Ο κυβερνήτης του Ντουμπάι, Μοχάμεντ μπιν Ρασίντ αλ Μακτούμ, καταδικάστηκε από τη βρετανική Δικαιοσύνη να καταβάλει περισσότερα από 640 εκατομμύρια ευρώ στην πρώην σύζυγό του και τα παιδιά τους, στη μεγαλύτερη αποζημίωση διαζυγίου που έχει επιδικάσει ποτέ βρετανικό δικαστήριο.
Ο 72χρονος σεΐχης και πρωθυπουργός των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, θα πρέπει να καταβάλει εφάπαξ 251,5 εκατ. λίρες (περίπου 300 εκατ. ευρώ) στην έκτη σύζυγό του, την 47χρονη πριγκίπισσα Χάγια της Ιορδανίας.
Επίσης, θα πρέπει να δώσει στα παιδιά τους, την 14χρονη Αλ Τζαλίλα και τον εννιάχρονο Ζάγεντ, συνολικά 290 εκατ. λίρες (περισσότερα από 340 εκατ. ευρώ) για να καλύψει τη διατροφή τους, τη μόρφωση και το κόστος για την ασφάλειά τους.
«Με δεδομένο το καθεστώς τους και τις απειλές για τρομοκρατία και απαγωγή με τις οποίες είναι αντιμέτωπα, είναι ιδιαίτερα ευάλωτα και έχουν ανάγκη από ενισχυμένη ασφάλεια», τόνισε ο Φίλιπ Μουρ, πρόεδρος του οικογενειακού δικαστηρίου στη σημερινή του απόφαση.
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι «η βασική απειλή που αντιμετωπίζουν (τα παιδιά) προέρχεται από τον ίδιο τον εμίρη και όχι από εξωτερικές πηγές».
Η πριγκίπισσα Χάγια «δεν ζητεί αποζημίωση για τον εαυτό της αλλά για την ασφάλειά της» και για να αποζημιωθεί για τα περιουσιακά στοιχεία της που απώλεσε μετά τη λύση του γάμου τους, εξήγησε ο Μουρ.
Στη διάρκεια της κατάθεσής της ενώπιον του δικαστηρίου, που διήρκεσε σχεδόν επτά ώρες, η Χάγια είχε δηλώσει ότι ζητεί να της καταβληθεί εφάπαξ ένα μεγάλο ποσό προκειμένου να μπορέσει να ξεφύγει, αυτή και τα παιδιά τους, από την επιρροή του σεΐχη.
Η απόφαση είναι η πιο πρόσφατη εξέλιξη στο δικαστικό σίριαλ που ξεκίνησε όταν η πριγκίπισσα διέφυγε στη Βρετανία με τα παιδιά της, τον Απρίλιο του 2019, φοβούμενη για την ασφάλειά της, αφού ξεκίνησε σχέση με έναν από τους σωματοφύλακές της, και ένα μήνα αφού είχε ζητήσει διαζύγιο από τον εμίρη.
Το Ανώτατο Δικαστήριο είχε αποφανθεί τον Οκτώβριο ότι ο αλ Μακτούμ είχε δώσει εντολή για την παρακολούθηση του κινητού τηλεφώνου της συζύγου του και των δύο βρετανών δικηγόρων της μέσω του λογισμικού Pegasus.
Στη διάρκεια αυτής της δίκης δεν αποδείχθηκε ότι η παρακολούθηση αυτή συνδεόταν με τη δικαστική διαμάχη. Ωστόσο, από το τηλέφωνό της είχε υποκλαπεί μεγάλος όγκος δεδομένων και συνομιλιών.
Ο δικαστής εξάλλου είχε υπογραμμίσει ότι ο σεΐχης «είχε παρενοχλήσει και εκφοβίσει τη μητέρα (των παιδιών τους) προτού αυτή αναχωρήσει για την Αγγλία», όπως και στη συνέχεια, και ήταν «έτοιμος να ανεχθεί αυτοί που ενεργούν στο όνομά του να πράττουν το ίδιο παρανόμως στη Βρετανία».