Κατέβαινε τα πρώτα σκαλιά από το αεροπλάνο της, στη Νότια Αφρική, η δρ Ντέμπορα Μπιρξ (Deborah Birx), συνεχίζοντας την περιοδεία της ως παγκόσμια πρέσβειρα του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών για την πρόληψη και θεραπεία του AIDS, όταν δέχτηκε ένα επείγον τηλεφώνημα. Στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν ο υπουργός Εξωτερικών Μάικλ Πομπέο. «Γύρισε το ταχύτερο πίσω. Σε θέλει ο πρόεδρος Τραμπ», φέρεται να της είπε.
Παράξενο, αν σκεφτεί κάποιος ότι αυτό τον τίτλο, της παγκόσμιας πρέσβειρας, τον είχε απονείμει το 2014 στη διάσημη, 63χρονη σήμερα, δρα Μπιρξ, ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα, εφοδιάζοντάς την και με ένα οικονομικό πακέτο της τάξεως των 6,8 δισ. δολαρίων ετησίως για να κάνει τη δουλειά της.
Δεν είναι μυστικό ότι αυτό και μόνο, ότι την επέλεξε και τη στήριξε ο Μπαράκ Ομπάμα, θα μπορούσε να είναι κόκκινο πανί για τον Ντόναλντ Τραμπ.
Και όμως. Ο πρόεδρος Τραμπ της ανέθεσε, με συνοπτικές διαδικασίες, τον συντονισμό των προσπαθειών αντιμετώπισης του κορονοϊού στις ΗΠΑ. Ετσι, η άλλοτε ευνοούμενη του Ομπάμα, συνταγματάρχης εν αποστρατεία του Αμερικανικού Στρατού και επί εννέα χρόνια, από το 2005 έως το 2014, υπεύθυνη στο Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (Center for Disease Control and Prevention), βρέθηκε στο φόντο των περισσότερων φωτογραφιών με τον Ντόναλντ Τραμπ τις τελευταίες ημέρες.
Για να καταλάβουμε ποια είναι η δρ Μπιρξ και τι έχει αντιμετωπίσει στην καριέρα της, θα πρέπει κατ’ αρχάς να συνειδητοποιήσουμε ότι η θητεία της στο Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης ήταν στα χρόνια που το AIDS «θέριζε». Αλλωστε, το είχε βάλει σκοπό της ζωής και, κυρίως, της επιστήμης της, να το καταλάβει και να το αναχαιτίσει αυτό το Σύνδρομο Επίκτητης Ανοσολογικής Ανεπάρκειας, μόλις αποφοίτησε από την Ιατρική Σχολή. Και βρέθηκε σε έναν κόσμο που τον άλλαζε δραματικά η «μάστιγα» του AIDS.
«Η φήμη της είναι άψογη». Αυτή η λιτή φράση του Τζέρεμι Κόνιντικ, μέλους του Κέντρου για την Παγκόσμια Ανάπτυξη (Center for Global Development) συνοψίζει τη γνώμη που έχει ο «χώρος» για την αμερικανίδα εθνική συντονίστρια. Η οποία έσπευσε να προσθέσει τρία ακόμη μέλη, αποκλειστικά δικής της επιλογής, στην ήδη 12μελή εθνική «ομάδα κρούσης» για τον κορονοϊό.
Κάποιοι προσθέτουν στο εγκώμιο που έχουν πλέξει πολλοί τελευταία για τη δρα Μπιρξ: «Αν χρειάζεσαι ένα σταθερό χέρι καθοδήγησης με αποδεδειγμένα άμεμπτο και αποτελεσματικό μητρώο στα παγκόσμια θέματα υγείας, η δρ Μπιρξ είναι αναμφίβολα αυτό».
Αν ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Μάικ Πενς είναι ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, για όλες τις ανακοινώσεις που αφορούν στον κορονοϊό, στο λιγότερο φωτισμένο παρασκήνιο η Ντέμπορα Μπιρξ είναι εκείνη που κινεί τα νήματα με στόχο τον περιορισμό του ιού, δουλεύοντας με εργαστήρια και ειδικούς που γνωρίζει καλά (και τη γνωρίζουν καλά).
Ο αναπληρωτής σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας Ματ Πότιντζερ φέρεται, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, να είναι το άτομο που τη συνέστησε για αυτή τη νευραλγική θέση. Και αυτό την ώρα που εκείνη κατάφερνε να αποδείξει και πολιτική ευστοχία, όπως λένε πολιτικές πηγές στην Ουάσινγκτον: είχε επιλέξει το Βατικανό ως τόπο για ένα διεθνές συνέδριο περί το AIDS, με τη συμμετοχή φαρμακευτικών εταιρειών και εταιρειών διαγνωστικών μέσων. Γνωρίζοντας ότι σε αυτό το «περιβάλλον» οι κεφαλές των παραπάνω εταιρειών δεν θα μπορούσαν να της πουν «όχι» στο βασικό αίτημα που τους έθεσε. Ητοι, στην επιπλέον χρηματοδότηση, από πλευράς τους, της έρευνας για φάρμακα που θα μπορούν να οδηγήσουν σε θεραπεία βρέφη με AIDS.
Η δρ Μπιρξ χρειάστηκε, τόσο στον Στρατό, όσο και στο Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων – CDC, να «υπερκεράσει βουνά από γραφειοκρατικά κωλύματα». Μια εμπειρία που θεωρείται πολύτιμη στη μάχη με τον κορονοϊό. Επίσης, τάραξε τα νερά της γραφειοκρατίας όταν έκοψε μαχαίρι τη χρηματοδότηση σε ανά τον κόσμο κλινικές, που δεν είχαν να επιδείξουν θύματα του AIDS. «Τι να το κάνεις ένα καφέ που δεν πουλάει ποτέ… καφέ;», ήταν η αντίδρασή της για όσους την επέκριναν, σε μια συνέντευξή της το 2015. Οταν ήταν και επικεφαλής στο Στρατιωτικό Ιατρικό Κέντρο Γουόλτερ Ριντ.
Οι υποστηρικτές της επιμένουν ότι η Ντέμπορα Μπιρξ έχει μεγάλη εμπειρία και υπήρξε εξαιρετικά μαχητική στις μεγάλες μάχες για το εμβόλιο κατά του HIV, στη δεκαετία του ’80. Και δεν αρνήθηκε να απευθυνθεί και να συμπλεύσει ακόμη και με μεγάλες εταιρείες, όπως η Starbucks Corp. και η Nike Inc., όταν προσπαθούσε επίμονα να περάσει σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κοινό τα μηνύματα του Κέντρου για την πρόληψη του AIDS.
Ηταν τα χρόνια που η ίδια φαίνεται πως έσωσε τον εαυτό της, όταν αρνήθηκε πεισματικά τη μετάγγιση αίματος (που, τελικά, αποδείχθηκε μολυσμένο από HIV), το 1983, όταν έχασε πολύ αίμα σε τραυματισμό της στο εργαστήριο. «Μην τους αφήσεις να μου μεταγγίσουν αίμα», πρόλαβε να φωνάξει στον σύζυγό της προτού χάσει τις αισθήσεις της.
Και κάτι ακόμη που της καταλογίζουν: μπορεί να στηριχθεί στα δεδομένα που συλλέγονται και μόνον σε αυτά και να τα αξιοποιήσει στο έπακρον, κόντρα σε κάθε πολιτική ή άλλη σκοπιμότητα. Και το έχει αποδείξει.
Λίγα έχει αφήσει να γίνουν γνωστά για την ιδιωτική της ζωή. Μόνον ότι ζει σε ένα σπίτι, που το συγκρίνει με την τηλεοπτική σειρά «Full House» του αμερικανικού τηλεοπτικού δικτύου ABC. Μαζί με τον σύζυγό της, με την κόρη, τον γαμπρό της και τα παιδιά τους και τους δύο γονείς της, 91 και 96 ετών.