Ο αριστερός Γκαμπριέλ Μπόριτς άρχισε να γίνεται ευρέως γνωστός στη Χιλή πριν από μία δεκαετία, ως ένας εκ των ηγετών του μαθητικού/φοιτητικού κινήματος που μαχόταν για δωρεάν και υψηλού επιπέδου δημόσια Παιδεία.
Ηγετικό ρόλο διαδραμάτισε και κατά την εξέγερση των Χιλιανών το 2019, συμμετέχοντας (ως βουλευτής πλέον) στις διαπραγματεύσεις για τη σύναψη της συμφωνίας που άνοιξε τον δρόμο για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος σχετικά με την κατάρτιση νέου Συντάγματος στη χώρα.
Φέτος αποφάσισε να διεκδικήσει την προεδρία της πατρίδας του, δεσμευόμενος για τη σύναψη ενός νέου, δικαιότερου, κοινωνικού συμβολαίου με τον λαό της Χιλής, με περισσότερες ασφαλιστικές δικλίδες για τους πιο αδύναμους και υψηλότερους φόρους για τους εύπορους.
Τώρα, έχοντας κερδίσει την εξουσία (την περασμένη Κυριακή) με περισσότερες ψήφους από κάθε άλλο υποψήφιο στην ιστορία της χώρας, καλείται να ηγηθεί μιας προσπάθειας με στόχο την ουσιαστική και βαθιά μεταμόρφωση της Χιλής και των πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών δομών της.
Το τέλος της εποχής Πινοσέτ
Κύρια επιδίωξή του είναι «να θάψει την κληρονομιά της δικτατορίας του Αουγκούστο Πινοσέτ, αναθεωρώντας το συντηρητικό οικονομικό μοντέλο που κληρονόμησε η χώρα στο τέλος της θητείας του το 1990», αναφέρουν οι New York Times σε δημοσίευμά τους. Συγχρόνως, όμως, η κυβέρνησή του θα επιβλέπει τα τελικά στάδια της κατάρτισης του νέου Συντάγματος που θα αντικαταστήσει τον «δικτατορικό¬ καταστατικό χάρτη της χώρας.
Οταν ο Γκαμπριέλ Μπόριτς αναλάβει και επίσημα τα καθήκοντά του ως νέος πρόεδρος της Χιλής τον ερχόμενο Μάρτιο, θα καταστεί αυτομάτως ο νεότερος ηγέτης στην ιστορία της χώρας. «Για πολλούς Χιλιανούς η νίκη του Μπόριτς αποτελεί τη φυσική θεσμοθέτηση του γενεαλογικού ουρλιαχτού που αντηχεί στη χώρα εδώ και τουλάχιστον μία δεκαετία», αναφέρουν χαρακτηριστικά οι δημοσιογράφοι της νεοϋορκέζικης εφημερίδας, εξηγώντας πως ο νέος χιλιανός ηγέτης θεωρείται ο εκπρόσωπος μιας νέας γενιάς πρόθυμης και έτοιμης να κόψει τους δεσμούς της με το παρελθόν, στο όνομα μιας πιο ισότιμης, χωρίς αποκλεισμούς, κοινωνίας.
Οσον αφορά τη προσωπική του ζωή, ο Γκαμπριέλ Μπόριτς γεννήθηκε την 11η Φεβρουαρίου του 1986 στην Πούντα Αρένας της Παταγονίας, έχει δύο μικρότερους αδελφούς, κατάγεται από οικογένεια της μεσαίας τάξης με ρίζες στην Κροατία και στην Καταλονία ενώ η σύντροφός του Ιρίνα Καραμάνος είναι ελληνικής καταγωγής.
Ο νέος πρόεδρος της Χιλής φοίτησε σε βρετανικό σχολείο στο οποίο ο Πινοσέτ και το καθεστώς του δεν ήταν ταμπού. Παρότι δεν ήταν βαθιά πολιτικοποιημένη, η οικογένειά του εναντιωνόταν στον δικτάτορα ενώ ένας θείος του ήταν συνιδιοκτήτης ραδιοφωνικού σταθμού που κατήγγειλε εγκλήματα του καθεστώτος.
Η πολιτική του δράση
Εχοντας λάβει σχετική άδεια από τον κεντρώο πατέρα του, άρχισε να μυείται στην Αριστερά ως μαθητής γυμνασίου. Μάλιστα την ίδια περίοδο επιδίωξε να γίνει μέλος του Κινήματος Επαναστατικής Αριστεράς (ΜΙR) που τασσόταν υπέρ της ένοπλης πάλης. Καθώς, όμως, κατά τη διάρκεια της δικτατορίας η οργάνωση σχεδόν διαλύθηκε, ο νεαρός Μπόριτς κατέφυγε στο Διαδίκτυο, βρήκε μια διεύθυνση ηλεκτρονικής αλληλογραφίας μιας μικρής εναπομείνασας φράξιας και έστειλε ένα γράμμα, ρωτώντας πώς θα μπορούσε να συνδράμει στην επανάσταση. Δεν του απάντησε κανένας.
Το 2004 πήγε στο Σαντιάγκο για να σπουδάσει νομικά αλλά δεν κατάφερε να πάρει το πτυχίο του, επιλέγοντας να αφοσιωθεί στον ακτιβισμό και στην πολιτική. Το 2011 εκλέχτηκε πρόεδρος της Εθνικής Φοιτητικής Ενωσης της Χιλής, πρωτοστατώντας στην εξέγερση των μαθητών και των φοιτητών για καλύτερη δημόσια παιδεία. Το 2014, ο 28χρονος πλέον Γκαμπριέλ και τρεις συναγωνιστές του εκλέχτηκαν στο κοινοβούλιο. Μάλιστα κατάφερε να σκανδαλίσει τη συντηρητική καθεστηκυία τάξη της Χιλής με το που ανέλαβε τα καθήκοντά του ως βουλευτής, φορώντας κατά την ορκωμοσία του, όχι σακάκι και γραβάτα, όπως είθισται, αλλά μια μπεζ καμπαρντίνα.
«Η Χιλή είχε ήδη αλλάξει πριν εκλεγεί ο Μπόριτς. Απλά τώρα έχουμε έναν πρόεδρο που μπορεί να καταστήσει αυτές τις αλλαγές μόνιμες», ανέφερε στους New York Times η 35χρονη Φερνάντα Αζοκάρ, που συμμετείχε στις μαζικότατες πορείες και συγκεντρώσεις που σημειώθηκαν στη χώρα αρχικά το 2006 και μετά ξανά το 2011. Κοινό σημείο αναφοράς των διαμαρτυρόμενων ήταν τότε η ιδέα ότι η κύρια υπόσχεση του κατεστημένου – «η αγορά θα φέρει ευημερία και η ευημερία θα επιλύσει τα προβλήματά τους» – κάθε άλλο παρά πραγματώθηκε.
Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΗΕ, περισσότερα από 31 χρόνια μετά την αποχώρηση του Πινοσέτ από την εξουσία (το 1990) και περισσότερα από 15 χρόνια μετά τον θάνατό του (το 2006), τουλάχιστον το 25% του πλούτου που παράγεται στη χώρα ανήκει στο 1% του πληθυσμού ενώ οι χαμηλοί μισθοί, το υψηλό χρέος και τα υποχρηματοδοτούμενα συστήματα δημόσιας υγείας και εκπαίδευσης εξακολουθούν να κρατούν στο περιθώριο την πλειονότητα των Χιλιανών.
«Παιδί της δημοκρατίας»
Οι New York Times χαρακτηρίζουν τον Γκαμπριέλ Μπόριτς «παιδί της δημοκρατίας», δεδομένου ότι, όταν παρέδωσε την εξουσία ο Πινοσέτ, ήταν μόλις τεσσάρων ετών. Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του δεν αναφέρθηκε ιδιαίτερα στον δικτάτορα, ωστόσο η εκλογή του αποτέλεσε από πολλές απόψεις μια απόλυτη απόρριψη της κληρονομιάς του.
Καταρχάς γιατί ο Πινοσέτ υπήρξε ο αρχιτέκτονας και του οικονομικού μοντέλου και του Συντάγματος που ο Μπόριτς και οι σύμμαχοί του επικρίνουν ασταμάτητα, υποστηρίζοντας ότι εξυπηρετούν κυρίως τα συμφέροντα των πλουσίων και του ιδιωτικού τομέα σε βάρος όλων των άλλων. «Εάν η Χιλή υπήρξε η κοιτίδα του νεοφιλελευθερισμού, θα καταστεί επίσης ο τάφος του», επισήμανε ο Μπόριτς, απευθυνόμενος προς τους οπαδούς του, όταν έλαβε το προεδρικό χρίσμα της αριστερής παράταξής του.
Εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός πως εκλέγοντάς τον στην εξουσία, το 55% των ψηφοφόρων της Χιλής απέρριψε με την ψήφο του τον Χοσέ Αντόνιο Καστ, τον αδελφό ενός πρώην συμβούλου του Πινοσέτ, που έχει εκφραστεί θετικά για συγκεκριμένες πτυχές της δικτατορίας και τασσόταν υπέρ της λήψης δρακόντειων μέτρων ασφαλείας που σε πολλούς Χιλιανούς θύμισαν τα χειρότερα χρόνια του δικτατορικού καθεστώτος.
Σύμφωνα με τον Μανουέλ Αντόνιο Γκαρετόν, κοινωνιολόγο και καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Χιλής, στο Σαντιάγκο, η εκλογή Μπόριτς στην προεδρία σε συνδυασμό με την ξεκάθαρη λαϊκή ετυμηγορία υπέρ ενός νέου Συντάγματος, είναι «η δεύτερη πιο σημαντική στιγμή» στην πορεία της Χιλής και των πολιτών της να ξεπεράσουν τον Πινοσέτ και τη δικτατορία του, μετά το δημοψήφισμα του 1988 μέσω του οποίου τερματίστηκε το καθεστώς του.
Μεταρρυθμίσεις
Τώρα ο Μπόριτς καλείται να αναμορφώσει την πατρίδα του, δημιουργώντας ένα δημόσιο σύστημα κοινωνικών ασφαλίσεων, διαγράφοντας τα χρέη των φοιτητών, αυξάνοντας τις επενδύσεις στην υγεία και στην παιδεία, ιδρύοντας μονάδες φροντίδας μικρών παιδιών και ηλικιωμένων, επιστρέφοντας εκτάσεις γης σε αυτόχθονες πληθυσμούς, υπερασπίζοντας το δικαίωμα των γυναικών στην άμβλωση.
Ωστόσο για να μπορέσει να επιτύχει το στόχο του πρέπει να καταρχάς να διαχειριστεί την χειμαζόμενη από την πανδημία οικονομία της Χιλής αλλά και ένα διαιρεμένο κοινοβούλιο, δίχως να αναγκαστεί να διαψεύσει τις προσδοκίες όλων όσοι των ψήφισαν.
«Θα πρέπει να επιλέξει μεταξύ μετριοπάθειας και ριζοσπαστικότητας. Ο,τι και να επιλέξει, θα αποξενώσει πολλούς ψηφοφόρους», ανέφερε σχετικά ο Πατρίσιο Νάβια, καθηγητής πολιτικών επιστημών στο πανεπιστήμιο Diego Portales του Σαντιάγο. Γιατί στον πρώτο γύρο της προεδρικής αναμέτρησης τον Γκαμπριέλ Μπόριτς τον στήριξαν κυρίως αριστεροί ψηφοφόροι ενώ στον δεύτερο γύρο, καθώς μετρίασε τη ρητορική του, κέρδισε την ψήφο ψηφοφόρων του κέντρου.