H συζήτηση για το αν και κατά πόσο έχει βοηθήσει η γερμανική κυβέρνηση την Ουκρανία στις αποστολές στρατιωτικού υλικού συνεχίζεται —μια συζήτηση που ξεκινά από την προφανή διστακτικότητα του καγκελαρίου Ολαφ Σολτς να εξοπλίσει το Κίεβο με βαρέα όπλα, όμως έχει ως απώτερο φόντο τους πολυπλόκαμους δεσμούς, πολιτικούς και οικονομικούς, που ανέπτυξε τις τελευταίες δεκαετίες το Βερολίνο με τη Μόσχα, δεσμούς που έχουν κάνει πολλούς να μιλούν για «δεύτερες σκέψεις» της Γερμανίας όσον αφορά στην απομόνωση των Ρώσων.
Καθώς μάλιστα η αντιπολίτευση, το CDU, εγκαλεί την κυβέρνηση συνασπισμού Σοσιαλδημοκρατών, Πρασίνων και FDP, για απροθυμία να βοηθήσει πραγματικά τον ουκρανικό λαό, η εφημερία Die Welt αποκάλυψε ότι η Γερμανία δεν έχει παραδώσει σημαντικά όπλα στο Κίεβο τις τελευταίες τρεις εβδομάδες!
Η εφημερίδα επικαλέστηκε εσωτερικό κυβερνητικό έγγραφο, σύμφωνα με το οποίο, μεταξύ της 30ής Μαρτίου και της 21ης Απριλίου, το Κίεβο δεν έχει λάβει επιπλέον αντιαεροπορικούς και αντιαρματικούς πυραύλους από τη Γερμανία, παρά μόνο 1.000 ανταλλακτικά για πολυβόλα, 250.000 πυροκροτητές, 100.000 καλώδια για εκρηκτικά, 18 ασυρμάτους, 100.000 χειροβομβίδες, 5.300 εκρηκτικά και 1.000 νάρκες. Η τελευταία παράδοση αντιαρματικού και αντιαεροπορικού εξοπλισμού έγινε στις 25 Μαρτίου, με 2.000 ρουκέτες για τους πυραύλους Panzerfaust 3 και 1500 αντιαεροπορικούς πυραύλους Strela.
Το ομοσπονδιακό υπουργείο Αμυνας αρνήθηκε να σχολιάσει τα στοιχεία, επικαλούμενο τη διαβάθμιση των σχετικών πληροφοριών.
Αλλά σε κάθε περίπτωση το πολιτικό πρόβλημα υπάρχει. Υπήρχε και την περίοδο που η Γερμανία υποσχόταν να προσφέρει στους Ουκρανούς… 5.000 κράνη για να αμυνθούν απέναντι στους Ρώσους, υπάρχει και τώρα καθώς ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι ζητά τεθωρακισμένα και πυροβολικό, αλλά η γερμανική κυβέρνηση δηλώνει ότι τα χρειάζεται και δεν μπορεί να τα δώσει.
Το ζήτημα της παράδοσης γερμανικών όπλων στην Ουκρανία και η επίμονη άρνηση του καγκελάριου Όλαφ Σολτς να συναινέσει για την αποστολή βαρέων όπλων, παρά τις υπέρ του αντιθέτου απόψεις των κυβερνητικών του εταίρων (Πράσινοι, FDP), θα αποτελέσει προσεχώς αντικείμενο συζήτησης στην Επιτροπή Άμυνας του Ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου, η οποία έχει προσκαλέσει για αυτόν τον σκοπό τον σοσιαλδημοκράτη ηγέτη.
«Θα χαιρόμουν εάν το πρόγραμμά σας επέτρεπε αυτήν τη συμμετοχή. Το δράμα του πολέμου στην Ουκρανία αυξάνεται μέρα με τη μέρα», γράφει στην επιστολή της προς την καγκελαρία η πρόεδρος της Επιτροπής Μαρί-Αγκνες Στρακ-Τσίμερμαν και επισημαίνει ότι «το ερώτημα, ποια συνεισφορά μπορεί πραγματικά να έχει η Γερμανία και οι ένοπλες δυνάμεις της, αποτελεί υπαρξιακό ζήτημα για τον λαό της Ουκρανίας».
Η υπουργός Αμυνας Κριστίνε Λάμπρεχτ δήλωσε τη Μ. Πέμπτη ότι το Βερολίνο κατέληξε σε συμφωνία με τους ανατολικοευρωπαίους εταίρους του να προμηθεύσουν την Ουκρανία με βαρύ οπλισμό «εντός των προσεχών ημερών», με τη δέσμευση της αναπλήρωσής τους από τη Γερμανία. «Πρόκειται για τανκς, τεθωρακισμένα ή άλλα είδη που κάθε χώρα μπορεί να δώσει. Κατόπιν η Γερμανία θα αναπληρώσει τα αποθέματα», δήλωσε η Κριστίνε Λάμπρεχτ και τόνισε ότι οι παραδόσεις θα πρέπει να γίνουν το συντομότερο δυνατό, καθώς «σύμφωνα με τους ειδικούς, οι επόμενες δύο εβδομάδες θα είναι αποφασιστικής σημασίας για τον αγώνα της Ουκρανίας κατά της Ρωσίας».
Η Κριστίνε Λάμπρεχτ παραδέχθηκε ακόμη ότι οι γερμανικές ένοπλες δυνάμεις είναι στο όριό τους και δεν είναι σε θέση να παραδώσουν βαρέα όπλα στην Ουκρανία, «εάν θέλουμε να συνεχίσουμε να εγγυόμαστε την εθνική και τη συμμαχική άμυνα». Ανέφερε ωστόσο ότι η Γερμανία θα αναλάβει την εκπαίδευση ουκρανών στρατιωτών στη χρήση των γερμανικής κατασκευής συστημάτων πυροβολικού Panzerhaubitze 2000, τα οποία, σύμφωνα με πληροφορίες, θα στείλει στην Ουκρανία η Ολλανδία. «Η Γερμανία δεν μπορεί να στείλει η ίδια Panzerhaubitze 2000, διότι δεν έχουμε αποθέματα. Αλλά όπου μπορούμε να προσφέρουμε την εκπαίδευση στον χειρισμό τους, θα το κάνουμε (…) Στο μέλλον θα πρέπει να είμαστε καλύτερα εξοπλισμένοι ώστε να μη βρεθούμε ξανά στη σημερινή θέση», δήλωσε η υπουργός Άμυνας.