| Shutterstock / Creative Protagon
Επικαιρότητα

Ψυχραιμία, δεν έρχεται παγκόσμια ύφεση, λέει ο Economist

«Οταν η Αμερική φταρνίζεται, κρυολογούν όλοι παντού», σχολίασε το έγκριτο βρετανικό έντυπο, με φόντο τους φόβους για επιβράδυνση της αμερικανικής οικονομίας και το πρόσφατο επακόλουθο μίνι-κραχ στα διεθνή χρηματιστήρια. «Μια ματιά στα τελευταία στοιχεία», ωστόσο, «δείχνει ότι η παγκόσμια οικονομία δεν κινδυνεύει και ότι ο πανικός της αγοράς μπορεί να είναι λανθασμένος»
Protagon Team

Μια απαισιόδοξη έκθεση για την αγορά εργασίας στην Αμερική προκάλεσε στις αρχές της εβδομάδας, παγκόσμια ανησυχία για το ενδεχόμενο η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου να διολισθήσει στην ύφεση. Τα χρηματιστήρια των ΗΠΑ κατέρρευσαν ενώ σχεδόν αμέσως ο φόβος εξαπλώθηκε σε όλον τον κόσμο, με τον δείκτη TOPIX της Ιαπωνίας να σημειώνει πτώση της τάξεως του 15% και τον κύριο δείκτη της Γερμανίας να υποχωρεί κατά 7%.

«Οταν η Αμερική φταρνίζεται, κρυολογούν όλοι παντού», αναφέρει σχετικά ο Economist. Σύμφωνα, όμως, με το έγκριτο βρετανικό έντυπο «μια ματιά στα τελευταία στοιχεία δείχνει ότι η παγκόσμια οικονομία δεν κινδυνεύει και ότι ο πανικός της αγοράς μπορεί να είναι λανθασμένος».

Οσον αφορά την κατάσταση στην αμερικανική αγορά εργασίας, είναι αλήθεια πως το ποσοστό ανεργίας στην Αμερική αυξήθηκε από 3,4% (ιστορικό χαμηλό εδώ και δεκαετίες) τον Απρίλιο του 2023 σε 4,3% τον περασμένο Ιούλιο. Και, πράγματι, η ιστορία καταδεικνύει ότι μια αύξηση αυτού του μεγέθους τείνει να συνοδεύεται από μια πτώση της οικονομικής δραστηριότητας, η οποία, με τη σειρά της, συμβάλλει σε περαιτέρω αύξηση της ανεργίας και των χρεοκοπιών ενώ παράλληλα εντείνεται και η μείωση των εισοδημάτων.

Ομως, λαμβάνοντας υπόψη δεδομένα από άλλες αγορές εργασίας σε εύπορα κράτη ανά την υφήλιο, ο Economist υποστηρίζει πως «αυτός ο κύκλος θα μπορούσε να είναι διαφορετικός». Καταρχάς σημειώνει πως τους τελευταίους μήνες η ανεργία δεν αυξάνεται (αργά) μόνο στις ΗΠΑ αλλά σχεδόν παντού στον κόσμο. Στη Γερμανία, για παράδειγμα, αυξήθηκε από το πρόσφατο χαμηλό του 2,9% στο 3,4%, στη Βρετανία ανήλθε στο 4,4% από το 3,6% ενώ στην Αυστραλία στο 4,1% από το 3,5%.

«Ενα μέρος αυτής της αύξησης έχει μια κοινή αιτία: τη χαλάρωση της εξαιρετικά σφιχτής αγοράς εργασίας μετά από το τέλος της πανδημίας. Πριν από λίγο καιρό, οι εργοδότες, οι οποίοι πάλευαν με τις ελλείψεις εργατικού δυναμικού και την υπερβολικά υψηλή ζήτηση, θα προσλάμβαναν σχεδόν οποιονδήποτε μπορούσαν. Τώρα, με τα πάντα πιο τακτοποιημένα, μπορούν να είναι απαιτητικοί», όπως εξηγούν οι συντάκτες του άρθρου.

«Επιπλέον, η ανεργία αυξάνεται εν μέρει λόγω αλλαγών στο εργατικό δυναμικό του πλούσιου κόσμου. Το ποσοστό συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό (μεταξύ των χωρών) του ΟΟΣΑ έφτασε πρόσφατα σε υψηλό όλων των εποχών: όσοι ήταν κάποτε στο περιθώριο της οικονομίας, τώρα αναζητούν ενεργά δουλειά –κάτι που, βραχυπρόθεσμα τουλάχιστον, μπορεί να αυξήσει το ποσοστό ανεργίας. Αυτοί οι άνθρωποι έχουν λόγους να πιστεύουν ότι θα βρουν σύντομα μια δουλειά. Η αύξηση των θέσεων εργασίας παραμένει αρκετά ισχυρή. Το τελευταίο τρίμηνο η απασχόληση αυξήθηκε κατά 0,8% στην Αυστραλία και κατά 0,6% στον Καναδά. Και εάν μειώθηκε στην Ιαπωνία κατά 0,03%, αυτή είναι η εξαίρεση στον πλούσιο κόσμο», προσθέτουν.

Οσο για την οικονομική ανάπτυξη, «εξετάζοντας μια σειρά δεδομένων, κρίνουμε ότι δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία που να καταδεικνύουν μια επιβράδυνση», αναφέρουν, παραθέτοντας μια σειρά από ενδεικτικά στοιχεία: κατά τη διάρκεια μιας τυπικής περιόδου ύφεσης τα κέρδη των εταιρειών μειώνονται δραστικά, αλλά προς το παρόν οι εταιρείες σε όλο τον πλούσιο κόσμο τα πηγαίνουν πολύ καλά. Ερευνα της Deutsche Bank έδειξε ότι κατά το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους η παγκόσμια αύξηση των εταιρικών κερδών έφτασε στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων επτά τριμήνων, ενώ η ισχυρή απόδοση φαίνεται πως συνεχίστηκε και κατά δεύτερο τρίμηνο. Εκτιμάται επίσης πως τα κέρδη των αμερικανικών εταιρειών έχουν αυξηθεί περισσότερο από 10% σε ετήσια βάση. Στη Νότια Κορέα τα κέρδη του δεύτερου τριμήνου ήταν καλύτερα από τα αναμενόμενα και ένας σημαντικός αριθμός ευρωπαϊκών εταιρειών ξεπερνά τις προσδοκίες των αναλυτών όσον αφορά τα κέρδη τους.

Σχετικά με την παγκόσμια οικονομία, αισιοδοξία προσφέρει και ένας «δείκτης τρέχουσας (οικονομικής) δραστηριότητας» της Goldman Sachs, πουκαταγράφει χρήσιμες ενδείξεις όσον αφορά την πορεία του ΑΕΠ ανά τον πλούσιο κόσμο: στην παρούσα φάση φαίνεται πως η κατάσταση είναι ελαφρώς καλύτερη σε σχέση με το πώς ήταν κατά τη μεγαλύτερη διάρκεια του προηγούμενου έτους, και, παρότι ορισμένες οικονομίες, περιλαμβανομένων της Γαλλίας και της Αυστρίας, παλεύουν με την ισχνή ανάπτυξη, τα πηγαίνουν πολύ καλύτερα συγκριτικά με πριν από λίγους μήνες.

Σαφώς βελτιωμένα είναι τα στοιχεία και όσον αφορά τον πληθωρισμό. Αφού κορυφώθηκε στο 10% στο σύνολο των κρατών-μελών του ΟΟΣΑ στα τέλη του 2022, άρχισε να μειώνεται σταθερά. Τον Ιούνιο οι μέσες τιμές σε ολόκληρο το μπλοκ ήταν αυξημένες κατά 2,6% σε ετήσια βάση –κοντά στον στόχο των κεντρικών τραπεζών για 2%. Περίπου το ένα τέταρτο των χωρών του ΟΟΣΑ έχει πλέον μειώσει τον πληθωρισμό σε αυτό το επίπεδο ή χαμηλότερα, ο ετήσιος πληθωρισμός στην Ιταλία είναι μικρότερος από 1% ενώ η αύξηση των τιμών καταναλωτή στη Γαλλία και τη Γερμανία είναι σχεδόν η προβλεπόμενη.

«Είναι ειρωνικό το γεγονός ότι οι ανησυχίες για ύφεση εξαπλώθηκαν ακριβώς τη στιγμή που ο πλούσιος κόσμος φαίνεται έτοιμος να κάνει μια “ήπια προσγείωση”, κατά την οποία οι κεντρικές τράπεζες μειώνουν τον πληθωρισμό στον στόχο χωρίς να προκαλέσουν μεγάλη οικονομική ζημιά», επισημαίνεται στο βρετανικό δημοσίευμα.

Ωστόσο «οι ανησυχίες για την οικονομία μπορούν, με τον καιρό, να καταστούν αυτοεκπληρούμενες προφητείες. Καθώς τα χρηματιστήρια κλονίζονται, τα νοικοκυριά μπορεί να αρχίσουν να ανησυχούν για το μέλλον ή να αισθάνονται φτωχότερα, εξέλιξη που θα μπορούσε να τα οδηγήσει σε μείωση των δαπανών. Ενδέχεται επίσης ανήσυχες εταιρείες να ακυρώσουν τα επενδυτικά τους σχέδια. Ο πληθωρισμός δεν έχει ακόμη ηττηθεί, αν και έχει μειωθεί, και με τις τιμές των εμπορευμάτων να παραμένουν ασταθείς, θα μπορούσε να αυξηθεί εκ νέου. Τα υψηλά επιτόκια συνεχίζουν να “δαγκώνουν”», προειδοποιούν οι Βρετανοί, επαναλαμβάνοντας, όμως, ότι «προς το παρόν, η υγεία της παγκόσμιας οικονομίας παραμένει σε καλή κατάσταση».