Η κοινωνική συνοχή είναι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά στη Δανία, καθιστώντας την μοντέλο συντροφικής ευτυχίας | Shutterstock/illpaxphotomatic
Επικαιρότητα

Δανία: Η χώρα-προπύργιο της κοινωνικής εμπιστοσύνης

Το κλισέ που έχει πάρει πλέον παγκόσμιες διαστάσεις, είναι ότι οι Δανοί αισθάνονται τόση εμπιστοσύνη για τους γύρω τους ώστε συνήθως αφήνουν τα μωρά τους να κοιμούνται σε καρότσια έξω από καφετέριες και εστιατόρια
Protagon Team

Με το πέρασμα των χρόνων, η Δανία έχει αναδειχθεί σε «βασίλειο» της κοινωνικής εμπιστοσύνης. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι σχεδόν το 74% των Δανών πιστεύουν ότι «μπορούν να εμπιστευτούν τους περισσότερους ανθρώπους» – ποσοστό πολύ μεγαλύτερο από οποιασδήποτε άλλης χώρας.

Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Guardian, στις αναλυτικότερες μετρήσεις, όπως η κοινωνική εμπιστοσύνη (εμπιστοσύνη στους ξένους) και η εμπιστοσύνη των πολιτών προς τις αρχές, η Δανία έχει επίσης την υψηλότερη βαθμολογία στον κόσμο, με τις υπόλοιπες σκανδιναβικές χώρες να βρίσκονται αρκετά κοντά.

Μέχρι και στον επίσημο ιστότοπο της, η Δανία αυτοχαρακτηρίζεται ως «η χώρα της εμπιστοσύνης», φέρνοντας ως ενδεικτικό παράδειγμα τα αφύλακτα βεστιάρια στην όπερα. Χαρακτηριστική είναι και η περίπτωση ενός φιλανθρωπικού καταστήματος του Ερυθρού Σταυρού στην Κοπεγχάγη, που διαθέτει QR κωδικό στην πόρτα και, όταν είναι κλειστό, μπορεί κανείς να την ανοίξει μέσω εφαρμογής στο κινητό, να επιλέξει ότι θέλει και να αφήσει τα χρήματα στον πάγκο.

Το κλισέ που έχει πάρει πλέον παγκόσμιες διαστάσεις, είναι ότι οι Δανοί αισθάνονται τόση εμπιστοσύνη, που συνήθως αφήνουν τα μωρά τους να κοιμούνται σε καρότσια έξω από καφετέριες και εστιατόρια. Σύμφωνα με την ρεπόρτερ του Guardian, κάθε άλλο παρά κλισέ είναι, καθώς παρατήρησε με τα μάτια της καρότσια με μωρά χωρίς επίβλεψη έξω από καφέ της πρωτεύουσας.

Κάτι αντίστοιχο θα ήταν αδιανόητο στο Μπρονξ της Νέας Υόρκης, για παράδειγμα, όπου η βίαιη εγκληματικότητα καταγράφεται σε 4.839 περιστατικά ανά 100.000 άτομα. Στη Δανία το αντίστοιχο ποσοστό είναι εννέα φορές χαμηλότερο – γεγονός που οδήγησε μια δανή μητέρα σε σύλληψη το 1997, όταν από συνήθεια άφησε το καροτσάκι με το μωρό της στο πεζοδρόμιο έξω από ένα νεοϋορκέζικο κατάστημα με παγωτά.

Οι ενήλικες που εμπιστεύονται αλλήλους να μην κλέψουν τα χωρίς επίβλεψη μωρά τους, εξελίσσονται σε γονείς που εμπιστεύονται ο ένας τον άλλο τόσο ώστε να αφήνουν και τα μεγαλύτερα παιδιά τους να παίζουν μόνα τους. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο υπάρχουν εκατοντάδες μπλοκ πολυκατοικιών στην Κοπεγχάγη με κοινή αυλή.

Αυτά τα κτίρια έχουν μακρά ιστορία στη Δανία, και τα κοινωνικά οφέλη τους έχουν ενισχυθεί την τελευταία τριακονταετία μέσω δημοτικών επενδύσεων –γκρέμισμα κατασκευών από σκυρόδεμα, φύτευση δένδρων– που προσφέρουν στο δημόσιο χώρο μια κοινή ατμόσφαιρα συνιδιοκτησίας, έτσι ώστε οι άνθρωποι να κινούνται και να συμπεριφέρονται σε αυτόν όπως θα έκαναν στα σπίτια τους.

Μόλις οι νεαροί Δανοί κλείσουν τα 14 τους, μπορούν να επιλέξουν να πάνε στο επιδοτούμενο από το κράτος efterskole –το οποίο ακούγεται σαν «μετά-σχολείο», αλλά στην πραγματικότητα είναι οικοτροφείο– για ένα έως τρία χρόνια, με τους γονείς να πληρώνουν μόνο τη διατροφή των παιδιών. Το ένα τρίτο των Δανών επιλέγουν να ζήσουν σε μια από αυτές τις πνευματικές κοινότητες τύπου κιμπούτς, όπου η πόλη συναντά την ύπαιθρο και οι κοινωνικές τάξεις αναμειγνύονται.

Τα κρατικά πανεπιστήμια, όπως σε όλη την Ευρώπη, δεν έχουν δίδακτρα, ενώ οι φοιτητές λαμβάνουν και μηνιαία επιχορήγηση ύψους 800 ευρώ. Με μια θέση μερικής απασχόλησης, οι φοιτητές μπορούν να καλύψουν και τα έξοδα ενοικίου τους, που στην Κοπεγχάγη κυμαίνονται ανάμεσα στα 500 και 700 ευρώ το μήνα για ένα δωμάτιο σε κοινόχρηστο σπίτι – και πέφτουν κοντά στα 180 ευρώ στα περίχωρα της πρωτεύουσας.

Το κοινωνικό κράτος πρόνοιας της χώρας, που εγκαινιάστηκε πριν από περίπου 60 χρόνια, βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στην αμοιβαία εμπιστοσύνη. Σε αντίθεση με ότι ισχύει στις αγγλοσαξονικές χώρες (ελάχιστες παροχές στους φτωχότερους και μίνιμουμ υπηρεσίες για τη μεσαία τάξη), το δανέζικο μοντέλο πρόνοιας είναι καθολικό, βασισμένο στη θεωρία ότι όλοι οι πολίτες έχουν δικαίωμα σε θεμελιώδη οφέλη και υπηρεσίες.

Αυτή η ταξική ομοιογένεια σίγουρα εδραιώνει τους κοινωνικούς δεσμούς, αλλά αρκεί; Η απάντηση που δίνει η ρεπόρτερ του Guardian είναι ότι η οικοδόμηση κοινωνικής εμπιστοσύνης είναι ευκολότερη σε μία χώρα με πληθυσμό μόλις πέντε εκατομμυρίων κατοίκων. Σε μια πιο πολυπληθή κοινωνία, η ομοιογένεια δεν μπορεί να επιτευχθεί εξίσου εύκολα.

Οχι ότι όλα είναι ρόδινα στην κοινωνία της Δανίας. Οι μετανάστες συχνάζουν σχεδόν αποκλειστικά στην άναρχη «ελεύθερη πόλη» της Χριστιανίας, που βρίσκεται στη μέση της Κοπεγχάγης. Παράλληλα, από το 2010 έχει ψηφιστεί μια διάταξη που αποκαλείται «λίστα γκέτο» – σύμφωνα με την οποία αν ξεπεραστεί το όριο του 50% των μεταναστών που ζουν σε μια περιοχή η οποία χαρακτηρίζεται ως «γκέτο», γίνονται άμεσα μαζικές εξώσεις και «αναδιαμόρφωση» της, με κίνητρα για την επιστροφή των γηγενών Δανών.

Στη διάρκεια του αιώνα μας, η Δανία αμφιταλαντεύεται όσον αφορά στη συγκεκριμένη πολιτική των γκέτο – ρατσιστική μεν, αποδοτική ως προς την εξάλειψη των άθλιων συνθηκών διαβίωσης δε. Η σκανδιναβική χώρα μπορούσε να υλοποιήσει το στόχο της κοινωνικής ομογενοποίησης όσο θεωρούσε εαυτόν λευκή, χριστιανική και με συνθήκες ισότητας. Η έλευση των μεταναστών άλλαξε τις ισορροπίες – αλλά ακόμα κι έτσι, η «αναδιαμόρφωση» των γκέτο δεν άφησε κανένα μετανάστη άστεγο.

Αυτή η πολιτική απέδωσε εντυπωσιακά κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Η Δανία ακολουθούσε κανόνες παραμονής στο σπίτι, αλλά χωρίς καθολική απαγόρευση κυκλοφορίας. Οι αντιεμβολιαστές ήταν ελάχιστοι, η πόλωση γύρω από τη διαχείριση της πανδημίας χαμηλή –το ίδιο και η παραπληροφόρηση– και το μόνο υψηλό ήταν το «κοινοτικό πνεύμα» των κατοίκων.

Ως αποτέλεσμα, η Δανία ήταν μία από τις ελάχιστες χώρες στον κόσμο όπου το προσδόκιμο ζωής αυξήθηκε μέσα στο 2020. Με το τέλος της πανδημίας η αισιοδοξία των Δανών ξεχείλιζε, τα εστιατόρια και τα μπαρ γέμισαν σε υψηλότερα επίπεδα από την προ Covid εποχή, και η απομόνωση έκανε τους ανθρώπους ακόμα πιο κοινωνικούς.

Η Δανία είναι η χώρα με τη μεγαλύτερη κοινωνική ισοτιμία, καταλήγει η ρεπόρτερ του Guardian – και η εμπιστοσύνη βρίσκεται στην καρδιά της κοινωνικής της συνοχής.