Μέσα από μία διαφορετική ανάγνωση των αιτιών της πολυετούς κρίσης που άφησε ανεξίτηλα τα σημάδια της στη χώρα, ο καθηγητής και πρόεδρος της Alpha Bank, Βασίλης Ράπανος, θέλησε σε μία μεστή ομιλία στην τελετή υποδοχής του στην Ακαδημία Αθηνών, να αναδείξει τη σημασία και τον ρόλο των θεσμών για την ποιότητα της διακυβέρνησης, ώστε να μην επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος. Αν παραφράζαμε τη διάσημη ρήση της προεκλογικής καμπάνιας του Κλίντον: «είναι οι υγιείς και αξιόπιστοι θεσμοί, ανόητε!», θα μπορούσε να μας πει (αν και δεν είναι στο στυλ του) ο νέος ακαδημαϊκός.
Η ποιότητα διακυβέρνησης μιας χώρας είναι αντανάκλαση της ποιότητας των θεσμών της, τόνισε και γι αυτό και οι χαμηλές δημοσιονομικές επιδόσεις της Ελλάδας οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στη χαμηλή ποιότητα των θεσμών της: η ποιότητα των θεσμών επηρεάζει σημαντικά τις επιδόσεις του δημόσιου τομέα και φυσικά την ευημερία μιας κοινωνίας.
Στο πλαίσιο αυτό, όπως θέλησε να αναδείξει, η κρίση στην Ελλάδα δεν προήλθε μόνο από ανεύθυνες οικονομικές ή κοινωνικές πολιτικές, αλλά ήταν και κρίση που οξύνθηκε από το ξεπερασμένο ή αδύναμο θεσμικό πλαίσιο.
Την αδυναμία αυτή, όμως, δεν φαίνεται να είχαν αντιληφθεί ή κατανοήσει οι πιστωτές της χώρας, με αποτέλεσμα πολλά από τα μέτρα που επέβαλαν να μην έχουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
Η αντιγραφή θεσμικών ρυθμίσεων που αγνοούν τη δομή της διακυβέρνησης, την κουλτούρα, τις παραδόσεις και τις αξίες μιας κοινωνίας δεν έχει πολλές ελπίδες ευδοκίμησης
Ετσι, ενώ στις άλλες χώρες που υπήχθησαν σε προγράμματα στήριξης, αλλά και κατά μέσο όρο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η ποιότητα διακυβέρνησης παρέμεινε σχεδόν σταθερή, από το 2000 και μετά στην Ελλάδα υπήρξε μια σταθερή επιδείνωση.
Στον αντίποδα, την ίδια περίοδο χώρες με καλή ποιότητα διακυβέρνησης μπόρεσαν και ξεπέρασαν πιο γρήγορα την πρόσφατη οικονομική κρίση.
Η αντιγραφή επιτυχημένων σε άλλες χώρες θεσμών, δεν αποτελεί εχέγγυο επιτυχίας, αλλά όπως επεσήμανε κατά την ομιλία του ο κ. Ράπανος, για να έχουν επιτυχία οι μεταρρυθμίσεις σε θεσμικό πλαίσιο είναι απαραίτητο οι πρωτοβουλίες να ληφθούν από το εγχώριο πολιτικό σύστημα και να έχουν την ευρύτερη δυνατή συναίνεση πολιτικών δυνάμεων και κοινωνικών εταίρων.
Ουραγός μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην αποτελεσματική διαχείριση των δημόσιων δαπανών, η Ελλάδα έχει ιδιαίτερα χαμηλή κατάταξη και στους δείκτες που μετρούν την ικανοποίηση των πολιτών από τις υπηρεσίες που προσφέρει το κράτος στην Παιδεία, στην Υγεία και στη Δημόσια Τάξη.
Η χαμηλή ποιότητα των δημόσιων υπηρεσιών όμως, αντανακλάται και στην εμπιστοσύνη που έχουν οι πολίτες στην κυβέρνηση και οι κοινωνίες με χαμηλό δείκτη εμπιστοσύνης έχουν συνήθως χαμηλά επίπεδα κοινωνικής ευημερίας και αντίστροφα.
Χωρίς εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση και τους άλλους κοινοβουλευτικούς θεσμούς είναι δύσκολο να υλοποιηθούν πολιτικές που έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην οικονομική ανάπτυξη και τη μακροχρόνια ευημερία μιας κοινωνίας, ενώ η μείωση της εμπιστοσύνης μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη συμμόρφωση των πολιτών και επιχειρήσεων στη νομοθεσία και τους κανόνες και γενικότερα στις υποχρεώσεις τους.
Πέρα όμως από τις επιπτώσεις στην οικονομία, η εμπιστοσύνη είναι και πυλώνας νομιμοποίησης και διατήρησης του πολιτικού συστήματος.
Κάνοντας αναφορά στα προσωπικά του βιώματα από την περίοδο που βρέθηκε στις φυλακές της χούντας λόγω της αντιδικτατορικής του δράσης, ο Βασίλης Ράπανος δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι, υπό το βάρος των προβλημάτων της καθημερινότητας, έχουμε λησμονήσει ότι η δημοκρατία δεν μας ήρθε ως δώρο αλλά κατακτήθηκε μέσα από αγώνες και θυσίες.
Σε εκείνη την περίοδο άλλωστε, είχε την τύχη να γνωρίσει και τον αείμνηστο καθηγητή Σάκη Καράγιωργα, γνωριμία που _όπως είπε_ άλλαξε την επαγγελματική του πορεία, δίνοντας της νέα κατεύθυνση σπουδών και στρέφοντας τον, αντί της Διοίκησης Επιχειρήσεων, στη Δημόσια Οικονομική.
Ενδεικτικά, κατά την ομιλία του ο κ. Ράπανος ανέφερε πως, αν και υπήρξε μεγάλη μείωση του ΑΕΠ και κατά συνέπεια της απασχόλησης και της κατανάλωσης, σημειώθηκε σημαντική αύξηση των εσόδων σε όλες τις κατηγορίες φόρων. Ο περιορισμός της φοροδιαφυγής ήταν πάντως μάλλον περιορισμένος και τα αυξημένα έσοδα προήλθαν είτε από τις αυξήσεις των φορολογικών συντελεστών και τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης με μείωση αφορολογήτων ποσών ή κατάργηση μειωμένων συντελεστών στην έμμεση φορολογία, είτε από επιβολή νέων φόρων.
Από την παρουσίαση βασικών δεικτών για τη φορολογική επιβάρυνση στην Ελλάδα την περίοδο της κρίσης, σημείωσε ο καθηγητής, είναι φανερό ότι το φορολογικό βάρος αυξήθηκε σημαντικά και αυτό δεν φαίνεται να συνοδεύεται από καλύτερη ποιότητα δημόσιων υπηρεσιών. Είναι επομένως αναμενόμενο η εμπιστοσύνη των πολιτών προς την κυβέρνηση να είναι χαμηλή και αυτό με τη σειρά του επηρεάζει την προθυμία των πολιτών να συμμορφώνονται στις φορολογικές τους υποχρεώσεις.
Γι αυτό, σύμφωνα με τον νέο ακαδημαϊκό, καθοριστικό ρόλο θα παίξει και η δημιουργία υγιών δημόσιων θεσμών που θα συντελέσουν στο να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών στο πολιτικό μας σύστημα και θα συμβάλουν στην ενίσχυση των δημοκρατικών μας θεσμών.
Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών στους θεσμούς και στη δημοκρατία είναι προϋπόθεση για ένα καλύτερο μέλλον για το λαό και τη νεολαία μας που έχουν υποφέρει πολύ τα τελευταία χρόνια και σε αυτό πρέπει να εμμείνουμε, τόνισε. Και έκλεισε την ομιλία του με τα λόγια της Κικής Δημουλά:
«… η εμμονή είναι ένα χρέος απέναντι στον όρκο που δώσαμε στην ελπίδα, ότι δεν θα την εγκαταλείψουμε ποτέ, ούτε κι όταν εκείνη μας εγκαταλείψει.»
ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΑΠΑΝΟΣ
Η υποδοχή του νέου Ακαδημαϊκού, ομότιμου Καθηγητή Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών Βασίλη Ράπανου, πραγματοποιήθηκε την Τρίτη, 4 Δεκεμβρίου.
Το νέο μέλος της Ακαδημίας προσφώνησε ο Πρόεδρος της Ακαδημίας Αντώνιος Κουνάδης και, στη συνέχεια, ο Ακαδημαϊκός Λουκάς Παπαδήμος παρουσίασε το επιστημονικό του έργο.
Ο Βασίλης Ράπανος έχει διατελέσει Υποδιοικητής και Διοικητής της Κτηματικής Τράπεζας της Ελλάδος (1995 – 1998), Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΤΕ (1998 – 2000), Πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών (2000 – 2004) και Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος και της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών (2009 – 2012).
Εχει υπηρετήσει επίσης ως σύμβουλος στις αντιπροσωπείες της Ελλάδα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) και στο Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών.
Από το 1992 είναι καθηγητής Δημόσιας Οικονομικής στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών και Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Alpha Bank.
Πατήστε εδώ για το πλήρες κείμενο της ομιλίας Ράπανου στην Ακαδημία Αθηνών
«Η ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΤΟΜΕΑ»