H Eνάτη του Μπετοβεν «είναι το έργο που χρησιμοποιήθηκε περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο για πολιτικούς σκοπούς», λέει ο Ντάνιελ Μπαρενμπόιμ (δεξιά) | CreativeProtagon
Επικαιρότητα

Μπαρενμπόιμ: Τι μας μαθαίνει η Ενάτη του Μπετόβεν

Ο κορυφαίος πιανίστας και μαέστρος Ντάνιελ Μπαρενμπόιμ επιστρέφει στο αριστούργημα του γερμανού μουσουργού, το οποίο έκανε πρεμιέρα ακριβώς πριν 200 χρόνια, στις 7 Μαΐου 1824 στη Βιέννη, για να αντλήσει μαθήματα ζωής. Για την ίδια τη μουσική, την τέχνη και την ελευθερία της έκφρασης, αλλά και για την ανθρώπινη Ιστορία, που ορισμένες φορές μοιάζει να επαναλαμβάνει τα ίδια λάθη
Protagon Team

Η πρεμιέρα είχε οριστεί για τις 7 Μαΐου 1824 στο «Theater am Kärntnertor» της Βιέννης και ο φόβος ήταν διάχυτος: έπεφτε ημέρα Παρασκευή και, ως συνήθως, τα εκλεκτά μέλη της αριστοκρατίας θα έφευγαν στα εξοχικά τους για το Σαββατοκύριακο. Ο συνθέτης και μαέστρος, ωστόσο, που υπέφερε συν τοις άλλοις από κώφωση, δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά. Ήταν η μόνη ημέρα που του διέθετε το θέατρο. Εκτός αυτού, ήθελε να απευθυνθεί όχι μόνο στην ελίτ, αλλά και στους ακροατές της διπλανής πόρτας. Γι’ αυτό και μείωσε την τιμή των εισιτηρίων.

Το σόλο για χορωδιακές φωνές που ακούστηκε εκείνο το βράδυ πέρασε στην ιστορία της κλασικής μουσικής, αλλά χωρίς υπερβολή και στην ίδια τη μεγάλη Ιστορία. Η Ενάτη του Μπετόβεν «είναι από τότε το έργο που χρησιμοποιήθηκε περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο για πολιτικούς σκοπούς», γράφει ο κορυφαίος μαέστρος και πιανίστας Ντάνιελ Μπαρενμπόιμ στους New York Times. Παίχτηκε από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου το 1936 -σε μια προφανή απόπειρα εργαλειοποίησης από τον Χίτλερ- έως την Πτώση του Τείχους, όταν ο Λέοναρντ Μπερνστάιν το 1989 αντικατέστησε τη λέξη «χαρά» από το χορωδιακό φινάλε με τη λέξη «ελευθερία». Ως γνωστόν, άλλωστε, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει επιλέξει ακριβώς την «Ωδή στη Χαρά» ως τον ύμνο της υπό τους ήχους του οποίου συνενώνονται ιδανικά και αγώνες.

Κι όμως, ο Μπετόβεν ίσως ένιωθε έκπληκτος μπροστά στην πολιτική αίγλη του αριστουργήματός του. «Ενδιαφερόταν για την πολιτική», γράφει ο Μπαρενμπόιμ, «αλλά μόνο επειδή ενδιαφερόταν για την ανθρώπινη κατάσταση. Σύμφωνα με μια αφήγηση, ήθελε αρχικά να αφιερώσει την Ηρωική Συμφωνία στον Ναπολέοντα, αλλά άλλαξε γνώμη όταν ο Βοναπάρτης εγκατέλειψε τα ιδεώδη της Γαλλικής Επανάστασης και στέφθηκε αυτοκράτορας».

Κατ’ αυτή την έννοια, ο Μπετόβεν δεν ήταν ένας ακτιβιστής της εποχής του, λέει ο Μπάρεμπόιμ. «Αντιθέτως, ήταν βαθύτατα πολιτικό ον με την ευρύτερη έννοια. Τον ενδιέφερε η ηθική στάση απέναντι στα πράγματα και τα μεγάλα ερωτήματα για το σωστό και το λάθος, τα οποία όμως επηρέαζαν ολόκληρες κοινωνίες. Ειδικό ενδιαφέρον για τον ίδιο είχε η ελευθερία της σκέψης και της προσωπικής έκφρασης, τις οποίες συνέδεε αυτομάτως με τα δικαιώματα και την ευθύνη του ατόμου. Αν ζούσε σήμερα, δεν θα συμπαθούσε καθόλου την εικόνα της ελευθερίας ως πρωτίστως οικονομικής, απαραίτητης για τους μηχανισμούς της αγοράς».

Αν υπάρχει κάτι που ξεχωρίζει ως «πολιτική θέση» μέσα στην Ενάτη, τότε κρύβεται και πάλι στην «Ωδή στη Χαρά» και τους στίχους του Φρίντριχ Σίλερ: «Όλοι οι άνθρωποι γίνονται αδέρφια…όλα τα έθνη αγκαλιαστείτε». Για τον Μπαρενμπόιμ οι στίχοι αυτοί εκφράζουν ως τις μέρες μας μία ελπίδα παρά ένα τετελεσμένο γεγονός. Η ίδια η Ιστορία, άλλωστε, είναι γεμάτη με εξαιρέσεις, αρχής γενομένης από το Ολοκαύτωμα και την καταπίεση των μειονοτήτων παντού στον πλανήτη. Μας αρέσει να ακούμε τη Συμφωνία, αλλά να μην παίρνουμε το μάθημά μας.

Στο άρθρο του στους New York Times, ο κορυφαίος μαέστρος αναγνωρίζει πάνω απ’ όλα το μεγαλείο της μουσικής μέσα στην τελευταία ολοκληρωμένη συμφωνία του γερμανού μουσουργού. Μεγαλείο που οφείλεται στις αντιθέσεις. «Ποτέ η μουσική δεν γελάει ή κλαίει σκέτο. Σε κάθε στιγμή της και γελάει και κλαίει ταυτόχρονα. Δημιουργώντας την ενότητα μέσα από τις αντιφάσεις -αυτό είναι ο Μπετόβεν για μένα».

Γι’ αυτό και η μουσική, όταν τη μελετήσει κανείς με τον κατάλληλο τρόπο, καταλήγει σε ένα μάθημα ζωής. «Μπορούμε να μάθουμε πολλά από τον Μπετόβεν, τον μετρ στην έκλυση συναισθημάτων και την παραγωγή σκέψης. Με τον κορυφαίο αυτό συνθέτη πρέπει κανείς να βάζει σε τάξη τα συναισθήματά του και την ίδια στιγμή να αισθάνεται τη μέθη αυτής της δομής -ένα φανταστικό μάθημα ζωής!», σημειώνει ο μαέστρος.

Ο ιταλός στοχαστής Αντόνιο Γκράμσι είχε γράψει σε ένα φίλο του το 1929, όταν ο Μουσολίνι ήταν κυρίαρχος στην Ιταλία: «Η σκέψη μου είναι πεσιμιστική, αλλά η θέλησή μου αισιόδοξη». «Προσπαθώ να κάνω δικά μου αυτά τα λόγια σήμερα, αν και δεν το καταφέρνω πάντοτε», καταλήγει ο Μπαρενμπόιμ. «Σε κάθε περίπτωση, ο Μπετόβεν ήταν ένας θαρραλέος άνθρωπος και νομίζω ότι το θάρρος είναι ουσιώδες γνώρισμα αν θέλουμε να κατανοήσουμε -πόσω μάλλον να ερμηνεύσουμε- την Ενάτη. Θα μπορούσα να παραφράσω το πνεύμα του Γκράμσι εφαρμόζοντάς το στο έργο του Μπετόβεν: ο πόνος είναι αναπόφευκτος, αλλά το θάρρος για να τον ξεπεράσεις είναι που δίνει αξία στη ζωή».