Η Αζάντ, η Ντόνια και η Μπαχαρέ δεν γνωρίζονται μεταξύ τους. Αλλά οι τρεις γυναίκες, που μιλούν στο BBC με αλλαγμένα τα ονόματά τους για να προστατευθούν, είναι αποφασισμένες να αντισταθούν στο καθεστώς των μουλάδων και στους ενδυματολογικούς κώδικες που έχει επιβάλει στις γυναίκες και στα κορίτσια του Ιράν εδώ και 45 χρόνια.
Ετσι, καθημερινά βγαίνουν από τα σπίτια τους στην Τεχεράνη χωρίς να καλύπτουν τα μαλλιά τους – παρά τους κινδύνους.
«Είναι πολύ τρομακτικό» λέει η 20χρονη φοιτήτρια μουσικής Ντόνια, στην Κάρολι Χόουλι του BBC, μέσω μιας κρυπτογραφημένης εφαρμογής. «Μπορούν να σε συλλάβουν ανά πάσα στιγμή και να σου επιβάλουν πρόστιμο. Ή να σε βασανίσουν με μαστιγώματα. Η συνήθης ποινή, αν συλληφθείς, είναι 74 μαστιγώματα» προσθέτει.
Τον περασμένο μήνα, μια 33χρονη ιρανή ακτιβίστρια κουρδικής καταγωγής, η Ρόγια Χεσμάτι, δημοσιοποίησε φωτογραφία της με τα ίχνη από τα 74 μαστιγώματα στο σώμα της. Αλλά η Ντόνια, η Αζάντ και η Μπαχαρέ τονίζουν ότι δεν υπάρχει επιστροφή για αυτές.
«Είναι συμβολικό να μη φοράω χιτζάμπ» λέει η Ντόνια. «Επειδή είναι το κλειδί του καθεστώτος για την καταστολή των γυναικών στο Ιράν. Αν αυτός είναι ο μόνος τρόπος που μπορώ να διαμαρτυρηθώ και να κάνω ένα βήμα για την ελευθερία μου, θα το κάνω».
Η Αζάντ πέρασε χρόνο στη φυλακή, κάτι που της άφησε βαθύ τραύμα. «Η ανάμνηση της φυλακής είναι μαζί μου κάθε στιγμή».
Ως ένδειξη διαμαρτυρίας, οι τρεις γυναίκες δεν θα προσέλθουν να ψηφίσουν στις κοινοβουλευτικές εκλογές της χώρας αυτή την εβδομάδα. Είναι οι πρώτες εκλογές από τότε που οι ισλαμικές Αρχές κατέστειλαν βίαια την εξέγερση των γυναικών που ακολούθησε τη δολοφονία της 22χρονης Μάχσα Αμινί από την αστυνομία ηθών, τον Σεπτέμβριο του 2022.
Η Αμινί είχε τεθεί υπό κράτηση επειδή φέρεται να μη φορούσε σωστά τη μαντίλα της. Η άρνηση να φορέσει κάποια το χιτζάμπ δημοσίως μπορεί να οδηγήσει σε φυλάκιση και βασανιστήρια – ωστόσο πολλές αρνούνται να τη φορέσουν.
«Είναι αλήθεια ότι δεν υπάρχει πλέον έντονη παρουσία πολιτών που διαμαρτύρονται στους δρόμους» λέει η 34χρονη Αζάντ, που είναι υπεύθυνη ανθρωπίνων πόρων σε εταιρεία. «Αλλά στις καρδιές μας το καθεστώς έχει καταστραφεί ολοσχερώς και οι άνθρωποι δεν αποδέχονται τίποτε από αυτό. Ετσι, ο τρόπος τους να δείξουν την αποδοκιμασία τους θα είναι να μην ψηφίσουν».
«Η απομόνωση ήταν ό,τι χειρότερο μπορείς να φανταστείς»
Η Αζάντ συνελήφθη τον Οκτώβριο του 2022 και φυλακίστηκε για έναν μήνα. Συνελήφθη εκ νέου τον περασμένο Ιούλιο για αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που επέκριναν την κυβέρνηση και πέρασε 120 ημέρες στη φυλακή – 21 από αυτές στην απομόνωση.
«Η απομόνωση ήταν το χειρότερο μέρος που μπορείς να φανταστείς» λέει. «Η πόρτα του κελιού ήταν κλειδωμένη όλη την ώρα. Το κελί ήταν 1 επί 1,5 μ. Δεν υπήρχε εξωτερικό φως, τα φώτα ήταν αναμμένα μέρα και νύχτα. Μας είχαν δεμένα τα μάτια όταν πηγαίναμε στην τουαλέτα».
Η Αζάντ ήταν τόσο ταραγμένη από τη δοκιμασία ώστε χτύπησε το κεφάλι της στον τοίχο – και εξακολουθεί να υποφέρει. «Μερικές φορές αρχίζω να κλαίω χωρίς λόγο. Μερικές φορές δεν θέλω να ανοίξω τα μάτια μου γιατί νομίζω ότι είμαι ακόμα εκεί. Η ανάμνηση της φυλακής είναι μαζί μου κάθε στιγμή».
Η ίδια είπε ότι οι ανακρίσεις της συχνά ξεκινούσαν στις οκτώ το πρωί και τελείωναν το βράδυ. «Αυτό λέγεται “λευκό βασανιστήριο” και είναι χειρότερο από χίλιους ξυλοδαρμούς. Με απειλούσαν και με ταπείνωναν. Αλλά εγώ τους κορόιδευα».
Παρ’ όλα όσα έχει ήδη υπομείνει, η Αζάντ είναι ακόμα πρόθυμη να ρισκάρει ξανά τον εγκλεισμό της, κυκλοφορώντας χωρίς χιτζάμπ. «Αφού χάσαμε τη Μάχσα Αμινί, υποσχέθηκα στον εαυτό μου ότι δεν θα φορέσω χιτζάμπ ούτε θα αγοράσω ποτέ για μένα ή για καμία άλλη. Κάθε αλλαγή έχει ένα τίμημα. Και είμαστε έτοιμες να το πληρώσουμε» τονίζει.
Πολλές γυναίκες στο Ιράν βγαίνουν πλέον έξω χωρίς μαντίλα, αν και μερικές έχουν μια μαντίλα στον λαιμό τους, σε περίπτωση που τους σταματήσει η αστυνομία ηθών.
Μία στις πέντε γυναίκες δεν φοράει, σε μια καθημερινή πράξη γενναιότητας και περιφρόνησης προς το καθεστώς, τονίζει το BBC. «Δεν θα τα παρατήσω ποτέ» λέει η Αζάντ.
Μπαχαρέ: «Δεν επιτρέπεται να πάω στη δουλειά χωρίς χιτζάμπ»
Mια άλλη γυναίκα στην Τεχεράνη, που μίλησε στο BBC, είπε ότι ο αγώνας ενάντια στο καθεστώς την έχει φθείρει. Η 39χρονη Μπαχαρέ, ρεπόρτερ και κριτικός κινηματογράφου, έχει χάσει πολλά χρήματα για να μπορεί να δουλεύει από το σπίτι, αντί να πηγαίνει στο γραφείο της – όπου θα αναγκαζόταν να φορέσει μαντίλα.
«Είμαι κουρασμένη και απογοητευμένη» λέει. «Δεν επιτρέπεται να πάω στη δουλειά χωρίς χιτζάμπ και δεν είμαι διατεθειμένη να το φορέσω». Γι’ αυτό και βασίζεται στον μισθό του συζύγου της.
Πρόσφατα, ενώ οδηγούσε χωρίς μαντίλα, η αστυνομία τη σταμάτησε και κατέσχεσε το αυτοκίνητό της. Συνελήφθη επίσης στα τέλη του περασμένου έτους, αφού δημοσίευσε φωτογραφίες της χωρίς χιτζάμπ στον λογαριασμό της στο Instagram και ενθάρρυνε και άλλες να κάνουν το ίδιο. Το «Επαναστατικό Δικαστήριο» της επέβαλε ποινή φυλάκισης έξι μηνών με αναστολή και πρόστιμο.
«Με προσέβαλαν και με απείλησαν, μου είπαν ότι έκανα λάθος και με κατηγόρησαν ότι υποκινούσα τον κόσμο σε επανάσταση και “γυμνισμό”» λέει, ενώ υποστηρίζει ότι δεν φυλακίστηκε επειδή δεν υπάρχει χώρος στις φυλακές: «Είναι γεμάτες κόσμο και προτιμούν απλώς να τρομάζουν ανθρώπους σαν εμένα».
«Εξακολουθώ να βγαίνω έξω, αλλά είναι δύσκολο, γιατί εστιατόρια, καφετέριες και βιβλιοπωλεία μπορεί να κλείσουν επειδή με άφησαν να μπω χωρίς χιτζάμπ» λέει.
Οπως γράφει η δημοσιογράφος του BBC, οι δυο γυναίκες συμφώνησαν να διαγράψουν τη συνομιλία τους μετά την ολοκλήρωση της συνέντευξης. Η Μπαχαρέ της εξήγησε ότι δεν έχει επιλογή. «Αν με συλλάβουν, κανείς δεν μπορεί να με βοηθήσει, θα κατηγορηθώ για κατασκοπεία και θα καταδικαστώ σε θάνατο».
Ο τρόμος και το θάρρος πάνε χέρι-χέρι για πολλές Ιρανές που είναι πρόθυμες να αψηφήσουν το καθεστώς. Μαζί με τον θυμό και την ελπίδα, γράφει η Χόουλι.
«Με έπιασε πανικός και ο πατέρας μου φοβήθηκε»
Η Ντόνια περιγράφει ένα πρόσφατο ταξίδι με τον πατέρα της στο κέντρο της Τεχεράνης. Φορούσε ένα καπέλο επειδή έκανε κρύο, το οποίο έβγαλε στο μετρό, όταν μια ομάδα ανδρών και γυναικών με μαύρα τσαντόρ –οι ολόσωμες ρόμπες που φορούν οι γυναίκες-μέλη της αστυνομίας ηθών– της φώναξαν να φορέσει τη μαντίλα της.
«Δεν είχα μαζί μου. Μόνο το καπέλο μου. Αλλά αρνήθηκα να το φορέσω» θυμάται. «Ηταν τόσο τρομακτικό! Συνέχισα να περπατάω, αγνοώντας τους. Και ήταν τόσοι πολλοί, που είχαν καταλάβει το μεγαλύτερο μέρος του σταθμού».
Μόνον όταν άκουσε τον έναν από αυτούς να λέει στον άλλον «σε παρακαλώ, πάρε αυτό το κορίτσι στο αυτοκίνητο», το ξανασκέφτηκε. «Το αίμα μου πάγωσε. Πανικοβλήθηκα και ο μπαμπάς μου φοβήθηκε επίσης. Φόρεσα, λοιπόν, το καπέλο μου».
Η μόνη περίπτωση που η Ντόνια καλύπτει το κεφάλι της είναι στο πανεπιστήμιο, γιατί διαφορετικά δεν της επιτρέπουν να μπει. Ωστόσο, όπως λέει, αυτή και άλλες φοιτήτριες βγάζουν τη μαντίλα μέσα στην τάξη.
«Μακάρι οι φίλες μου και εγώ να μπορούσαμε να φοράμε δροσερά ρούχα, με υπέροχα χτενίσματα στο πανεπιστήμιο – όπως σε άλλες χώρες. Οι άνθρωποι κοιμούνταν πριν από τον θάνατο της Μάχσα, αλλά τώρα είναι πιο συνειδητοποιημένοι» προσθέτει.
«Οι διαμαρτυρίες είναι ο λόγος για τον οποίο τόσες πολλές γυναίκες αρνούνται να φορέσουν μαντίλα στους δρόμους. Αλλά έχουν επίσης κουραστεί από την πίεση και όλα τα νέα για τις εκτελέσεις συλληφθέντων στις διαδηλώσεις. Είναι ένας δύσκολος και εξαντλητικός δρόμος» σημειώνει.
Οι αντικαθεστωτικοί εξακολουθούν να γράφουν συνθήματα σε δημόσιους τοίχους και να μποϊκοτάρουν την κρατική τηλεόραση. «Βλέπω ανθρώπους να παλεύουν για την αλλαγή κάθε μέρα. Πιστεύω στη γενιά μου. Δεν αντέχουμε την καταπίεση. Οι άνθρωποι βρίσκουν κάθε ευκαιρία να χορέψουν και να ζητωκραυγάσουν ή να τραγουδήσουν στους δρόμους, επειδή ο χορός είναι παράνομος» λέει η Ντόνια.
Η Αζάντ παίρνει θάρρος από την αλληλεγγύη των ξένων και μια νέα αίσθηση ενότητας ενάντια στο καθεστώς. Λέει ότι ακόμη και γυναίκες που φορούν χιτζάμπ, της δίνουν θάρρος επειδή αρνείται να καλύψει τα μαλλιά της. Και είναι πεπεισμένη ότι, μετά από 45 χρόνια στην εξουσία, οι μέρες της Ισλαμικής Δημοκρατίας είναι μετρημένες.
«Η επανάσταση θα γίνει» λέει. «Αλλά κανείς δεν ξέρει πότε ακριβώς».