Προσπάθησε να αποδράσει από την «χρυσή φυλακή» όπου ζούσε επί 33 συναπτά έτη. Απέτυχε και παραμένει εξαφανισμένη, σχεδόν ένα χρόνο μετά την περιπετειώδη απόπειρα της, τον περασμένο Φεβρουάριο και ακόμη παραμένει μυστήριο τι της συνέβη.
Η πριγκίπισσα Λατίφα, η 33χρονη κόρη του εμίρη Μοχάμεντ μπιν Ρασίντ αλ Μακτούμ, κυβερνήτη του Ντουμπάι και πρωθυπουργού των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων (ΗΑΕ), προσπάθησε, όπως όλα δείχνουν, να αποδράσει από τα ΗΑΕ.
Επιβιβάστηκε στο γιοτ «Νοστρόμο» με σκοπό να φτάσει στην Ινδία και από εκεί στην Αμερική για να ξεκινήσει μια νέα ζωή.
Όμως μέσα σε λίγες ημέρες την εντόπισαν οι ινδικές αρχές, την αιχμαλώτισαν και εικάζεται ότι την επέστρεψαν στο Ντουμπάι – ωστόσο, σύμφωνα με ντοκιμαντέρ του BBC που προβάλλεται αυτή την εβδομάδα, έκτοτε αγνοούνται τα ίχνη της.
Κανείς δεν την είδε ξανά και κανείς δεν έμαθε τίποτα γι′ αυτή.
Όμως η πριγκίπισσα Λατίφα είχε λάβει τα μέτρα της: άφησε πίσω της ένα βίντεο, στην περίπτωση που θα την έπιαναν, και το έστειλε σε έναν δικηγόρο στην Αμερική. Λίγες ημέρες μετά το βίντεο ανέβηκε στο YouTube.
«Αν βλέπετε αυτό το βίντεο, είτε είμαι νεκρή είτε βρίσκομαι σε μια πολύ, πολύ, πολύ άσχημη κατάσταση» λέει στο βίντεο εξομολογούμενη τόσο την πρόθεσή της να το σκάσει από τον πατέρα της όσο και τον φόβο της ότι αν αποτύγχανε, αυτός θα τη σκότωνε ή θα τη βασάνιζε.
Στη συνέχεια λέει ότι η πρώτη της προσπάθεια να δραπετεύσει ήταν στα 16 της χρόνια, ωστόσο συνελήφθη στα σύνορα, φυλακίστηκε για τρία χρόνια, ξυλοκοπήθηκε και βασανίστηκε – αλλά για την δεύτερη απόπειρά της δηλώνει πεπεισμένη ότι κατά 99% θα πετύχει.
Το σχεδίαζε άλλωστε σχεδόν επτά χρόνια, προσθέτει, έχοντας βάλει στην άκρη πάνω από 400.000 δολάρια για αυτό το σκοπό. Ονειρευόταν να φτάσει στη Φλόριντα και να ζητήσει πολιτικό άσυλο.
Αλλά η απόδρασή της, μάλλον, είχε άδοξο τέλος…
«Συμπεριφέρονται στις γυναίκες σαν να είναι υπάνθρωποι»
Στο ντοκιμαντέρ του BBC, με τίτλο «Απόδραση από το Ντουμπάι», δεν ξετυλίγεται απλώς το κουβάρι της δύσκολης ζωής της, αλλά περιγράφονται και οι συνθήκες απόδρασής της, από εκείνους που την βοήθησαν να δραπετεύσει.
Στο βρετανικό δίκτυο μιλούν δύο φίλοι της, ένας γάλλος πρώην αξιωματικός του Ναυτικού και μια φινλανδή δασκάλα καποέιρα, καθώς και το φιλιππινέζικο πλήρωμα του γιοτ «Νοστρόμο», που ήταν αυτόπτες μάρτυρες της απαγωγής της.
Η Λατίφα ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με τον Γάλλο, τον Ερβέ Ζομπέρ, το 2011, διότι διάβασε ότι χρόνια νωρίτερα είχε αποδράσει από το Ντουμπάι όπου είχε προβλήματα με τις Αρχές. Το γεγονός πως ο Ζομπέρ είχε κάνει κατάδυση με μπουκάλες από την ακτή ως ένα πλοίο που τον περίμενε στα ανοιχτά και τον οδήγησε στην Ινδία, την έκανε να σκεφτεί σοβαρά να επικοινωνήσει μαζί του.
Όταν ο Ζομπέρ έλαβε το μέιλ της Λατίφα, αρχικά νόμιζε ότι ήταν παγίδα. «Της είπα: “Κοίτα, μου λες ότι είσαι η κόρη του κυβερνήτη του Ντουμπάι, ίσως είναι παγίδα και πρέπει να ελέγξω ότι λες αλήθεια”», είπε στο BBC.
Μετά από ανταλλαγές πολλών μηνυμάτων, ο Ζομπέρ έμαθε την αλήθεια για την ζωή της 33χρονης: η πριγκίπισσα του έγραφε πως «μου φέρονται άσχημα και με καταπιέζουν όλη μου τη ζωή. Συμπεριφέρονται στις γυναίκες σαν να είναι υπάνθρωποι. Ο πατέρας μου δεν μπορεί να συνεχίσει να κάνει όσα κάνει σε όλες μας».
Το δεύτερο κομβικό άτομο στην υπόθεση είναι η Τίνα Γιαουχιάινεν, από τη Φινλανδία, που πήγε το 2014 στο παλάτι για να διδάξει καποέιρα, μια βραζιλιάνικη πολεμική τέχνη.
Οι δυο τους έγιναν στενές φίλες, έκαναν μαζί ελεύθερες πτώσεις με αλεξίπτωτο και η Τίνα βοήθησε τη Λατίφα στο σχέδιό της να αποδράσει – μάλιστα, όπως λέει, μετέβη αρκετές φορές στο εξωτερικό προκειμένου να συναντήσει τον Ζομπέρ και να συζητήσει τις λεπτομέρειες.
Η απόδραση ξεκίνησε τον περασμένο Φεβρουάριο, στις 24 του μήνα, όταν οι δυο τους πέρασαν στο Ομάν, από όπου βγήκαν στη θάλασσα και από εκεί με τζετ σκι διήνυσαν 40 χλμ. όπου τους περίμενε ο Ζομπέρ στο γιοτ «Νοστρόμο» σε διεθνή ύδατα.
«Τα κύματα ήταν ενάμισι μέτρο και είχαμε αντίθετο άνεμο, γι’ αυτό μας πήρε αρκετές ώρες να φθάσουμε στο γιοτ», λέει η Φινλανδή στο BBC.
Όταν έφθασαν στο γιοτ, η Γιαουχιάινεν και η Λατίφα έστειλαν μηνύματα σε φίλους και συγγενείς, ήρθαν σε επαφή με την οργάνωση Detained in Doubai και με δημοσιογράφους, ελπίζοντας ότι αν δημοσιοποιούσαν την υπόθεση θα ήταν πιο ασφαλείς, ωστόσο, όλως παραδόξως, δεν βρήκαν ανταπόκριση.
Λίγες ημέρες αργότερα, στις 4 Μαρτίου, και 40 χλμ. προτού φθάσουν στις ινδικές ακτές, έλαβε χώρα η απαγωγή της πριγκίπισσας, η οποία διοργανώθηκε από κοινού από τις ειδικές δυνάμεις της Ινδίας και των ΗΑΕ, καθώς τα δυο κράτη έχουν στρατηγική πολιτική συνεργασία.
Κομάντος εισέβαλαν στο γιοτ κι άρπαξαν τη Λατίφα, η οποία δεν έδωσε ξανά σημεία ζωής.
«Έλεγε ότι προτιμούσε να τη σκοτώσουν στο γιοτ παρά να επιστρέψει στο Ντουμπάι», είπε ο Ζομπέρ στο BBC. «Δεν έχω ιδέα πού βρίσκεται. Ανησυχώ πολύ», καταλήγει προσθέτοντας πως από τον Μάρτιο ο λογαριασμός της στο Instagram έκλεισε.
Ο σεΐχης Μοχάμεντ και η κυβέρνηση του Ντουμπάι δεν απάντησαν στις προσπάθειες του BBC να μάθουν τι απέγινε η Λατίφα.
Και το «μεγαλύτερο μυστήριο του 2018» ακόμη να λυθεί…