Η είσοδος της ελληνικής οικονομίας πρίν από τέσσερα χρόνια σε τροχιά ανάπτυξης, απαλλαγμένη από το μεγάλο βάρος των μνημονίων και του δημοσίου χρέους, σε συνδυασμό με τις χαμηλές αξίες που είχαν διαμορφωθεί στην αγορά ακινήτων, αλλά και τις αξίες των επιχειρήσεων, πυροδότησαν σειρά επενδυτικών κινήσεων από ξένα κεφάλαια.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος ο κλάδος ακινήτων και το ευρύτερο real estate μαζί με τις υποδομές (λιμάνια, μαρίνες, μεταφορές) αλλά και την ενέργεια, έχουν φέρει τα περισσότερα επενδυτικά κεφάλαια από το εξωτερικό στην Ελλάδα.
Το 2022 οι άμεσες ξένες επενδύσεις σε ακίνητα, αυξήθηκαν κατά 68% έναντι του 2021 και προσέγγισαν τα 2 δισ. ευρώ!.
Για την ακρίβεια διαμορφώθηκαν σε 1,97 δισ. ευρώ, έναντι 1,17 δισ. το 2021 και 875 εκατ. το 2020. Πρόκειται για το υψηλότερο ποσό ξένων άμεσων επενδύσεων σε ακίνητα που έχει σημειωθεί στην Ελλάδα ιστορικά, με το δεύτερο μεγαλύτερο να είναι αυτό του 2019 (1,45 δισ.).
Το μεγαλύτερο τμήμα των επενδύσεων αυτών προέρχεται από υπηκόους χωρών εκτός Ευρωπαϊκής Ενώσεως και ανήλθαν σε 1,26 δισ. ευρώ από 628 εκατ. το 2021.
Από όλο τον κόσμο
Από τις χώρες της ζώνης του ευρώ τις περισσότερες αγορές ακινήτων στην Ελλάδα έκαναν οι Γερμανοί (160 εκατ. ευρώ) και οι Κύπριοι (134 εκατ.), ενώ από τις τρίτες χώρες τις περισσότερες αγορές ακινήτων έκαναν υπήκοοι του Χονγκ Κονγκ (294 εκατ.) και κάτοικοι Ελβετίας (179 εκατ.).
Από υπηκόους των ΗΠΑ αγοράστηκαν πέρσι ακίνητα συνολικής αξίας 166 εκατ. ευρώ, των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων 78 εκατ. (29 εκατ. το 2021), του Ηνωμένου Βασιλείου 71 εκατ. (49 εκατ. το 2021), του Ισραήλ 88 εκατ. (44 εκατ. το 2021), της Τουρκίας 46 εκατ. (9 εκατ. το 2021) του Λιβάνου 20 εκατ. (11 εκατ. το 2021), ενώ από υπηκόους της Κίνας 16 εκατ. ευρώ.
Προς τρίμηνη παράταση για τη «χρυσή βίζα»
Μέρος των επενδύσεων των ξένων υπηκόων σε ακίνητα γίνονται στο πλαίσιο της golden visa, το καθεστώς χορήγησης της οποίας αλλάζει από τις αρχές Μαΐου του 2023.
Υπενθυμίζεται ότι η σχετική τροπολογία που έχει ψηφιστεί προβλέπει ότι η ελάχιστη αξία της ακίνητης περιουσίας για την απόκτηση της golden visa καθορίζεται από τον Μάιο σε 500.000 ευρώ για τις Περιφερειακές Ενότητες Βορείου, Κεντρικού και Νοτίου Τομέα Αθηνών της Περιφέρειας Αττικής, τον Δήμο Θεσσαλονίκης και τις Περιφερειακές Ενότητες Μυκόνου και Σαντορίνης της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου.
Για τις υπόλοιπες περιοχές της χώρας η ελάχιστη αξία της ακίνητης περιουσίας για την παροχή άδειας διαμονής παραμένει στις 250.000 ευρώ. Ωστόσο, καθώς συνεχίζεται το μεγάλο επενδυτικό ενδιαφέρον για αγορά ακινήτων κυρίως σε Αθήνα (νότιος τομέας), Θεσσαλονίκη, την Κρήτη και τα νησιά σε Ιόνιο και Αιγαίο υπάρχουν αιτήματα και σκέψεις στο οικονομικό επιτελείο να δοθεί τρίμηνη παράταση στην εφαρμογή των νέων ορίων για τη χορήγηση της «χρυσής βίζας».
Ετσι, οι όποιες αλλαγές ενδεχομένως θα μετατεθούν μετά από τις εθνικές εκλογές. Το μεγάλο ενδιαφέρον έχει προκαλέσει άλμα 12% στις τιμές των οικιστικών ακινήτων το 2022. Οι μεγαλύτερες αυξήσεις 15,2% καταγράφηκαν στην Αθήνα, 14,5% στη Θεσσαλονίκη, 10,3% στις άλλες μεγάλες πόλεις και 6,3% στις λοιπές περιοχές της χώρας.
Ομως παρά τη μεγάλη αύξηση των τιμών, οι αξίες των ακινήτων εξακολουθούν να βρίσκονται σε αποτιμήσεις χαμηλότερες από αυτές που είχαν έως το 2009.
Η κτηματαγορά στην «πράσινη εποχή»
Παράλληλα με την αγορά οικιστικών ακινήτων (κατοικίες, εξοχικά, κτήματα) οι μεγαλύτερες επενδύσεις γίνονται μέσω των εταιριών επενδύσεων και αξιοποίησης ακίνητης περιουσίας, των ΑΕΕΑΠ, σε εμπορικά, τουριστικά ακίνητα καθώς και κτίρια γραφείων.
Οπως εξηγούν οι ειδικοί μιλώντας στο Protagon, λόγω της ισχυρής τουριστικής ανάπτυξης της χώρας το κέντρο βάρους των επενδύσεων των ΑΕΕΑΠ μετατοπίζεται στα τουριστικά ακίνητα, ενώ είναι διαρκές για τα σύγχρονα εμπορικά ακίνητα και κυρίως για τους χώρους γραφείων.
Τα τελευταία λίγα χρόνια έχουν μπεί στη ζωή των τραπεζών (που χρηματοδοτούν) και των επιχειρήσεων (που δρούν στο δυτικό κόσμο και στη χώρα μας) τα κριτήρια ESG που καθορίζουν τόσο τις επενδυτικές επιλογές όσο και τη βιωσιμότητα και την αειφορία των επιχειρήσεων.
Αρα το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στις επενδύσεις σε «πράσινα κτίρια» και τις ανακαινίσεις κτιρίων που έχουν επιλεγεί με αποκλειστικά ESG κριτήρια.