να υποτεθεί ότι η αξιολόγηση θα ολοκληρωνόταν με επιτυχία. Έτσι το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε στις 4.2.2015 να άρει από 11.2.2015 την εξαίρεση των εμπορεύσιμων τίτλων που έχει εκδώσει ή εγγυάται το Ελληνικό Δημόσιο από τον κανόνα της ελάχιστης επιτρεπτής πιστοληπτικής διαβάθμισης. Συνέπεια ήταν οι τίτλοι αυτοί να μη γίνονται πλέον αποδεκτοί ως ασφάλεια στις πιστοδοτικές πράξεις του Ευρωσυστήματος. Ως εκ τούτου, μεγάλο ποσό της ρευστότητας που παρεχόταν τότε μέσω πιστοδοτικών πράξεων του Ευρωσυστήματος υποκαταστάθηκε από ρευστότητα παρεχόμενη από την Τράπεζα της Ελλάδος μέσω του ELA.
Το Eurogroup αποφάσισε στις 24.2.2015 να παρατείνει την ισχύ της Κύριας Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης του Ευρωπαϊκού Ταµείου Χρηµατοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) μέχρι το τέλος Ιουνίου του 2015, με σκοπό την επιτυχή ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των ελληνικών αρχών και των θεσμών συνεχίστηκαν και το επόμενο διάστημα, αλλά οι χρηματοοικονομικές προοπτικές και το μακροοικονομικό περιβάλλον της Ελλάδος επιδεινώνονταν σταθερά, ασκώντας πρόσθετες πιέσεις στο τραπεζικό σύστημα, κυρίως με τη μορφή αυξημένων εκροών καταθέσεων, οδηγώντας σε αυξανόμενη προσφυγή στον ELA.
Στο τέλος Ιουνίου του 2015 μια σειρά γεγονότων, όπως η απόφαση των ελληνικών αρχών να προκηρύξουν δημοψήφισμα και η μη παράταση του δεύτερου προγράμματος μακροοικονομικής προσαρμογής, οδήγησαν σε περαιτέρω εντάσεις. Τα γεγονότα αυτά επηρέασαν αρνητικά την καταλληλότητα και επάρκεια των περιουσιακών στοιχείων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως ασφάλεια για άντληση έκτακτης ρευστότητας μέσω του ELA, καθώς οι ασφάλειες αυτές συνδέονταν στενά με την ικανότητα της χώρας να τηρήσει τις χρηματοοικονομικές της υποχρεώσεις. Υπό το φως των παραπάνω, το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε στις 28.6.2015 να διατηρήσει αμετάβλητο το ανώτατο όριο του ELA για τις ελληνικές τράπεζες στο επίπεδο που είχε οριστεί στις 26.6.2015, όπως αναφέρεται στο δελτίο τύπου που δημοσίευσε η ΕΚΤ στις 28.6.2015.
Τρίτη φάση: σταθεροποίηση και βελτίωση των συνθηκών ρευστότητας (από τον Ιούλιο έως τον Δεκέμβριο του 2015)
Προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις εκτεταμένες εκροές ρευστότητας, οι ελληνικές αρχές αποφάσισαν στις 28.6.2015 τη θέσπιση τραπεζικής αργίας ώστε να σταθεροποιηθούν οι συνθήκες ρευστότητας του τραπεζικού συστήματος
Η χρηματοοικονομική κατάσταση της Ελλάδος επιδεινώθηκε περαιτέρω τις επόμενες ημέρες, γεγονός που οδήγησε το Διοικητικό Συμβούλιο να αποφασίσει στις 6.7.2015 την προσαρμογή των περικοπών αποτίμησης που εφαρμόζονται στα συνδεόμενα με το Ελληνικό Δημόσιο εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία που γίνονται αποδεκτά ως ασφάλεια από την Τράπεζα της Ελλάδος για την παροχή έκτακτης ενίσχυσης σε ρευστότητα και περαιτέρω στην απόφαση να διατηρήσει αμετάβλητο το ανώτατο όριο του μηχανισμού για τις ελληνικές τράπεζες στο επίπεδο που επικρατούσε στις 26.6.2015, όπως αναφέρεται στο δελτίο τύπου που δημοσίευσε η ΕΚΤ στις 6.7.2015.
Η Σύνοδος Κορυφής της ευρωζώνης στις 12.7.2015 συμφώνησε σε ένα τρίτο πρόγραμμα μακροοικονομικής προσαρμογής για την Ελλάδα, που καλύπτει περίοδο τριών ετών και χρηματοδοτείται από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM). Χάρη στις θετικές για τη χρηματοοικονομική κατάσταση της χώρας εξελίξεις των προηγούμενων ημερών, το ανώτατο όριο του ELA για τις ελληνικές τράπεζες αυξήθηκε στις 16.7.2015.
Μετά τη βελτίωση των χρηματοοικονομικών προοπτικών του Ελληνικού Δημοσίου, που συνδεόταν με το νέο πρόγραμμα και την εφαρμογή του από τις ελληνικές αρχές, οι συνθήκες ρευστότητας στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα άρχισαν επίσης να βελτιώνονται. Οι τράπεζες ξανάνοιξαν στις 20.7.2015, αλλά οι περιορισμοί στις αναλήψεις και τις μεταφορές κεφαλαίων παρέμειναν σε ισχύ. Εντούτοις, σύντομα οι ελληνικές αρχές ξεκίνησαν τη σταδιακή χαλάρωση των περιορισμών για τις τράπεζες. Παράλληλα με την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των αγορών στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα παρατηρήθηκαν σε κάποιο βαθμό εισροές καταθέσεων και αποκαταστάθηκε εν μέρει η πρόσβαση των ελληνικών τραπεζών στις αγορές. Οι συνθήκες ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών βελτιώθηκαν ουσιωδώς μετά την επιτυχή ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών το τελευταίο τρίμηνο του 2015.