Το Facebook του Νικόλα Λεάλι πέρασε δύσκολη νύχτα. Υβρεις, ειρωνικά ευφυολογήματα, κακίες, κατάρες, προτροπές να ξεκουμπιστεί από τον Ολυμπιακό. Αυτό το τελευταίο είναι δεδομένο ότι θα συμβεί. Ο Ιταλός δεν δικαίωσε τη μεγάλη παράδοση της πατρίδας του στους καλούς τερματοφύλακες, ούτε την εκτίμηση που κοτζάμ Γιουβέντους έδειξε στο ταλέντο του. Τον αποκαλούν «μικρό Μπουφόν», όμως περισσότερο τον Κοστάντσο θυμίζει, που το σύντομο πέρασμά του από την Ελλάδα ενέπνευσε ένα σωρό ανέκδοτα. Του έχουν βάλει και ρήτρα αγοράς τριών εκατομμυρίων ευρώ – τρομάρα τους. Ευτυχώς (και για τον ίδιο) που ο Καπίνο είναι έτοιμος για το κυριακάτικο ντέρμπι στη Λεωφόρο. Εκτός θεαματικού απροόπτου, τον Λεάλι δεν θα τον ξαναδούμε κάτω από τα γκολπόστ του Ολυμπιακού.
Στο πρώτο ματς με την Μπεσίκτας, της έκανε «δώρο» την ισοφάριση (1-1). Στη ρεβάνς, χθες στη «Vodafone Arena» της Κωνσταντινούπολης, «έφαγε» δυο φτηνά γκολ. Ιδίως στο 3-1, που έσβησε και την τελευταία ελπίδα του Ολυμπιακού για πρόκριση, αντέδρασε σαν ερασιτέχνης. Οι «γκάφες» του, και στις δυο ελληνο-τουρκικές αναμετρήσεις, καθόρισαν το αποτέλεσμα. Αλλά, ας μη γινόμαστε κακοί με τον νεαρό κίπερ. Τόσο μπορεί το παιδί, τόσο παίζει. Ο Λεάλι δεν έχει καμία θέση στον Ολυμπιακό, ούτε ως δεύτερος ούτε ως τρίτος τερματοφύλακας, όμως δεν ήρθε απρόσκλητος στον πρωταθλητή Ελλάδας. Κάποιοι τον έφεραν. Και αυτοί που ήταν υπεύθυνοι για την πρόοδό του, ευθύνονται για τα διαρκώς επαναλαμβανόμενα -επί μήνες- τραγικά του λάθη.
Οσο κι αν τον «σταυρώσουμε», η πραγματικότητα δεν αλλάζει. Ο Ολυμπιακός αποκλείστηκε τόσο άδοξα, επειδή του λείπει μια αξιόπιστη άμυνα. Και στα τέσσερα γκολ που δέχτηκε, η αμυντική λειτουργία του ήταν θλιβερή. Επειδή μια εκτέλεση φάουλ του Φορτούνη ήταν η μοναδική καλή στιγμή του υποτιθέμενου ηγέτη του στο ματς. Επειδή, για άλλη μια φορά στην εφετινή σεζόν, αποδείχθηκε πως με την μπάλα στα πόδια, η ομάδα έχει τεράστιο πρόβλημα ανάπτυξης. Αλλά και επειδή η Μπεσίκτας είναι ανώτερη ομάδα: διαθέτει πιο ποιοτικούς ποδοσφαιριστές (τους δικούς του καλύτερους παίκτες ο Ολυμπιακός τους πούλησε), κυκλοφορεί την μπάλα πιο σωστά και πιο γρήγορα, και παίζει ποδόσφαιρο υψηλότερου επιπέδου, παρά τις αμυντικές της αδυναμίες. Η ευθύνη για την αποτυχία είναι συλλογική – και διδακτική για όσους σχεδιάζουν την ομάδα της επόμενης σεζόν.
Το χθεσινό ματς άρχισε ακριβώς όπως ο Ολυμπιακός φανταζόταν: οι παίκτες του Γκιουνές μπήκαν στο γήπεδο πολύ ορεξάτοι, με γρήγορες και σωστές κοντινές πάσες, και -κυρίως- αδιάκοπη κίνηση στον χώρο. Ταλαιπώρησαν αφάνταστα την «ερυθρόλευκη» άμυνα και στο 22′ το σκορ ήταν, κιόλας, 2-0. Το ίδιο είχαν κάνει και στο «Γεώργιος Καραϊσκάκης», χωρίς ο Ολυμπιακός να καταφέρει να «χαλάσει» το παιχνίδι τους. Αν, τότε, δεν είχαν πετύχει γκολ από νωρίς, αυτό οφειλόταν στη διάθεσή τους για φλύαρη επίδειξη υψηλής τεχνικής. Ο υπηρεσιακός τεχνικός, Βασίλης Βούζας, δεν αξιολόγησε αυτό το πρόβλημα σωστά. Η ενδεκάδα που επέλεξε χθες, ήταν κατά τα 10/11 ίδια με εκείνη του πρώτου αγώνα, με μόνο μια αλλαγή στο κέντρο της άμυνας (ο Ντα Κόστα αντί του Μποτία).
Ο Ολυμπιακός είχε τη σπάνια τύχη να πετύχει γκολ στην πρώτη του τελική προσπάθεια (31′ Ελιουνούσι) και -οκτώ λεπτά αργότερα- να αποκτήσει αριθμητικό πλεονέκτημα με τη (δίκαιη) αποβολή του Αμπουμπακάρ, που… κουτούλησε τον Ρέτσο. Με παίκτη παραπάνω, και απαλλαγμένος από τον μεγάλο μπελά του καμερουνέζου φορ (που είχε προλάβει να σκοράρει, πάλι, εις βάρος του, όπως στο 1-1 του Γ. Καραϊσκάκης), ο πρωταθλητής Ελλάδας πίστεψε ότι η πρόκριση του χαμογελούσε. Αλλά, το όνειρο (του 2-2) έγινε εφιάλτης: 4-1. Γιατί;
Μέχρι χθες, στο εφετινό Europa League ο Ολυμπιακός είχε παίξει καλύτερα εκτός έδρας, παρά στο Φάληρο: με τη Γιούνγκ Μπόις, με την Αρούκα και -κυρίως- με την Οσμάνλισπορ στην Αγκυρα, όπου έκανε την κορυφαία του εμφάνιση. Ο κοινός παρονομαστής αυτών των επιτυχιών ήταν το γεγονός ότι οι αντίπαλοί του, με τον ενθουσιασμό του γηπεδούχου, δεν του άφησαν την κατοχή της μπάλας. Επαιξαν επιθετικά, ο Ολυμπιακός βρήκε πολλούς κενούς χώρους, και «χτύπησε» με το πιο αποτελεσματικό του όπλο: τις αντεπιθέσεις. Διόλου τυχαία, οι «ερυθρόλευκοι» τα βρήκαν σκούρα με τη Χάποελ Μπέερ Σεβά και τον ΑΠΟΕΛ, που τους παραχώρησαν την πρωτοβουλία των κινήσεων. Απέναντι σε κλειστές άμυνες, πελαγώνουν. Ιδίως εκτός έδρας.
Η κρυφή ελπίδα του Ολυμπιακού στην Κωνσταντινούπολη, λοιπόν, ήταν ότι η Μπεσίκτας δεν επρόκειτο να τον περιμένει στο δικό της μισό του γηπέδου. Εχει πολύ μεγάλη ιδέα για τον εαυτό της (θεωρεί την παρουσία της στον τελικό της Στοκχόλμης δεδομένη), ώστε να του αφήσει την πρωτοβουλία. Αλλωστε, δεν καταδέχτηκε να τον παίξει άμυνα ούτε στο Φάληρο (η κατοχή των Τούρκων στο πρώτο ματς είχε αγγίξει το 70%). Πράγματι, οι Τούρκοι έπαιξαν ποδόσφαιρο κατοχής, αφήνοντας πολλούς κενούς χώρους στην ελληνική ομάδα. Ο Ολυμπιακός τους εκμεταλλεύτηκε θαυμάσια για να μειώσει σε 2-1. Χρειαζόταν ακόμα ένα γκολ για να προκριθεί. Μοιάζει οξύμωρο, αλλά η αποβολή του Αμπουμπακάρ (στο 39′) τον κατέστρεψε. Η Μπεσίκτας γύρισε πίσω, στο 1/3 του γηπέδου, και προσπαθούσε να «χτυπήσει» εκείνη σε αντεπιθέσεις. Οι διάδρομοι που ο Ολυμπιακός αναζητούσε για να φτάσει στην ισοφάριση, έκλεισαν. Ο μοναδικός παίκτης που θα μπορούσε -ίσως- να τους ανοίξει, ο Τσόρι Ντομίνγες, δεν είχε δηλωθεί στην UEFA από τον Μπέντο…
Ο Ολυμπιακός επεδίωξε να ανατρέψει μια αρνητική παράδοση 15 ετών, που θέλει τις ελληνικές ομάδες να έχουν αποκλειστεί από τα Κύπελλα Ευρώπης μέχρι να μπει ο Απρίλιος. Δεν τα κατάφερε. Το 4-1 αποτελεί τη βαρύτερη ήττα ελληνικής ομάδας από τουρκική. Εν πολλοίς, αδικεί και την προσπάθειά του στο «καμίνι» της Μπεσίκτας, που έχει αποδειχθεί επιστημονικώς πως είναι το πιο θορυβώδες γήπεδο της Ευρώπης (το 2007, στον αγώνα με τη Λίβερπουλ, οι κραυγές των τούρκων οπαδών μετρήθηκαν στα 132 ντεσιμπέλ).
Το εφετικό ευρωπαϊκό ταξίδι του Ολυμπιακού ολοκληρώθηκε υπό τους ήχους του «Ζορμπά», που οι οικοδεσπότες είχαν την… ευγενή καλοσύνη να παίξουν στα μεγάφωνα του γηπέδου. Ηταν ένα ταξίδι πιο μακρινό απ’ όσο θα περίμενε κανείς, σε μια σεζόν που άρχισε με το «σοκ» του αποκλεισμού από την Μπέερ Σεβά και εξελίχθηκε κάπως «τρελά», με την… παρέλαση τεσσάρων προπονητών και τις αποχωρήσεις ποδοσφαιριστών που αποδείχτηκαν αναντικατάστατοι. Εάν, του χρόνου, ο Ολυμπιακός θέλει να φτάσει πιο μακριά, θα πρέπει να παραδεχτεί και να διορθώσει τα λάθη του. Και να μην τα φορτώσει όλα σε έναν μαθητευόμενο τερματοφύλακα.