Σημαντικό πρόβλημα δημιουργεί για την γερμανική TUI, τον μεγαλύτερο tour operator στον κόσμο, το γεγονός ότι ο βασικότερος μέτοχός του είναι ο Αλεξέι Μορντάσοφ, ρώσος ολιγάρχης και στενός φίλος του Βλαντίμιρ Πούτιν.
Είναι πολύ πιθανό ο Μορντάσοφ να βρίσκεται στη λίστα του επόμενου γύρου των δυτικών κυρώσεων, κάτι που θα φέρει σε ακόμα πιο δεινή θέση την TUI, που ήδη πρέπει να διαχειριστεί τη ζημιά που έχει υποστεί η φήμη της. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Μορντάσοφ έγινε δεκτός από τον Πούτιν, στο Κρεμλίνο, την Πέμπτη, ημέρα που ξεκίνησε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Ο ρώσος ολιγάρχης, με περιουσία που ξεπερνά τα 23 δισεκατομμύρια δολάρια (την περασμένη εβδομάδα, λόγω της πτώσης του ρωσικού χρηματιστηρίου, έχασε 4,2 δισ. δολάρια), κατέχει το 34% του ομίλου TUI, μέσω της εταιρείας του που έχει έδρα στην Κύπρο. Ο Μορντάσοφ είναι μέλος του ΔΣ του γερμανικού ομίλου –που κατέχει μεγάλο μερίδιο στην ελληνική τουριστική αγορά– από το 2016, ενώ από το 2007 είναι μέτοχός του. Μετέχει και στις συνεδριάσεις των επιτροπών που αποφασίζουν την στρατηγική του ομίλου, η οποία βασίζεται εν μέρει και σε «ευαίσθητες» πληροφορίες για την διεθνή πολιτική και οικονομική κατάσταση.
Η TUI είπε στο Skift.com την Κυριακή, ότι η στήριξη του Μορντάσοφ στον Πούτιν δεν θα έχει αντίκτυπο στην εταιρεία, αλλά οι αναλυτές αμφιβάλλουν.
Εκπρόσωποι της δήλωσαν ότι, λόγω της γερμανικής νομοθεσίας, υπάρχουν δύο ΔΣ στον όμιλο και ότι ο Μορντάσοφ είναι μέλος του ΔΣ που επιβλέπει τις λειτουργίες του ομίλου, αλλά δεν έχει λόγο στις αποφάσεις.
Οι Times πάντως, έγραψαν ότι ο όμιλος δέχεται μεγάλες πιέσεις λόγω του ρόλου του Μορντάσοφ.
Η εταιρεία του ρώσου ολιγάρχη, Severstal, συμμετέχει στην κατασκευή ρωσικών τανκς, σύμφωνα με τη βρετανική εφημερίδα, για αυτό και αναμένεται να υποστεί σύντομα κυρώσεις από τη Δύση.
Ηδη, από το 2018, μια άλλη εταιρεία του, στον ενεργειακό τομέα, η PJSC Power Machines, βρίσκεται στη λίστα των αμερικανικών κυρώσεων λόγω της προσάρτησης της Κριμαίας.
Πάντως, δεν αναμένεται να πληγεί η TUI λόγω των κυρώσεων, σημειώνει το Skift. Το υπόλοιπο 66% των μετοχών της ανήκει σε επενδυτές από την ΕΕ, τις ΗΠΑ και άλλους.