Επικαιρότητα

Διθύραμβοι: Το μαγικό «1989» της Τέιλορ Σουίφτ επιστρέφει

Η δημοφιλέστερη ποπ τραγουδίστρια στον πλανήτη επισκέπτεται εκ νέου τον δίσκο με τον οποίο έκανε τη μετάβαση από την κάντρι στην ποπ μουσική. Κοινό και κριτικοί παραληρούν, τουλάχιστον στον αγγλοσαξονικό κόσμο
Τέο Ιωάννου

Σε μια εποχή όπου η ποπ μουσική πλέει τα λοίσθια, τόσο καλλιτεχνικά (με τις αμέτρητες διασκευές και τα remix) όσο και εμπορικά (με τις φθίνουσες πωλήσεις), η Τέιλορ Σουίφτ είναι η αδιαμφισβήτητη βασίλισσά της. Οι δίσκοι της ξεπουλούν πριν καν κυκλοφορήσουν, οι συναυλίες της είναι ικανές να αναστήσουν εθνικές οικονομίες ολόκληρων χωρών και τις ελάχιστες φορές που ανοίγει το στόμα της για να σχολιάσει την επικαιρότητα, ο κόσμος κρατά την αναπνοή του.

Χαρακτηριστικό της επιρροής της 33χρονης μουσικού από την Πενσιλβάνια, είναι το ακόλουθο περιστατικό. Τον περασμένο μήνα, με αφορμή τη Εθνική Ημέρα Εγγραφής Εκλογέων, ζήτησε από τους 272 εκατομμύρια ακολούθους της στο Instagram να εγγραφούν στους εκλογικούς καταλόγους των ΗΠΑ για να ψηφίσουν στις εκλογές. Μέσα σε 29 ώρες σχεδόν 40.000 νέοι και νέες –που παραδοσιακά αδιαφορούν για την πολιτική– είχαν εγγραφεί. Η πλατφόρμα Vote.org είχε αύξηση 115% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων ηλικίας 18 ετών μέσα σε ένα χρόνο, μετά την παρέμβασή της.

Παρά το σχετικά νεαρό της ηλικίας της, η Σουίφτ διαθέτει ένα αλάνθαστο αισθητήριο όσον αφορά στις επιλογές των παρεμβάσεών της, τόσο εντός, όσο και εκτός μουσικής – γνωρίζει πότε να εκφέρει άποψη και για ποιο θέμα, ενώ αποφεύγει διχαστικά ζητήματα. Μιλά σπάνια και εστιάζει στον ήχο και στην εμφάνισή της, με αποτέλεσμα οι περιοδείες της να συνιστούν μαζικό κοινωνικό φαινόμενο. Την τελευταία δεκαετία οι συναυλίες της σπάνε το ένα ρεκόρ μετά το άλλο.

Το τελευταίο της πρότζεκτ είναι μια ρεβιζιονιστική εκδοχή του άλμπουμ που την καθιέρωσε εμπορικά, μετατρέποντάς την από ανερχόμενο αστέρι της κάντρι μουσικής σε διεθνή σούπερσταρ της ποπ. Η κυκλοφορία του «1989» το 2014 ήταν το μεγαλύτερο ρίσκο της ως τότε καριέρας της. Αυτό τον μήνα το επανηχογράφησε για δύο λόγους – για να «φρεσκάρει» τον ήχο του, και για να ανακτήσει τα δικαιώματα των τραγουδιών της, που πουλήθηκαν από την τότε δισκογραφική εταιρία της.

Τα νούμερα, όπως μας υπενθυμίζουν οι Times του Λονδίνου, μιλούν από μόνα τους. Το «1989» (που πήρε τον τίτλο του από τη χρονιά της γέννησής της) έχει πουλήσει δέκα εκατομμύρια αντίτυπα σε όλο τον κόσμο, είναι εννέα φορές πλατινένιο στην Αμερική και γέννησε πέντε σινγκλ στο Top–10 των ΗΠΑ, φέρνοντάς το στο ίδιο επίπεδο με το «True Blue» της Μαντόνα (1986) και δύο επιτυχίες πίσω από το «Thriller» του Μάικλ Τζάκσον (1982).

Ο δίσκος κέρδισε τον τίτλο «Αλμπουμ της Χρονιάς» στα βραβεία Γκράμι του 2015 και συμπεριλήφθηκε στην επιδραστική λίστα με τα καλύτερα άλμπουμ όλων των εποχών του περιοδικού Rolling Stone το 2020. Τα τραγούδια του διαθέτουν εθιστικά ρεφρέν, χορευτικά μπιτ και «δολοφονικούς» στίχους, που σχολιάζουν εύστοχα σχεδόν όλα τα κοινωνικά αδιέξοδα της ζωής μιας 20άρας.

Στο «Shake It Off» απαντά στο διαδικτυακό bullying, το «Wildest Dreams» είναι ένας μοιρολατρικός ύμνος για τα επερχόμενα αδιέξοδα μιας αναδυόμενης σχέσης, το «Out of the Woods» μια ωδή στον απερίσκεπτο έρωτα, το «How You Get The Girl» διαθέτει τα συναισθηματικά σκαμπανεβάσματα μιας ρομαντικής κομεντί, το «Blank Space» είναι η απάντησή της στις κοροϊδίες που της εκτόξευαν τότε οι επικριτές της ότι γράφει τραγούδια μόνο για τους πρώην της και, φυσικά, το χιτ «Style», αποτυπώνει τη συγκίνηση μιας αμοιβαίας έλξης, μέσα από χολιγουντιανές φαντασιώσεις.

Εννέα χρόνια μετά την κυκλοφορία του «1989», η Σουίφτ είναι πιο επιτυχημένη από ποτέ, αλλά η μετακίνησή της από την κάντρι ήταν ένα τεράστιο ρίσκο για μια τραγουδίστρια–τραγουδοποιό που ήταν τόσο συνώνυμη με το είδος, και προς τιμήν της οποίας το Country Music Hall of Fame στο Νάσβιλ ονόμασε την πτέρυγα διδασκαλίας του. Το ρίσκο ανταμείφθηκε και η Τέιλορ μετατράπηκε σε ντίβα της ποπ, σχεδόν εν μία νυκτί.

Το «1989» ήταν εμφανώς επηρεασμένο από την ηλεκτρονική ποπ της δεκαετίας του 1980 που, παρότι αντιμετωπίστηκε με σνομπ διάθεση στις επόμενες δύο δεκαετίες, βρήκε τη δίκαιη αναγνώρισή του στη δεκαετία του 2010, επηρεάζοντας τον ήχο δεκάδων καλλιτεχνών – με κορυφαία την περίπτωση του συγκροτήματος Killers. Η Σουίφτ επικαλείται την Ανι Λένοξ και τον Πίτερ Γκάμπριελ ως σημαντικές επιρροές – την πρώτη για την ικανότητά της να μεταδίδει έντονα συναισθήματα, τον δεύτερο για τη δημιουργία «μιας ατμόσφαιρας πίσω από αυτό που τραγουδούσε, αντί ενός απλού τραγουδιού».

Η νέα, διασκευασμένη εκδοχή του άλμπουμ, που κυκλοφορεί στις 27 Οκτωβρίου, διαθέτει ακόμα πιο έντονες ηχητικές αναφορές στην electro pop μουσική της δεκαετίας του ’80. Στο «I Wish You Would», ο παραγωγός της, Τζακ Αντόνοφ, δοκίμασε ένα ταμπούρο από την επιτυχία «She Drives Me Crazy» των βρετανών Fine Young Cannibals, που κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά με τον τίτλο του άλμπουμ της Σουίφτ.

Η Μπιγιονσέ ποζάρει στο πλευρό της Τέιλορ Σουίφτ, στη διάρκεια της παγκόσμιας πρεμιέρας του μουσικού ντοκιμαντέρ «Taylor Swift: The Eras Tour», στο Λος Αντζελες (John Shearer/Getty Images/TAS)

Σε άλλα τραγούδια, ο διάσημος παραγωγός της χρησιμοποίησε το Roland Juno-6, ένα vintage συνθεσάιζερ που χρησιμοποιούσαν μανιωδώς στις ηχογραφήσεις τους οι Erasure και οι Duran Duran – το οποίο προκαλεί, όπως είπε κάποτε ο Αντόνοφ, «ταυτόχρονα θλίψη και δόξα». Γεγονός που ίσως συνοψίζει τον ήχο του «1989» – μια αίσθηση γλυκόπικρης νοσταλγίας, η οποία το κάνει ελκυστικό και σε μεγαλύτερες γενιές ακροατών, που συνήθως γυρίζουν την πλάτη τους στη σύγχρονη ποπ.

Οι βρετανοί Def Leppard και ο ηθοποιός και μουσικός Τζάρεντ Λέτο είναι ανάμεσα στους θαυμαστές της Σουίφτ, ενώ ο τραγουδιστής και τραγουδοποιός Ράιαν Ανταμς της απέδωσε τον απόλυτο φόρο τιμής, διασκευάζοντας πλήρως το άλμπουμ. Αλλά οι φαν της από τη γενιά των καλλιτεχνών της δεκαετίας του ’80 έχουν ένα ακόμη πιο λαμπρό εκπρόσωπο.

Ο συνθέτης και τραγουδιστής των Waterboys, Μάικ Σκοτ, ένας από τους σημαντικότερους συνθέτες και τραγουδιστές των τελευταίων 40 ετών, γνώρισε τη δουλειά της μέσω του… εθισμού της επτάχρονης κόρης του με τα τραγούδια της. Από τότε αναφέρεται με κολακευτικότατα λόγια για το ταλέντο της, αναλύοντας τη συνθετική της ευφυΐα στο λογαριασμό του στο X/Twitter και κατακρίνοντας ειρωνικά κάθε αρνητή της.

Οι δημοσιογράφοι του ταμπλόιντ Τύπου επιδεικνύουν μια εμμονή με τους πρώην της τραγουδίστριας, ξεκοκαλίζοντας τους στίχους των τραγουδιών της για πιθανές αναφορές στον ηθοποιό Τζέικ Γκίλενχαλ, ή στους συναδέλφους της, Τζο Τζόνας (των Jonas Brothers) και Χάρι Στάιλς – όλοι τους πρώην ρομαντικές σχέσεις της τραγουδίστριας. Η Σουίφτ τους αφήνει να αναρωτιόνται. Στις συνεντεύξεις της, όταν δέχεται ερωτήσεις για τα περιστατικά που κρύβονται πίσω από τους στίχους της, απαντά ευγενικά και αόριστα – όπως ταιριάζει σε μια προσιτή ντίβα.

(Shutterstock/Brian Friedman)

Η επανακυκλοφορία / remix του «1989» δεν είναι το μοναδικό πολιτιστικό φαινόμενο που υπογράφει η Τέιλορ Σουίφτ μέσα στα τέλη του 2023. Το ντοκιμαντέρ «Taylor Swift: The Eras Tour» κάνει πρεμιέρα στις κινηματογραφικές αίθουσες Αγγλίας και Αμερικής αυτό το Σαββατοκύριακο. Η ταινία, που κινηματογραφεί την τελευταία της περιοδεία –και στην πρεμιέρα της οποίας στο Λος Αντζελες παραβρέθηκε η αφρόκρεμα της μουσικής βιομηχανίας, με πρώτη την Μπιγιονσέ– έχει προπωλήσεις εισιτηρίων αξίας άνω των 100 εκατομμυρίων δολαρίων.

Πριν ακόμα πλησιάσει τα 40 της, η Τέιλορ Σουίφτ έχει κατακτήσει την κορυφή των τσαρτ, την χωρίς ανταγωνισμό υστεροφημία των μουσικόφιλων και την εκτίμηση των κριτικών κάθε ηλικίας, επιδεικνύοντας εντυπωσιακή ωριμότητα, μετριοπάθεια στις δημόσιες δηλώσεις της, και χωρίς να σπαταλά την ομορφιά της και το πνεύμα της. Πώς να μη γίνει πρότυπο για την οικονομικά στερημένη και ιδεολογικά συγχυσμένη γενιά των millennials;