Συνήθως αρχικά αποστέλλονται σωστικά συνεργεία και σπανίως μια γενναιόδωρη προσφορά αλληλεγγύης απορρίπτεται, όταν υπάρχει τεράστια ανάγκη, γράφει ο Φραντσέσκο Μπατιστίνι της Corriere della Sera, αναφερόμενος στους δύο ισχυρότατους, άνω των 7 Ρίχτερ, σεισμούς που σημειώθηκαν στην Τουρκία (και έπληξαν και τη Συρία) μέσα σε διάστημα μόλις δώδεκα ωρών.
Σε αντίθεση με τους Κινέζους οι οποίοι μετά το άκρως καταστροφικό και φονικότατο (με περισσότερους από 85.000 νεκρούς) πέρασμα του Εγκέλαδου από την επαρχία Σιτσουάν τον Μάιο του 2018, είχαν αρνηθεί την αμερικανική συνδρομή, αποδεχόμενοι βοήθεια μόνο από τη Ρωσία και την Ιαπωνία, η Τουρκία έσπευσε να απευθύνει έκκληση για διεθνή βοήθεια, στην οποία ανταποκρίθηκαν αμέσως πολλές χώρες, περιλαμβανομένης, φυσικά και της Ελλάδας.
Λίγες ώρες αφότου ο Κυριάκος Μητσοτάκης επισήμανε το πρωί της Δευτέρας ότι «θα πρέπει να θέσουμε όλες τις δυνάμεις μας στη διάθεση της Τουρκίας», επίλεκτη μονάδα της ΕΜΑΚ αναχώρησε με C-130 από το αεροδρόμιο της Ελευσίνας για την Τουρκία.
«Μετά το πρώτο, ναι, καταγράφεται ένα κρεσέντο βοήθειας: αποστέλλονται ράντσα και σκηνές, γεννήτριες και κοντέινερ, γιατροί και κινητές ιατρικές μονάδες», αναφέρει ο ιταλός δημοσιογράφος, γράφοντας για την αποκαλούμενη «διπλωματία των σεισμών». Στην ανάλυσή του αναφέρει ότι διεξάγεται κυρίως ύστερα από καταστροφικούς σεισμούς, όπως υποδηλώνει άλλωστε το όνομά της, αλλά διενεργήθηκε και στο πλαίσιο της πανδημίας Covid-19 και μετά το καταστροφικό και άκρως φονικό τσουνάμι στον Ινδικό Ωκεανό το 2004.
Γενικότερα η εν λόγω διπλωματία ασκείται στο πλαίσιο «οποιασδήποτε τραγωδίας γονατίζει μια χώρα», είτε πρόκειται για ένα πυρηνικό ατύχημα είτε για μια πανδημία ή έναν λιμό. Αναμενόμενα, οπότε, με το που ξημέρωσε τη Δευτέρα, για την Τουρκία και τη Συρία αναχώρησαν αμέσως σωστικά συνεργεία από διάφορες χώρες, ενώ κυβερνήσεις άρχισαν να κινητοποιούνται σε όλον τον κόσμο, «ή, ορθότερα, σχεδόν σε όλον τον κόσμο», γράφει ο Μπατιστίνι.
«Γιατί υπάρχουν λογιών λογιών τραγωδίες, όπως υπάρχει και λογής λογής αλληλεγγύη», προσθέτει, εξηγώντας ότι η βοήθεια που προσφέρεται στο πλαίσιο των όποιων εθνικών τραγωδιών αλλά και η βοήθεια που γίνεται αποδεκτή αποκαλύπτουν, ακόμη και όταν οι συνθήκες είναι πραγματικά δραματικές, τις διάφορες και διαφορετικές στρατηγικές των κρατών.
Αναφέροντας πως ο τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δέχτηκε προτάσεις παροχής βοηθείας και από 45 κράτη που δεν ανήκουν ούτε στο ΝΑΤΟ ούτε στην Ευρωπαϊκή Ενωση, ο ιταλός δημοσιογράφος σημειώνει ότι η Αγκυρα, απαντώντας εμμέσως σε κάποιες πιεστικές προτάσεις παροχής βοηθείας, έκανε λόγο για «σύνεση και συντονισμό, ούτως ώστε να αποφευχθεί η σύγχυση».
Ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, για παράδειγμα, εξέφρασε την αλληλεγγύη του στον τουρκικό και στο συριακό λαό, υποσχέθηκε να συνδράμει τη σύμμαχο στο ΝΑΤΟ Τουρκία αλλά δεν έκανε καμιά αναφορά στο ενδεχόμενο συνεργασίας με το καθεστώς του Μπασάρ αλ Ασαντ στη Συρία. Αξιοσημείωτη υπήρξε και η αντίδραση του σουηδού πρωθυπουργού: ο τούρκος πρόεδρος εναντιώνεται στην ένταξη της «ισλαμοφοβικής» Σουηδίας στη Βορειοατλαντική Συμμαχία, ειδικά μετά το κάψιμο του Κορανίου στη Στοκχόλμη, αλλά ο Ουλφ Κρίστερσον, ως ηγέτης μιας χώρας που είναι εταίρος της Τουρκίας και ασκεί την προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ (από την 1η Ιανουαρίου έως την 30ή Ιουνίου του 2023) δήλωσε ότι είναι έτοιμος να συνδράμει την Αγκυρα με κάθε μέσο.
Οσον αφορά την εξίσου τραγική κατάσταση στη Συρία, φαίνεται πως το τμήμα της χώρας που επλήγη περισσότερο από τις πανίσχυρες σεισμικές δονήσεις ελέγχεται από τους αντάρτες («Ηταν χειρότερες από έναν βομβαρδισμό του Ασαντ», σχολίασε κάποιος χαρακτηριστικά) και αυτό αποτελεί πρόβλημα για περισσότερες από μία χώρες, όσον αφορά το πώς να κινηθούν στο πλαίσιο μιας τεράστιας καταστροφής που αφορά εξαιρετικά ευαίσθητες πολιτικά περιοχές.
«Συγκλονισμένος» δήλωσε ο καγκελάριος Ολαφ Σολτς, δηλαδή ο ηγέτης της χώρας που όχι μόνο φιλοξενεί τη μεγαλύτερη κοινότητα τούρκων μεταναστών στον κόσμο, αλλά και που έχει υποδεχτεί τους περισσότερους πρόσφυγες από τη Συρία. Οι Γερμανοί, όπως επίσης οι Κινέζοι, οι Ιρανοί και οι Βρετανοί, δηλώνουν έτοιμοι να συνδράμουν εξίσου Τούρκους και Σύρους.
Αντιθέτως, ο ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου έκανε λόγο για κατάσταση έκτακτης ανάγκης μόνον στην Τουρκία, αποφεύγοντας κάθε αναφορά στην εχθρική Συρία (αν και ανεπίσημα φέρεται πως το Ισραήλ προσφέρθηκε να αποστείλει βοήθεια και στη Συρία), ενώ παρομοίως αντέδρασε και ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ, απευθύνοντας έκκληση στα κράτη-μέλη να συνδράμουν τη σύμμαχο Τουρκία.
Την αλληλεγγύη του μόνον προς την Τουρκία εξέφρασε και ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι, γεγονός το οποίο δεν προκαλεί καμιά εντύπωση, λαμβάνοντας υπόψη ότι η Αγκυρα εξοπλίζει το Κίεβο με όπλα και μη επανδρωμένα αεροσκάφη ενώ η Συρία του Μπασάρ Αλ Ασαντ ήταν ένα από τα ελάχιστα κράτη στον κόσμο που, μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, αναγνώρισαν την προσάρτηση του Ντονμπάς στη Ρωσία.
Να συνδράμει την Τουρκία, όπως και τη Συρία, προσφέρθηκε και η Ρωσία, παρά την «παγιωμένη σχέση αγάπης – μίσους» μεταξύ Αγκυρας και Μόσχας που οφείλεται στα αντίθετα συμφέροντα των δύο χωρών στη Συρία και στη Λιβύη αλλά και στον ρόλο που διαδραματίζει ο Ερντογάν στο πλαίσιο του πολέμου που μαίνεται στην Ουκρανία. Ομως ο ρώσος πρόεδρος επικοινώνησε τηλεφωνικά πρώτα με τον σύρο δικτάτορα και μετά με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν (σημειώνεται ότι στη Συρία, στη Λαττάκεια συγκεκριμένα, βρίσκεται η μεγαλύτερη ναυτική βάση της Ρωσίας στη Μεσόγειο Θάλασσα).
Επιστρέφοντας στο παρελθόν, ο Φραντσέσκο Μπατιστίνι σημειώνει πως οι σεισμοί δεν δημιουργούν μόνο ρήγματα και, παρότι συνήθως προκαλούν μεγάλες καταστροφές, «ενίοτε καταφέρνουν να χτίσουν νέες γέφυρες στις διεθνείς σχέσεις», γράφει, αναφερόμενος στον καταστροφικό και φονικότατο (σκοτώθηκαν περισσότεροι από 17.000 άνθρωποι) σεισμό μεγέθους 7,6 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ που σημειώθηκε στο Ιζμίτ της Τουρκίας τον Αύγουστο του 1999 και στον σεισμό μεγέθους 5,9 βαθμών που σημειώθηκε στην Αθήνα τον επόμενο μήνα.
Τότε η «διπλωματία των σεισμών» είχε ωθήσει τις δύο χώρες να συνδράμουν σημαντικά η μία την άλλη, γεγονός που είχε συμβάλει σε μια αισθητή βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Κάτι παρόμοιο συνέβη και το 2003, όταν την Αλγερία, ύστερα από σεισμό μεγέθους 6,8 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, είχε συνδράμει, μεταξύ άλλων, και το εχθρικό τρόπον τινά (λόγω του ζητήματος της Δυτικής Σαχάρας) Μαρόκο. Και έπειτα από μία διετία και το Πακιστάν, το οποίο θρηνώντας περισσότερους από 80.00 νεκρούς, είχε αποδεχτεί τη συνδρομή της εχθρικής Ινδίας.