| CreativeProtagon
Επικαιρότητα

Μπορεί ο Τζο Μπάιντεν να κλείσει τον δρόμο στον τραμπισμό;

Οι συνήθως μετρημένες αντιδράσεις του προέδρου των ΗΠΑ και της ομάδας του δημιουργούν την αίσθηση ότι δεν ηγείται αλλά ακολουθεί τα γεγονότα, κάτι που προκαλεί απογοήτευση ακόμα και στους ψηφοφόρους των Δημοκρατικών, σύμφωνα με το φιλικό τους κατά άλλα περιοδικό The Atlantic
Protagon Team

Είναι σε θέση ο Τζο Μπάιντεν να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την ρεπουμπλικανική απειλή; Αυτό το εξαιρετικά κρίσιμο – για τις ΗΠΑ και για τον υπόλοιπο κόσμο – ερώτημα το έθεσε προ ημερών ο Ρόναλντ Μπράουνσταϊν στο The Atlantic για να διαπιστώσει πως δυστυχώς η απάντηση είναι μάλλον όχι.

Πιο συγκεκριμένα, ο αμερικανός δημοσιογράφος και πολιτικός αναλυτής διερωτάται εάν «τα συμφιλιωτικά ένστικτα» που ανέπτυξε κατά την πολυετή καριέρα του στην Ουάσιγκτον ο νυν αμερικανός πρόεδρος ταιριάζουν με την «αγριότητα» της τρέχουσας μάχης μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων των ΗΠΑ. Σύμφωνα με τον τίτλο του άρθρου ο Τζο Μπάιντεν μοιάζει να είναι «out of time», εκτός χρόνου, παρωχημένος.

Βάση της ανάλυσης του Μπράουνσταϊν αποτελούν κάποια πρόσφατα γεγονότα. Καταρχάς η αντίδραση του αμερικανού προέδρου στην απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ κατά του δικαιώματος των γυναικών στις αμβλώσεις. Αρκετοί επώνυμοι Δημοκρατικοί παραπονέθηκαν ανοικτά ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ και άλλοι ανώτεροι και ανώτατοι αξιωματούχοι της κυβέρνησης του απέτυχαν, τουλάχιστον με τις αρχικές τους αντιδράσεις στην απόφαση, να εκφράσουν «πόσο επείγονται και αγωνιούν» όσες και όσοι τάσσονται υπέρ του δικαιώματος στην άμβλωση.

Παρότι κατήγγειλε αμέσως την απόφαση, ο Τζο Μπάιντεν απέφυγε να καταδικάσει την άκρως συντηρητική στροφή του δικαστηρίου ή να αμφισβητήσει τη νομιμότητά του, ενώ απέρριψε και προτάσεις για αλλαγή της δομής του. Επιπρόσθετα αρνήθηκε αρχικά να ταχθεί υπέρ της αναστολής της τακτικής της κοινοβουλευτικής κωλυσιεργίας (filibuster) που θα επέτρεπε ψήφιση νόμου στη Γερουσία για τη δημιουργία ενός εθνικού πλαισίου προστασίας του συνόλου των δικαιωμάτων που σχετίζονται με την άμβλωση.

Στη συνέχεια, όμως, πραγματοποίησε στροφή 180 μοιρών, στηρίζοντας την τροποποίηση των κανόνων όσον αφορά την κοινοβουλευτική κωλυσιεργία, ούτως ώστε να θεσπιστεί, τελικά, μια εξαίρεση για την προστασία όχι μόνο του δικαιώματος στην άμβλωση αλλά όλων των δικαιωμάτων που αφορούν την ιδιωτικότητα και θα μπορούσαν να απειληθούν από τους Ρεπουμπλικάνους δικαστές του Ανώτατου Δικαστηρίου που πλειοψηφούν. Μάλιστα σκλήρυνε και τη στάση του απέναντι στο ίδιο δικαστήριο, χαρακτηρίζοντας την απόφαση κατά των αμβλώσεων «αποσταθεροποιητική». Ωστόσο οι εν λόγω παρεμβάσεις του Τζο Μπάιντεν κρίθηκαν όψιμες αλλά και αντιφατικές.

Αλλά δεν επρόκειτο για την πρώτη φορά που ο Δημοκρατικός πρόεδρος των ΗΠΑ βρέθηκε στο στόχαστρο Δημοκρατικών. Συνέβη επίσης όταν καθυστέρησε να εναντιωθεί στην επιδίωξη των κόκκινων (ρεπουμπλικανικών) πολιτειών να ψηφίσουν νόμους που θα καθιστούσαν πιο δύσκολη την ψήφο. Ως ανεπαρκής είχε κριθεί η αρχική αντίδραση του Μπάιντεν και στις απόπειρες του Ντόναλντ Τραμπ να ανατρέψει το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών του 2020. Στη συνέχεια ο γηραιός αμερικανός ηγέτης έκανε ό,τι έπρεπε να κάνει, υπέρ της πλήρους προστασίας του δικαιώματος ψήφου και κατά του προκατόχου του.

Ωστόσο, επισημαίνει ο Μπράουνσταϊν, «πολλοί Δημοκρατικοί μοιράζονται την αίσθηση όσον αφορά όλα αυτά τα ζητήματα, περιλαμβανομένων των αμβλώσεων, ο Μπάιντεν και η ομάδα του ακολουθούν, δεν ηγούνται. Και αυτή η τάση παραπέμπει σε ένα διαρκές ερώτημα για τον Μπάιντεν, ο οποίος εξελέγη για πρώτη φορά στη Γερουσία το 1972 και διαμορφώθηκε σε μια πιο συνεργάσιμη Ουάσιγκτον. Μπορεί να είναι αυτός ο εμπνευσμένος ηγέτης που χρειάζεται το κόμμα του για να αντιμετωπίσει τις επιθετικές ενέργειες των Ρεπουμπλικάνων (στο Κογκρέσο και στις πολιτείες) και των εκπροσώπων τους στο Ανώτατο Δικαστήριο, με στόχο να ανατρέψουν πολιτικά δικαιώματα και ακόμη και να απειλήσουν την ίδια τη δημοκρατία;», διερωτάται ο αμερικανός πολιτικός αναλυτής.

Πολλοί από τους επικριτές του Μπάιντεν αναγνωρίζουν πως το ότι ανήκε επί δεκαετίες στο κατεστημένο της Ουάσιγκτον, σε συνδυασμό με τις υποσχέσεις του να ενώσει τους Αμερικανούς και να συνεργαστεί με τους Ρεπουμπλικάνους, συνέβαλαν στο να νικήσει τον Ντόναλντ Τραμπ. Παραδέχονται πως καθησύχασε πολλούς δεξιούς ψηφοφόρους που ενδεχομένως να προτιμούσαν τις πολιτικές του Ντόναλντ Τραμπ αλλά απεχθάνονταν την ανεκδιήγητη συμπεριφορά και την επικίνδυνα παρορμητική προσωπικότητά του.

Σήμερα, όμως, η μετρημένη αντίδραση του Τζο Μπάιντεν στην απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου για τις αμβλώσεις αποτελεί για πάρα πολλούς απογοητευμένους Δημοκρατικούς περαιτέρω απόδειξη ότι η καταγωγή του αμερικανού προέδρου από μια προηγούμενη πολιτική τάξη πραγμάτων δεν του επέτρεψε να αναγνωρίσει – πόσο μάλλον να αντιδράσει σε αυτήν – την ριζοσπαστικοποίηση του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος κατά τη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο.

Κοινή πεποίθηση των επικριτών του αμερικανού προέδρου στο εσωτερικό του κόμματός του είναι ότι «ακόμη και εάν ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος για να νικήσει τον Τραμπ, κατέστη ο λάθος άνθρωπος για να πολεμήσει τον τραμπισμό», συνοψίζει Ρόναλντ Μπράουνσταϊν.