«Οι αντιλήψεις του κ. Κασσελάκη όπως και η όλη πολιτική του συγκρότηση δεν του επιτρέπουν να είναι πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Αλλά και αντίστροφα: ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεν μπορεί να παραμείνει κόμμα της Αριστεράς με πρόεδρο τον κ. Κασσελάκη».
Το μήνυμα αυτό έστειλε ο πρώην υπουργός και μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ Αριστείδης Μπαλτάς, σε άρθρο του – «ποταμό», που δημοσίευσε η «Αυγή», συντασσόμενος, τρόποιν τινά, με την εσωκομματική αντιπολίτευση στην Κουμουνδούρου, η οποία θέτει θέμα ηγεσίας ακόμη και μετά την «προειδοποιητική» παραπομπή Τζουμάκα για διαγραφή.
Ξεκίνησε το άρθρό του ασκώντας κριτική στην ίδια την υποψηφιότητα του εξ ΗΠΑ ορμώμενου επιχειρηματία για την προεδρία.
Χαρακτηριστικά, ο κ. Μπαλτάς έγραψε μεταξύ άλλων: «Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ απέδειξε ότι είναι κόμμα εντυπωσιακά ευγενές. Κατ’ αρχάς γιατί κανένας δεν έθεσε ευθέως στον κ. Κασσελάκη το εύλογο ερώτημα: αφού λες ότι παρακολούθησες εκ του σύνεγγυς την προεκλογική εκστρατεία του Αλέξη Τσίπρα, γοητεύτηκες και θέλησες να βοηθήσεις τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, δεν είναι κάπως ακραία υπερφίαλο να μη ζητήσεις την καθ’ όλα ευπρόσδεκτη ουσιαστική αξιοποίησή σου, αλλά να θελήσεις να αναλάβεις εδώ και τώρα τίποτε λιγότερο από την προεδρία του κόμματος; Δεν έχεις συνειδητοποιήσει ότι τα αφοσιωμένα μέλη του δεν θέλουν να έχουν καμιά σχέση με τέτοιες συμπεριφορές; Οτι η σεμνότητά τους συναρτάται ιστορικά, εκτός των άλλων, με τα διδάγματα της Μακρονήσου; Μήπως η επίσκεψή σου εκεί ενέτεινε, αντί να καταστείλει, αυτήν την εικόνα ανεπίτρεπτης αλαζονείας και μάλιστα με εξαιρετικά προβληματικές τοποθετήσεις;».
«Εξαιρετικά δυσοίωνη», έκρινε, όμως, και την πρώτη πράξη της νέας προεδρίας: «Ο διευθυντής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας και ο εκπρόσωπος τύπου του κόμματος αποπέμφθηκαν παραχρήμα μέσω διαρροών. Το απαράδεκτο της χειρονομίας σχολιάστηκε αρνητικά, κάπου ζητήθηκε άτσαλα κάποια συγγνώμη, αλλά το κύριο δεν αντιμετωπίστηκε με την αποφασιστικότητα που άρμοζε».
Ακολούθως, το στέλεχος του κόμματος ζήτησε να μάθει γιατί ο διάδοχος του Αλ. Τσίπρα καθυστέρησε να συγκαλέσει τα κομματικά όργανα, «τι ακριβώς σημαίνει η απειλή του ότι θα αποκλειστούν οι διαφωνούντες από το ευρωψηφοδέλτιο και η ανοιχτή πρόσκλησή του να εγγραφούν στον i-Syriza όσοι και όσες θα ήθελαν να το στελεχώσουν» όπως και «τι ακριβώς σημαίνει η συνεχής επίκληση της “αδιαμεσολάβητης” σχέσης του προέδρου με τον “λαό”», για να σχολιάσει, σε άλλο σημείο του άρθρου:
«Τι σχέση μπορούν να έχουν αυτά τόσο με την Αριστερά όσο και με τη δημοκρατία; Πώς νοείται κόμμα και δη της Αριστεράς υπό αυτές τις προκείμενες;».
Ο πανεπιστημιακός επέκρινε, υπό το ίδιο πρίσμα, τις θέσεις του κ. Κασσελάκη όπως αυτές εκφράστηκαν σε παλαιότερες συνεντεύξείς του, έως και τα όσα είπε ο ίδιος στον ΣΕΒ, προ λίγων εβδομάδων.
«Αναγνωρίζω ότι κατά την προεκλογική εκστρατεία του ο κ. Κασσελάκης διατύπωσε συνθήματα κάποια από τα οποία μπορεί κάπως να συνόψιζαν προγραμματικές θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, μολονότι ουδέποτε αναφέρθηκε ρητά σε αυτές. Ωστόσο άφησε κάποια άλλα επιμελώς ανοιχτά. Για παράδειγμα, το αν έχει αντιληφθεί το μείζον πολιτειακό/συνταγματικό ζήτημα που συνιστούν οι παρακολουθήσεις και οι αντίστοιχες προσπάθειες συγκάλυψης. Ή το πώς εννοεί τον δημόσιο χαρακτήρα της Ανώτατης Εκπαίδευσης και πώς θα προστατευθεί από τη ταχυδακτυλουργία που προετοιμάζει ο κ. Μητσοτάκης. Ή αν αντιλαμβάνεται τον κρατικοδίαιτο χαρακτήρα της ελληνικής επιχειρηματικότητας. Ή την ανάγκη για ένα διαφορετικό μοντέλο ανάπτυξης και το αιτούμενο της παραγωγικής ανασυγκρότησης. Ή ανεξακολουθεί να στηρίζει τη δημιουργία μισθοφορικού στρατού. Ή τις θέσεις του για την Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Ή…», ανέφερε επίσης.
Πέραν των ζητημάτων πολιτικών θέσεων, ιδιαίτερη μνεία γίνεται και στο πολιτικό ύφος. «Αναμφίβολα, υπήρξε πράξη γενναία το ότι ο κ. Κασσελάκης παραδέχθηκε ρητά τον σεξουαλικό προσανατολισμό του και μίλησε απερίφραστα για αυτόν. Σε μια κοινωνία με ισχυρές συντηρητικές τάσεις, μάλιστα, η πράξη αυτή διαδραμάτισε και εξακολουθεί να διαδραματίζει ρόλο σημαντικό», εκτίμησε ο πρώην υπουργός και πρώην βουλευτής.
«Ωστόσο», προσέθεσε, «η αμερικανόπνευστη έμφαση ενός πολιτικού ηγέτη σε θέματα που αφορούν την προσωπική ζωή και την πυρηνική οικογένεια –πρακτική που είχε ήδη εισαγάγει ο κ. Μητσοτάκης– συνιστά επικοινωνιακό μηχανισμό που επιδιώκει να καλλιεργήσει τη συναισθηματική ταύτιση εις βάρος της πολιτικής κρίσης. Αλλωστε στη χώρα μας, όπως και στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, τα μέλη της οικογένειας όσων ασκούν δημόσιο λειτούργημα δεν νοούνται, υπό αυτήν τους την ιδιότητα, ως πολιτικά πρόσωπα. Εστω και μόνο γιατί δεν εκλέγονται ούτε λογοδοτούν πουθενά. Το να λέγεται ότι ο σύντροφος του κ. Κασσελάκη έχει να προσφέρει στη χώρα ή το να δηλώνει ο πατέρας του ότι θα συζητήσει με τον γιό του τα εσωτερικά του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είναι απλώς μη αποδεκτά».
«Κάποιες χειρονομίες του κ. Κασσελάκη λειτουργούν επίσης αποτρεπτικά», συνέχισε και στάθηκε στο παράδειγμα της επίσκεψής Κασσελάκη στο ειδικό σχολείο στην Καλλιθέα, από την οποία το επιτελείο του «έσβησε» την παρουσία της κ. Μιχαηλίδου: «Εκεί η διαγραφή από τις σχετικές φωτογραφίες της αρμόδιας υπουργού που τον υποδέχθηκε ως εκ της θέσεώς της (αλλά άφησε πίσω τη σκιά της) θύμισε ανάλογες πρακτικές σε πολύ διαφορετικά καθεστώτα».
Επιπλέον, «η επίδειξη σωματικής ρώμης ειδικά σε ένα τέτοιο σχολείο άφησε αλγεινές εντυπώσεις», ενώ, όπως έγραψε, «η παροχή κλιματιστικών συσκευών συσκοτίζει το ότι τα μεγάλα ζητήματα υποδομών δεν λύνονται από δηλωμένες πράξεις φιλανθρωπίας ενός πολιτικού ηγέτη οσοδήποτε εύπορου. Ακόμη και αν βγάζει τα παπούτσια του για να μπει σε πλημμυρισμένο σπίτι. Με τη συνοδεία, βέβαια, της κάμεράς του και χωρίς να γνωρίζουμε αν ο κάμεραμαν έβγαλε τα δικά του…».
«Οσο και αν αναμένονται νέα επεισόδια που θα αποσαφηνίσουν καλύτερα τα πράγματα (ήδη έχουμε τη διαταγή διαγραφής του σ. Τζουμάκα), οι προσδοκίες των ψηφοφόρων του –και κατ’ επέκτασιν εκείνες της χώρας και του λαού της– μέλλει να διαψευστούν. Κατά τον έναν ή τον άλλο τρόπο, γρηγορότερα ή αργότερα. Oπου αν διαψευστεί τούτη η εκτίμηση, τόσο το χειρότερο για εκείνη», κατέληξε ο κ. Μπαλτάς.