Σοκ προκαλούν στη Γερμανία τα τελευταία γκάλοπ, όπως τουλάχιστον έγραψε η Corriere della Sera. Και αυτό διότι δεύτερο κόμμα στην προτίμηση των πολιτών αναδεικνύεται εσχάτως το ακροδεξιό AfD («Εναλλακτική για τη Γερμανία»). Το AfD έπιασε τους Σοσιαλδημοκράτες στη δεύτερη θέση, συγκεντρώνοντας ποσοστό προτίμησης 19%. Το γκάλοπ δημοσιεύτηκε την περασμένη Κυριακή στην ευρείας κυκλοφορίας συντηρητική εφημερίδα Bild, και οι αναλυτές του υποστηρίζουν ότι αν στήνονταν κάλπες σήμερα, το AfD όντως θα έβγαινε δεύτερο, πίσω από τους Χριστιανοδημοκράτες, που συγκεντρώνουν ποσοστό προτίμησης 27%.
Βέβαια, αν εξετάσει κανείς το γκάλοπ γενικότερα, χωρίς να επικεντρώσει στην Ακροδεξιά, θα διαπιστώσει ότι οι Γερμανοί έχουν απογοητευθεί από την τριμερή συγκυβέρνηση του παρόντος, δηλαδή από τη σύμπραξη των Σοσιαλδημοκρατών με τους Φιλελευθέρους και με τους αριστεριστές της οικολογίας.
Κατόπιν αυτών, το Γερμανικό Ινστιτούτο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, «ένα ανεξάρτητο όργανο υπέρ της προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων» κατά τη διατύπωση των Ιταλών, διατείνεται ότι το AfD πρέπει πλέον να χαρακτηριστεί «ανατρεπτικό» και συνεπώς να απαγορευτεί και να διαλυθεί. Αν συμβεί αυτό, δεν θα είναι κάτι πρωτοφανές στην ιστορία της Ομοσπονδιακής Γερμανίας: το 1952 είχε απαγορευτεί το νεοναζιστικό Σοσιαλιστικό Κόμμα του Ράιχ και το 1956 το σοβιετόφιλο Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας. Φυσικά, η σημερινή μεγάλη δημοφιλία του AfD καθιστά τέτοιο εγχείρημα «εκρηκτικό».
Το προαναφερθέν Ινστιτούτο ισχυρίζεται σε μελέτη του ότι «το AfD έχει φθάσει σε τέτοιο επίπεδο κινδύνου για τη Δημοκρατία, που κάλλιστα μπορεί να απαγορευτεί από το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 21 του Βασικού Νόμου». Οι άνθρωποι του Ινστιτούτου διατείνονται ότι το AfD θέλει να καταστρέψει τη δημοκρατική τάξη της Γερμανίας και να καταργήσει την εγγύηση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας που κατοχυρώνεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 του Συντάγματος. Μάλιστα, κατηγορούν την «εξτρεμιστική πτέρυγα» του κόμματος ως απροκάλυπτα «εθνικοσοσιαλιστική».
Ολα αυτά, λένε τα στελέχη του Ινστιτούτου, εξηγούν γιατί το AfD «επιδιώκει μεθοδικά ρατσιστικούς στόχους» και καταφέρνει «να εθίζει το ακροατήριο σε εθνικοσοσιαλιστικές θέσεις». Η μελέτη καταλήγει στο εξής συμπέρασμα: «Για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δημοκρατικής τάξης, είναι στοιχειώδους σημασίας η συνειδητοποίηση του κινδύνου που συνιστά το AfD, τόσο για την κοινωνία όσο και για το κράτος». Το AfD, σχολίασε η Corriere, προφανώς απορρίπτει τις κατηγορίες για εξτρεμισμό.
Η απαγόρευση κόμματος είναι ευθύνη του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου, το οποίο επεμβαίνει μόνο κατόπιν θεσμικής προσφυγής (από τη Βουλή ή από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση). Ομως, ήδη η γνώμη των γερμανικών υπηρεσιών καταστολής είναι καταδικαστική για το AfD. Η Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία το θεωρεί ύποπτο για μια υπόθεση δεξιού εξτρεμισμού τον Μάρτιο του 2021. Αυτή η εκτίμηση επιβεβαιώθηκε από το Διοικητικό Δικαστήριο της Κολωνίας έναν χρόνο αργότερα. Το AfD, βέβαια, υπερασπίζεται τον εαυτό του νομικά.
Τις εκτιμήσεις των γερμανικών μυστικών υπηρεσιών συμμερίζονται και πολλά πρώην μέλη του κόμματος. Τα τελευταία χρόνια το AfD έχει γίνει πολύ ριζοσπαστικό για πολλούς από τους ηγέτες του, οι οποίοι σταδιακά εγκατέλειψαν το κόμμα κατηγορώντας το για «απολυταρχισμό» και καταγγέλλοντας κάποιες φράξιες που συνδέονται με τη σημερινή ηγεσία του για «αντιδημοκρατισμό». Η Corriere σχολίασε και πάλι, δηκτικά βέβαια, ότι η προοδευτική ριζοσπαστικοποίηση του AfD δεν του στέρησε δημοφιλία…
Στα κρατίδια της Ανατολικής Γερμανίας (δηλαδή στα εδάφη της πρώην DDR) το AfD είναι πρώτο κόμμα, με ποσοστό περί το 30%. Τόσο πολύ, που ο καγκελάριος Ολαφ Σολτς βρέθηκε να συζητά αν το AfD έχει καταστεί πλέον κόμμα εξουσίας, όπως είναι το Χριστιανοδημοκρατικό και το Σοσιαλιστικό. Ο Σολτς, πάντως, θεωρεί το AfD ικανό να διχάσει και όχι να ενώσει τους Γερμανούς. Η εκτίναξη της δημοφιλίας του AfD σημειώθηκε από τη στιγμή που αντέδρασε στην υποστήριξη της Ουκρανίας από τη Γερμανία. Και διότι αντιτάχθηκε στο νέο ενεργειακό μοντέλο που δαιμονοποιεί τους λέβητες πετρελαίου και φυσικού αερίου, καθιστώντας «μονοπώλιο» τις ΑΠΕ.