Οι Ιρανοί καλούνται την Παρασκευή στις κάλπες για να εκλέξουν νέο πρόεδρο μεταξύ έξι υποψηφίων, ανάμεσα στους οποίους περιλαμβάνεται ένας μέχρι τώρα άγνωστος μεταρρυθμιστής, που ελπίζει να διαταράξει την πρωτοκαθεδρία των συντηρητικών.
Το μεγάλο πρόβλημα όμως, εκτιμάται ότι θα είναι και πάλι η αποχή, καθώς οι ιρανοί πολίτες επιλέγουν αυτό τον τρόπο για να δείξουν την δυσαρέσκειά τους προς το καθεστώς των μουλάδων, στις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις. Τον Μάρτιο, το ποσοστό συμμετοχής στις βουλευτικές εκλογές ήταν μόλις 41%.
Αυτές οι προεδρικές εκλογές, που επρόκειτο αρχικά να διεξαχθούν το 2025, οργανώθηκαν μέσα σε μερικές εβδομάδες μετά τον θάνατο του Εμπραχίμ Ραϊσί, στις 19 Μαΐου, όταν συνετρίβη το ελικόπτερό του.
Διεξάγονται σε μία κρίσιμη περίοδο για το καθεστώς, που καλείται να διαχειρισθεί ταυτόχρονα εσωτερικές εντάσεις και γεωπολιτικούς κινδύνους, από τον πόλεμο στη Γάζα μέχρι το πυρηνικό ζήτημα.
Μολονότι η προεκλογική εκστρατεία ξεκίνησε χωρίς πάθος, οι φετινές εκλογές είναι περισσότερο διαφιλονικούμενες απ’ ό,τι οι προηγούμενες το 2021, χάρη στην παρουσία του μεταρρυθμιστή Μασούντ Πεζεσκιάν, ο οποίος έχει επιβληθεί ως ένα από τα τρία φαβορί.
Οι δύο κύριοι αντίπαλοί του είναι ο συντηρητικός πρόεδρος του κοινοβουλίου Μοχαμάντ-Μπαγέρ Γαλιμπάφ και ο Σαΐντ Τζαλιλί, ο υπερσυντηρητικός πρώην διαπραγματευτής για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα.
Ο ανταγωνισμός αυτός θα μπορούσε να οδηγήσει σ’ ένα δεύτερο γύρο, κάτι που μετά την ίδρυση της Ισλαμικής Δημοκρατίας, πριν από 45 χρόνια, δεν έχει συμβεί παρά μόνο σε μια προεδρική εκλογή, το 2005.
Ολοι οι υποψήφιοι πάντως, έχουν εγκριθεί από τον αγιατολάχ και το συμβούλιο των μουλάδων και όλοι έχουν ορκιστεί πίστη και υπακοή στον Αλί Χαμενεΐ και το καθεστώς του.
Για να έχει πιθανότητα να κερδίσει τις εκλογές, ο Πεζεσκιάν πρέπει να ελπίζει σε ισχυρή συμμετοχή, αντίθετα από τις προεδρικές του 2021, που είχαν χαρακτηρισθεί από αποχή ρεκόρ 51%, καθώς δεν είχε επιτραπεί να συμμετάσχει κανένας μεταρρυθμιστής υποψήφιος.
Την Τρίτη, ο Αλί Χαμενεΐ κάλεσε τους Ιρανούς να προσέλθουν μαζικά στις κάλπες ώστε να υπάρξει «υψηλή συμμετοχή», επαναλαμβάνοντας τα εμμονικά συνθήματα των σκληροπυρηνικών καθεστωτικών, «θάνατος στο Ισραήλ» και «θάνατος στις ΗΠΑ».
Οπως γράφουν οι Times, ο Χαμενεΐ βλέπει τις εκλογές ως δημοψήφισμα για τον ίδιο και το καθεστώς του.
«Η συμμετοχή του λαού είναι η ουσία της Ισλαμικής Δημοκρατίας», είπε στην ομιλία του την Τρίτη. «Σε κάθε εκλογική αναμέτρηση όπου η συμμετοχή ήταν χαμηλή, οι εχθροί εξαπέλυσαν τις λεκτικές επιθέσεις τους».
Οι πολίτες όμως, δεν φαίνεται να πείθονται. «Δεν υπάρχει θέμα να ψηφίσω» επειδή «όποιος κι αν είναι αυτός που θα εκλεγεί, δεν θα αλλάξει τίποτα για το λαό», δηλώνει εντούτοις η Νέντα, μια γυναίκα μηχανικός που ρωτήθηκε από το Γαλλικό Πρακτορείο στην Ταζρίς, στη βόρεια Τεχεράνη.
Εκατοντάδες καθηγητές και ακτιβιστές υπέγραψαν επιστολή προτρέποντας τους ψηφοφόρους να απέχουν από το «τσίρκο» των προεδρικών εκλογών, ενώ επιστολή απέστειλε και η νομπελίστρια Ειρήνης, Ναργκίς Μοχαμαντί, που είναι φυλακισμένη από το καθεστώς στη διαβόητη φυλακή Εβίν της Τεχεράνης, από το 2010.
Στην επιστολή της έγραψε: «Πώς μπορείτε, ενώ με το ένα χέρι κρατάτε σπαθί, αγχόνη, όπλα και φυλακές εναντίον του λαού, με το άλλο χέρι να βάζετε μπροστά στον ίδιο λαό μια κάλπη και με δόλο και ψέματα να τον καλείτε να ψηφίσει;».
Για τον Αλί Βαέζ, ειδικό για το Ιράν στη μη κερδοσκοπική και μη κυβερνητική οργάνωση International Crisis Group, ο μελλοντικός πρόεδρος πρέπει «να αντιμετωπίσει την πρόκληση της διεύρυνσης του ρήγματος ανάμεσα στο κράτος και την κοινωνία». Μέχρι τώρα, κανένας από τους υποψηφίους «δεν έχει παρουσιάσει συγκεκριμένο σχέδιο για να λύσει τα προβλήματα», είπε.
Ο μεταρρυθμιστής Πεζεσκιάν, ένας 69χρονος χήρος οικογενειάρχης, διαβεβαίωσε πως είναι δυνατό να «υπάρξει βελτίωση» για ένα μέρος των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν τα 85 εκατομμύρια των Ιρανών.
Για ορισμένους ψηφοφόρους, είναι μειονέκτημα ότι ο γιατρός που έγινε βουλευτής, δεν έχει κυβερνητική πείρα, καθώς έχει διατελέσει μόνο υπουργός Υγείας πριν από περίπου 20 χρόνια.
Αντιθέτως, ο Μοχαμάντ-Μπαγέρ Γαλιμπάφ είναι, στα 62 του, ένας βετεράνος της πολιτικής αφού έκανε καριέρα στους κόλπους των Φρουρών της Επανάστασης, του ισχυρού ελίτ Σώματος του Ιράν.
«Θα ψηφίσω τον Γαλιμπάφ επειδή είναι ταυτόχρονα ένας έμπειρος διαχειριστής και ένας διοικητής των Φρουρών», πράγμα που είναι καλό για «την ασφάλεια» της χώρας, εξήγησε ο Αλιρεζά Βαλαντχανί, ένας 35χρονος σύμβουλος επιχειρήσεων που ρωτήθηκε από το Γαλλικό Πρακτορείο.
Από την πλευρά του, ο 58χρονος Σαΐντ Τζαλιλί, ο οποίος έχασε ένα πόδι στον πόλεμο ανάμεσα στο Ιράν και το Ιράκ στα χρόνια του 1980, προσελκύει τους πιο ένθερμους οπαδούς της Ισλαμικής Δημοκρατίας, υποστηρίζοντας την άκαμπτη αυστηρότητα της Τεχεράνης έναντι των δυτικών χωρών.
Στην άλλη πλευρά, ο Πεζεσκιάν τάσσεται υπέρ μιας αναθέρμανσης των σχέσεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη ώστε να αρθούν οι κυρώσεις που πλήττουν σκληρά την οικονομία. Εχει μάλιστα την υποστήριξη του πρώην υπουργού Εξωτερικών, Τζαβάντ Ζαρίφ, του αρχιτέκτονα της πυρηνικής συμφωνίας που συνήφθη το 2015 με τις μεγάλες δυνάμεις.
Ο μεταρρυθμιστής ζητάει επίσης να διευθετηθεί το επίμονο ζήτημα του υποχρεωτικού χαρακτήρα της μαντίλας για τις γυναίκες, μία από τις αιτίες του εκτεταμένου κινήματος αμφισβήτησης που συγκλόνισε τη χώρα στα τέλη του 2022 μετά το θάνατο της Μαχσά Αμινί, η οποία είχε συλληφθεί για παραβίαση του ενδυματολογικού κώδικα.
«Εδώ και 40 χρόνια, επιδιώκουμε να ελέγξουμε το χιτζάμπ, όμως το μόνο που κάναμε ήταν να επιδεινώσουμε την κατάσταση», είπε εκφράζοντας τη λύπη του ο Πεζεσκιάν.
Οι περισσότεροι από τους άλλους υποψηφίους έχουν υιοθετήσει μια επιφυλακτική στάση στο ζήτημα αυτό, δηλώνοντας ότι είναι μάλλον αντίθετοι στην ανάπτυξη της αστυνομίας ηθών.
Μία από τις βεβαιότητες των εκλογών είναι ότι ο επόμενος πρόεδρος θα είναι πολίτης και όχι σιίτης ιερωμένος, όπως οι δύο προηγούμενοι, ο Χασάν Ροχανί και ο Εμπραχίμ Ραϊσί.
Δεν θα μπορεί συνεπώς να θεωρηθεί εν δυνάμει διάδοχος του 85χρονου αγιατολάχ Χαμενεΐ, ο οποίος βρίσκεται επικεφαλής του Ιράν εδώ και 35 χρόνια.