Πολλά έχουν γραφεί για τις ιδεολογικές αντιθέσεις στο εσωτερικό των ΗΠΑ που παροξύνθηκαν κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου εξαιτίας και των «περιστατικών» τύπου δολοφονίας Τζορτζ Φλόιντ. Η «μονομαχία» Τραμπ – Μπάιντεν έγινε στις κάλπες ωστόσο, και όχι «κάτω από τον κόκκινο ήλιο» ή «στο Ελ Πάσο», κ.λπ.
Ούτε οι αριστεριστές που δρουν στο πλαίσιο του κινήματος των μαύρων Black Lives Matter ή οι «μπαχαλάκηδες» αναρχικοί της ANTIFA έπραξαν βιαιότητες ούτε οι ακροδεξιοί της απέναντι πλευράς. Κατά παράδοξο τρόπο, όλα βαίνουν ομαλώς (στους δρόμους, τουλάχιστον) μετά τις προεδρικές εκλογές. Εννοείται ότι μιλούμε για βία που εκπηγάζει από πολιτικές διάφορές ή προφασίζεται τέτοιες.
Ετσι οι ανησυχίες των πολιτών, κυρίως από το δημοκρατικό φάσμα, δεν επαληθεύτηκαν. Ευχάριστα αυτά τα νέα, ιδίως αν σκεφτεί κανείς ότι οι ΗΠΑ είναι η χώρα στην οποία οπλοφορούν οι πολίτες κατά βούλησιν. Και η βούλησή τους είναι υπέρ της οπλοκατοχής, όπως δείχνουν τα στοιχεία.
Σε πληθυσμό 329 εκατομμυρίων ατόμων, κυκλοφορούν νομίμως 393 εκατομμύρια όπλα για ατομική χρήση! Από εκείνους, δε, τους Αμερικανούς που οπλοφορούν, περισσότεροι από τους μισούς (περί τα 2/3 αυτών) κατέχουν τουλάχιστον δύο όπλα, ενώ οι υπόλοιποι δεν έχουν ένα αλλά… πέντε ή και περισσότερα!
Σε ποσοστό 72% κατέχουν πιστόλι, αλλά και όσοι έχουν τουλάχιστον ένα τουφέκι αποτελούν το 63% των κατεχόντων όπλο. Το κυνηγετικό όπλο (καραμπίνα) είναι αγαπητό σε ένα ποσοστό περί το 54%, και μάλλον αφορά τις επαρχίες.
Το πρόβλημα των δεξιών πολιτοφυλακών που δραστηριοποιούνται στην αμερικανική ενδοχώρα δεν είναι αμελητέο: υπάρχουν περί τις 600 τέτοιες οργανώσεις (!), αριθμός μειωμένος εν συγκρίσει με την περίοδο Ομπάμα, διότι τότε ως πρόεδρος είχε ταχθεί κατά της ιδιωτικής οπλοκατοχής. Κατά την περίοδο Τραμπ, όμως, οι πολιτοφυλακές έγιναν πιο τολμηρές, πιο επιδεικτικές.
Ισως η παρατεταμένη αντίστασή όσον αφορά την αποδοχή του εκλογικού αποτελέσματος να άμβλυνε τις οξύτητες και να καταπράυνε τον θυμό και το αίσθημα απογοήτευσης που είναι λογικό να ένιωσαν οι οπαδοί του. Είχαν όλον τον χρόνο στη διάθεσή τους για να επεξεργαστούν την ήττα του προέδρου τους, και μάλλον το έκαναν συνετά. Οι ψήφοι του Μπάιντεν ήταν πάρα πολλοί (80 εκατομμύρια) για να μη γίνουν πειστικοί.
Υπάρχουν στον ορίζοντα συγκεκριμένες ημερομηνίες όμως, και η Αμερική πρέπει να συνεχίσει να είναι ήρεμη. Η ψηφοφορία του Κολεγίου των Εκλεκτόρων (στις 14 Δεκεμβρίου), η ανακήρυξη του νέου προέδρου από το Κογκρέσο (στις 6 Ιανουαρίου), η ανάληψη των καθηκόντων από τον Μπάιντεν (στις 20 Ιανουαρίου). Τα πάντα μπορεί να συμβούν μέχρι τότε, και χρειάζεται αυτοσυγκράτηση και προσοχή.