Στη συμφωνία που επιτεύχθηκε στη συνεδρίαση του Eurogroup της Πέμπτης δεν είχε γίνει σαφές αν υπό το πλαίσιο που ορίζει αυτή η συμφωνία μέχρι το 2018 -αλλά και μετά το 2018- θα είναι δυνατή η ένταξη της ελληνικής οικονομίας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (QE).
Ε, λοιπόν, την επόμενη ημέρα, Παρασκευή, πηγή της ευρωτράπεζας το διασαφήνισε: Η ΕΚΤ χρειάζεται περισσότερη «καθαρότητα» όσον αφορά τα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού δημόσιου χρέους προκειμένου να εντάξει τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Αυτό δήλωσε η πηγή στο Reuters χαρακτηρίζοντας, παρ’ όλα αυτά, τη συμφωνία «ένα πολύ θετικό βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση». Πάντως, όσο δεν υπάρχει καθαρότητα στις ρυθμίσεις του χρέους, δεν υπάρχει και η προοπτική ένταξης της χώρας στο πρόγραμμα που θα διαρκέσει τουλάχιστον έως το τέλος του 2017.
Στο Eurogroup, όπου δόθηκε το «πράσινο» φως για την εκταμίευση 8,5 δισ. ευρώ, οι ευρωπαίοι εταίροι ανέβαλαν τις ουσιαστικές αποφάσεις για το χρέος έως το τέλος του Μνημονίου, τον Αύγουστο του 2018. Αρκέστηκαν σε μία λεκτική δέσμευση. Το μοναδικό απτό μέτρο για το χρέος που εξέτασαν ήταν το ενδεχόμενο επιμήκυνσης δανείων στήριξης που είχαν δοθεί στο πλαίσιο του δεύτερου Μνημονίου κατά «μηδέν έως 15 χρόνια». Αντίστοιχη παράταση θα μπορούσε δοθεί στην περίοδο χάριτος πριν αρχίσει η αποπληρωμή των τόκων που αναλογούν στα επίμαχα δάνεια.
Η ΕΚΤ έχει διαμηνύσει πως θα προβεί σε δική της ανάλυση της βιωσιμότητας του χρέους.
Η ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ, που θα ξεπεράσει τα 2 τρισ. ευρώ, είναι προγραμματισμένο να διαρκέσει τουλάχιστον έως το τέλος του 2017, δηλαδή οκτώ μήνες πριν από τη λήξη του Μνημονίου.
Ο διοικητής της τράπεζας, Μάριο Ντράγκι δεν έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο νέας παράτασης του προγράμματος αγορών εάν κριθεί απαραίτητο ώστε να τονωθούν ο πληθωρισμός και η ανάπτυξη στην Ευρωζώνη.