Μεγαλώνοντας, το μόνο πράγμα που γνώριζαν ο Σπένσερ και η Μαρλέν Χέις για τη Γαλλία ήταν το… Παρίσι του Τέξας. Και τώρα που προετοιμάζονται να φύγουν από τη ζωή, τούς έμαθε σχεδόν όλο το Παρίσι (της Γαλλίας). Το αμερικανικό ζεύγος -και οι δύο είναι σήμερα 80 ετών- αποφάσισε να κληροδοτήσει την αμύθητη (σε χρήματα και πολιτιστική αξία) περιουσία του στο φημισμένο γαλλικό Μουσείο Ορσέ που βρίσκεται στο 7ο διαμέρισμα του Παρισιού. Συνολικά, περισσότερα από 600 έργα, αξίας 350 εκατ. ευρώ, θα «μετακομίσουν» στο μουσείο μετά τον θάνατο των ιδιοκτητών τους.
Ηδη οι Σπένσερ αποχωρίστηκαν 187 έργα, αξίας 173 εκατ. ευρώ. Ξαφνικά το μουσείο απέκτησε έργα των Οντιλόν Ρεντόν, Εντγκάρ Ντεγκά, Γκιστάβ Καγιεμπότ, Καμίλ Κορό, Αριστίντ Μαγιόλ, Αμεντέο Μοντιλιάνι, Αλμπέρ Μαρκέ, των μεγαλύτερων γάλλων καλλιτεχνών του 19ου και 20ου αιώνα. Τούς ευχαρίστησε αυτοπροσώπως ο γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ σε εκδήλωση που έγινε στα Ηλύσια Πεδία το Σάββατο. Πού να ήξεραν οι κάποτε νεαροί Αμερικανοί ότι θα παραλάμβαναν το παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής, μία από τις υψηλότερες διακρίσεις της Γαλλικής Δημοκρατίας!
«Οταν η Μαρλίν και εγώ ήμασταν νέοι στην μικρή πόλη Γκέινσβιλ του Τέξας ακόμη και μια απλή επίσκεψη στη Γαλλία φάνταζε πέρα κι από τα όνειρά μας. Αλλά το 1971 κάναμε το πρώτο μας ταξίδι στο Παρίσι και από τότε άρχισε μια υπέροχη ιστορία αγάπης με τη χώρα», είπε ο 80χρονος Σπένσερ, έχοντας στο πλευρό του τη συνομήλικη γυναίκα του. «Ούτε στα πιο τρελά μας όνειρα δεν θα περιμέναμε ότι θα ερχόμασταν εδώ για να δωρίσουμε μία συλλογή στους Γάλλους, στο Μουσείο Ορσέ».
Oπως φροντίζει να επισημάνει και το μουσείο στην ιστοσελίδα του, η τεράστια συλλογή προέρχεται «από ταπεινό, τεξανό περιβάλλον». Οι Χέις μεγάλωσαν μακριά από μουσεία, οποιαδήποτε γνώση έχουν γύρω από την ιστορία της Τέχνης είναι αυτοδίδακτη.
Γνωρίστηκαν στο πανεπιστήμιο και όταν μετακόμισαν στο Νάσβιλ του Τενεσί, ο Χέις άρχισε να βγάζει χρήματα πουλώντας βιβλία από πόρτα σε πόρτα. Σταδιακά ίδρυσε εταιρείες ρούχων και εκδοτικούς οίκους. Το 1997, η περιουσία του εκτιμήθηκε (από το Forbes) στα 400 εκατ. δολάρια.
Ηδη μέχρι τότε τούς είχε καταβάλει μία «φρανκομανία». Στο πρώτο ταξίδι που έκαναν στο Παρίσι, το 1971, το ερωτεύτηκαν. Οταν άρχισε να ρέει χρήμα στα περιουσιακά τους, έχτισαν μία βίλα στο Νάσβιλ, αντιγράφοντας το Ξενοδοχείο ντε Νουαρμουτιέρ, ένα παλάτι του 180ου αιώνα που βρίσκεται στην Οδό ντε Γκρενέλ, στο έβδομο διαμέρισμα της γαλλικής πρωτεύουσας. Το γέμισαν με καλούδια, κρυστάλλινα ποτήρια, βιβλία, γλυπτά και, φυσικά, πίνακες, πολλούς πίνακες.
Αρχισαν να συλλέγουν έργα γάλλων καλλιτεχνών μετά μανίας. Τους μαγνήτιζαν τα μετά-ιμπερσιονιστικά έργα των 1890 κυρίως εκείνα των «Nabis», ή «προφητών», όπως των Πιερ Μπονάρ και Εντουάρ Βιγιάρ. Στο διαμέρισμά τους στη Νέα Υόρκη, ο Εντγκαρ Ντεγκά, με το «Πρωινό μετά το μπάνιο» καλωσορίζει τους επισκέπτες στο χολ, ενώ ο «Η ακίνητη ζωή του Αστακού» του Καιγιεμπότ είναι κρεμασμένη στην τραπεζαρία.
Ο Ιθαν Χιους, εγγονός τους ο οποίος σε κάποια άλλη ζωή ίσως κληρονομούσε έστω και ένα μικρό μέρος της αμύθητης περιουσίας, δήλωσε πολύ χαρούμενος. «Νομίζω ότι είναι υπέροχο αυτό που κάνουν».
Είναι τόσο μεγάλος ο όγκος της δωρεάς που οι υπεύθυνοι του μουσείου δήλωσαν ότι θα προβούν σε ανακατατάξεις του χώρου τους για να τη φιλοξενήσουν. Θα μεταφέρουν τη βιβλιοθήκη και τα αρχεία του μουσείου σε άλλο χώρο, ώστε να εγκαταστήσουν τα έργα σε ένα τεράστιο δωμάτιο που πάρει το όνομα του ζεύγους. «Είναι η μεγαλύτερη δωρεά που έχει δεχθεί ένα γαλλικό μουσείο από ξένο δωρητή από το 1945», δήλωσε η Οντρέ Αζουλέ, υπουργός Πολιτισμού.