Ολοκληρώθηκε η δημόσια διαβούλευση για το σχέδιο νομοθετικής ρύθμισης του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων που αφορά στις αποζημιώσεις των καταναλωτών από τις τράπεζες σε περίπτωση που πέσουν θύματα ηλεκτρονικής απάτης μέσω καρτών ή κλοπής των προσωπικών δεδομένων τους και κωδικών e-banking.
Το σχέδιο νόμου αναμένεται να ψηφιστεί από τη Βουλή εντός του Ιανουαρίου και θα τεθεί σε εφαρμογή από τον Φεβρουάριο.
Σύμφωνα με τον υπουργό Ανάπτυξης, Αδωνι Γεωργιάδη, η εν λόγω ρύθμιση, για τον περιορισμό της ευθύνης του πληρωτή, εφόσον είναι καταναλωτής, είναι απολύτως συμβατή με την Οδηγία 2015/2366/ΕΕ.
Η νέα διάταξη στο άρθρο 22 του νομοσχεδίου με τίτλο «Ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2020/1828 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Νοεμβρίου 2020 σχετικά με τις αντιπροσωπευτικές αγωγές για την προστασία των συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών και για την κατάργηση της οδηγίας 2009/22/ΕΚ, ενίσχυση της προστασίας των καταναλωτών, ρυθμιστικό πλαίσιο για την παλαίωση οίνων και άλλες επείγουσες διατάξεις για την ενίσχυση της ανάπτυξης», προβλέπει ότι σε περίπτωση κλοπής ή απώλειας τραπεζικής κάρτας και εφόσον πραγματοποιηθούν συναλλαγές μέχρι το μπλοκάρισμά της από την τράπεζα. θα υπάρχει αποζημίωση για ζημιά άνω των 50 ευρώ.
Δηλαδή εφόσον κλαπεί η κάρτα κάποιου καταναλωτή και με αυτήν πραγματοποιηθούν αγορές 300 ευρώ, πριν μπλοκαριστεί από την τράπεζα, η τράπεζα θα καλύπτει τα 250 ευρώ υπό την προϋπόθεση ότι θα έχει γίνει δήλωση απώλειας της κάρτας.
Ανάλογες υποχρεώσεις θα υπάρχουν και στην περίπτωση απάτης μέσω ηλεκτρονικών συναλλαγών. Εάν υπάρξει υποκλοπή κωδικών του e-banking ενός καταναλωτή ή των στοιχείων της κάρτας του, για ζημιά εως 1.000 ευρώ θα είναι υπεύθυνος ο καταναλωτής ενώ για τα επιπλέον ποσά θα αναλαμβάνουν το κόστος οι τράπεζες.
Συγκεκριμένα στο άρθρο 22 του νομοσχεδίου, προβλέπονται τα εξής:
1. Ο πληρωτής ευθύνεται μέχρι του ανώτατου ποσού των 50 ευρώ για τις ζημίες από τη διενέργεια μη εγκεκριμένων πράξεων πληρωμής, οι οποίες προκύπτουν είτε από τη χρήση απολεσθέντος ή κλαπέντος μέσου πληρωμών είτε από υπεξαίρεσή του.
Η εν λόγω υποχρέωση δεν ισχύει, εφόσον:
α) η απώλεια, κλοπή ή υπεξαίρεση του μέσου πληρωμών δεν ήταν δυνατό να εντοπιστεί από τον πληρωτή πριν από τη διενέργεια πράξης πληρωμής, εκτός αν ο πληρωτής είχε ενεργήσει με δόλο ή
β) η ζημία είχε προκληθεί από πράξεις ή παραλείψεις υπαλλήλου, αντιπροσώπου ή υποκαταστήματος ενός παρόχου υπηρεσιών πληρωμών ή οντότητας στην οποία ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών είχε αναθέσει τις δραστηριότητές του.
Ο πληρωτής ευθύνεται για όλες τις ζημίες που σχετίζονται με κάθε μη εγκεκριμένη πράξη πληρωμής, που προξένησε από δόλο, καθώς για τη με δόλο αθέτηση των υποχρεώσεών του. Στις περιπτώσεις αυτές, δεν ισχύει το ανώτατο ποσό που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.
2. Αν ο πληρωτής είναι καταναλωτής και εφόσον οι ζημιές οφείλονται σε βαριά αμέλεια, ευθύνεται μέχρι του ανώτατου ποσού των 1.000 ευρώ, λαμβάνοντας υπόψη ιδίως τη φύση των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας και τις ειδικότερες περιστάσεις υπό τις οποίες το μέσο πληρωμής απωλέσθη, εκλάπη ή υπεξαιρέθηκε.
Οι ρυθμίσεις εκτιμάται ότι θα οδηγήσουν τις τράπεζες σε αύξηση των ασφαλιστικών δικλίδων για την αποτροπή τέτοιων φαινομένων.
Από την πλευρά της, η Ενωση Ελληνικών Τραπεζών, σύμφωνα με πληροφορίες του ΑΠΕ-ΜΠΕ, σε επιστολή της προς τον υπουργό εκφράζει σκεπτικισμό για τη διάταξη, προβάλλοντας το επιχείρημα ότι θα οδηγήσει σε περιορισμό των ορίων συναλλαγών και επιβράδυνση των ηλεκτρονικών συναλλαγών.