Πέντε χρόνια μετά την εξάπλωση μιας μυστηριώδους επιδημίας στη δυτική ακτή της Βόρειας Αμερικής, από τον Καναδά μέχρι το Μεξικό, που κατέστρεψε εκατομμύρια αστερίες, προκαλώντας κακώσεις στη σάρκα τους, η οποία στη συνέχεια διαλυόταν εξαφανίζοντας τα πλοκάμια τους και οδηγώντας διάφορα είδη στο χείλος της εξαφάνισης, οι επιστήμονες ανακοίνωσαν μια αξιοσημείωτη αναστροφή στην εξέλιξη του φαινομένου, γράφει ο Guardian.
Σύμφωνα με μια νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο pnas.org μπορεί να είναι ένα παράδειγμα ταχείας γενετικής αλλαγής σε εξέλιξη, καθώς το είδος φαίνεται ότι παρουσιάζει γενετική αντίσταση σε έναν ιό που το διαλύει. Περισσότερο από άλλους επλήγησαν οι ωχροί αστερίες, ένα από τα πιο ευάλωτα είδη, καθώς εξαφανίστηκαν σε ποσοστό μεγαλύτερο του 80%.
Ομως μετά την κορύφωση της επιδημίας, παρατηρήθηκε 74πλάσια αύξηση του αριθμού των νεαρών ωχρών αστεριών που επιβίωσαν από την ασθένεια, σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσίευσαν οι επιστήμονες στα Πρακτικά της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ.
Η αιτία της επιδημίας, την οποία αποκαλούν «ένα από τα μεγαλύτερα φαινόμενα μαζικών θανάτων που έχουν καταγραφεί στη θάλασσα», εξακολουθεί να είναι μυστηριώδης. Μάλιστα κάποιοι αστερίες έκοβαν μόνοι τους τα άρρωστα πλοκάμια τους, ίσως για να μην εξαπλωθεί ο ιός στο υπόλοιπο σώμα τους.
Οι ερευνητές υποθέτουν ότι η νόσος οφείλεται σε έναν ιό (densovirus), ο οποίος υπήρχε στην περιοχή εδώ και δεκαετίες, αλλά μπορεί να πολλαπλασιάστηκε λόγω των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, όπως η αύξηση της θερμοκρασίας των ωκεανών και η όξυνση των υδάτων από την απελευθέρωση διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα. Να σημειωθεί ότι το 40% του CO2, που απελευθερώνεται στην ατμόσφαιρα από διάφορες πηγές, απορροφάται στη συνέχεια από τους ωκεανούς.
Οι πρώτοι θάνατοι παρατηρήθηκαν στις αρχές του καλοκαιριού του 2013, και σύντομα στις περισσότερες περιοχές της δυτικής ακτής που κάποτε ήταν γεμάτες δεν μπορούσε πια να δει κανείς τους πανέμορφους μωβ και πορτοκαλί αστερίες. Το γεγονός ήταν ιδιαίτερα ανησυχητικό, καθώς ο αστερίας αποτελεί βασικό στοιχείο της θαλάσσιας ζωής κατά μήκος της δυτικής ακτής και η εξαφάνισή του θα μπορούσε να έχει μεγάλες επιπτώσεις στα οικοσυστήματα.
«Τα θύματα του ιού διαλύονται μπροστά στα μάτια μας. Ενα πλοκάμι αποσπάται ξαφνικά και αρχίζει να απομακρύνεται», δήλωσε το 2013 σε ραδιοφωνικό σταθμό του Σιάτλ ο Τζεφ Μαρλιάβ, βιολόγος του Ενυδρείου του Βανκούβερ.
Οι ερευνητές συνέκριναν το DNA των θαλάσσιων αστεριών πριν και μετά την εκδήλωση της ασθένειας και διαπίστωσαν ότι τα νεαρά πλάσματα, που έχουν επιβιώσει στα παράκτια οικοσυστήματα, διαθέτουν ένα γονίδιο το οποίο αντιστέκεται στον ιό. Και υποθέτουν ότι ο ιός, που έπληξε το είδος τους, λειτουργεί ως καταλύτης στη διαδικασία της φυσικής επιλογής.
«Αφαιρώντας ένα σωρό από αστερίες, αλλάζει ολόκληρη η γενετική ποικιλομορφία αυτού του πληθυσμού», δήλωσε στον Guardian ο Κρις Μα, ερευνητής στο Smithsonian Institution και ειδικός στους αστερίες, «με άλλα λόγια, για να το θέσω με ανθρώπινους όρους, εξαφανίζοντας ένα τεράστιο κομμάτι του ανθρώπινου είδους, θα μπορούσε να αλλάξει η γενετική σύνθεση των ανθρώπων».
Η νέα έρευνα δείχνει ότι οι ωχροί αστερίες έχουν αναπτύξει ανθεκτικότητα στις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, δεν συμβαίνει, όμως, το ίδιο σε άλλα είδη, που μπορεί να αντιμετωπίζουν μεγαλύτερες δυσκολίες προσαρμογής. «Η ανησυχία είναι ότι οι θαλάσσιες επιδημίες, τα ακραία περιβαλλοντικά φαινόμενα και η συχνότητά τους θα αυξάνονται», δήλωσε η επικεφαλής της έρευνας Λορίν Σίμπελχατ, «αν έχουμε πάρα πολλά ακραία φαινόμενα στη σειρά, ίσως κάποια είδη δυσκολευτούν να ανταποκριθούν».