Οπως υποδηλώνει και ο τίτλος του, το ολοκαίνουργιο άλμπουμ της Τέιλορ Σουίφτ είναι αυτοβιογραφικό και αποτελεί μια μορφή κάθαρσης για την αμερικανίδα σταρ. Το «The Tortured Poets Department» (Το Τμήμα των Βασανισμένων Ποιητών) περιγράφεται από την ίδια ως «σωσίβιο» σε μια εποχή γεμάτη από αναταράξεις στην προσωπική της ζωή – απιστίες, χωρισμούς και υποσχόμενους έρωτες.
Υπό αυτό το πρίσμα, ο δίσκος αυτός είναι ο πιο προσωπικός της καριέρας της. Οπως γνωρίζουν πλέον άπαντες, τα τραγούδια της καταπιάνονται με το τέλος της εξάχρονης σχέσης της με τον ηθοποιό Τζο Αλγουιν, τη σύντομη σχέση της με τον τραγουδιστή του συγκροτήματος 1975, Μάτι Χίλι, και το σημερινό της ειδύλλιο με τον αμερικανό ποδοσφαιριστή Τράβις Κέλτς. Ιχνη κατάθλιψης, προδοσίας και αθετημένων υποσχέσεων αναδύονται από τους στίχους.
Οι μουσικοκριτικοί συχνά απορρίπτουν το εξομολογητικό στιλ της Σουίφτ ως «τροφή για κουτσομπολιά των σελίδων των ταμπλόιντ εφημερίδων», επισημαίνει δημοσίευμα του BBC. Ωστόσο ο τίτλος του νέου της άλμπουμ παραπέμπει σε μια παράδοση χιλιετιών, με καλλιτέχνες-δημιουργούς που έχουν μετατρέψει τις ερωτικές απογοητεύσεις τους σε μορφή τέχνης.
Οι συζητήσεις γύρω από την αυτοβιογραφική έμπνευση της τέχνης έχουν, σε τελική ανάλυση, στιγματίσει μερικά από τα σπουδαιότερα αποσπάσματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ενώ ορισμένες από τις ρηχές αντιδράσεις στη μουσική της τραγουδίστριας ίσως λένε περισσότερα για την κουλτούρα του μισογυνισμού παρά για το ταλέντο της στη σύνθεση τραγουδιών.
Η ελληνίδα λυρική ποιήτρια του 6ου π.Χ. αιώνα Σαπφώ θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η αρχετυπική «βασανισμένη ποιήτρια». Τα ποιήματά της, που είχαν μελοποιηθεί στην εποχή της, ήταν τόσο δημοφιλή στην Αρχαία Ελλάδα που συχνά την αποκαλούσαν «δέκατη μούσα». Στα ελάχιστα ποιήματά της που διασώζονται υπάρχουν συγκλονιστικές εξερευνήσεις σχέσεών της, τόσο με άνδρες όσο και με γυναίκες.
Πολλοί αρχαίοι αναγνώστες θεωρούσαν τα ποιήματα της Σαπφούς αυτοβιογραφικά – γεγονός που επέφερε τη φήμη τής μόνιμα ερωτευμένης ποιήτριας. Ο θάνατός της, άλλωστε, συνάδει με αυτόν τον χαρακτηρισμό καθώς, σύμφωνα με τον θεατρικό συγγραφέα Μένανδρο, πήδηξε από έναν γκρεμό απογοητευμένη από την απόρριψη ενός εραστή της. Η αυτοκτονία της έχει εμπνεύσει αμέτρητα έργα τέχνης και ποιήματα ανά τους αιώνες.
Παρόμοιες εικασίες υπάρχουν και για τον αναγεννησιακό ποιητή Πετράρχη (1304-1374 μ.Χ.), του οποίου τα «Ασματα» (Canzoniere) αντανακλούν την αγωνία του για τα ανεκπλήρωτα συναισθήματά του προς μια γυναίκα με το όνομα Λάουρα, σε βάθος 40 χρόνων – όπως αποκαλύπτει και η αλληλογραφία του με τον φίλο του Τζάκομο Κολόνα.
Αν σωζόταν αντίστοιχη αλληλογραφία του Σαίξπηρ με κάποιον φίλο του, αναφέρει το BBC, θα είχε χυθεί πολύ λιγότερο μελάνι στην παγκόσμια βιβλιογραφία σχετικά με πιθανά αυτοβιογραφικά κίνητρα στα έργα του. Το φαινομενικό ερωτικό τρίγωνο στη σειρά των σονέτων με ηρωίδες τη «σκοτεινή κυρία» και τη «δίκαιη νεότητα» έχει αποτελέσει αντικείμενο ατελείωτων εικασιών σχετικά με τις πιθανές ταυτότητες αυτών των μορφών – και τη φύση των σχέσεών τους με τον Βάρδο.
Σε πιο σύγχρονες καλλιτεχνικές προσωπικότητες, ο Μπομπ Ντίλαν αρνείται μετά μανίας ότι χρησιμοποιεί προσωπικές εμπειρίες του στα τραγούδια του, παρότι πολλοί κριτικοί θεωρούν ότι το άλμπουμ «Blood On The Tracks» του 1975 περιέχει στοιχεία από τη διάλυση του γάμου του με την Σάρα Λάουντς. Παρ’ όλα αυτά, σε μετέπειτα συνεντεύξεις του έχει παραδεχθεί ότι η συναισθηματική διαταραχή που τον διακατείχε εκείνη την εποχή ίσως επηρέασε κάπως τους στίχους του.
Η εξίσου σημαντική τραγουδοποιός Τζόνι Μίτσελ είναι προθυμότερη να παραδεχτεί την αυτοβιογραφική χροιά της δουλειάς της. Για τη σύνθεση των τραγουδιών του άλμπουμ της «Blue» του 1971 έχει πει ότι ένιωθε τόσο συναισθηματικά γυμνή όσο «ένα περιτύλιγμα σελοφάν ενός πακέτου τσιγάρων». Γράφοντας τα τραγούδια «μού ήταν αδύνατο να προσποιηθώ ότι ήμουν δυνατή, οπότε δεν είχα καθόλου προσωπικές άμυνες» είχε εξομολογηθεί.
Πολλοί μουσικοκριτικοί αντιδρούν στις εξομολογητικές τάσεις των καλλιτεχνών στους στίχους τους, πιστεύοντας ότι η υπερβολική εξάρτηση από την προσωπική εμπειρία υποτιμά το δημιουργικό ταλέντο του συνθέτη. Μια πιο προσεκτική ματιά στις αρνητικές κριτικές τους, όμως, αποκαλύπτει οσμή σεξισμού, καθώς αυτές αφορούν στη συντριπτική πλειονότητά τους γυναίκες και όχι άνδρες τραγουδοποιούς.
Η αείμνηστη σεναριογράφος και συγγραφέας Νόρα Εφρον, σημειώνει το BBC, εντόπισε αυτή την υποκρισία σε ένα δοκίμιο που έγραψε το 1983 για το βιβλίο της «Heartburn» – ένα μυθιστόρημα εμπνευσμένο από την απιστία του τότε συζύγου της, του βραβευμένου με Πούλιτζερ δημοσιογράφου Καρλ Μπέρνστιν, με μια βρετανίδα διπλωμάτη, ενώ η Εφρον ήταν έγκυος στο δεύτερο παιδί τους. Το βιβλίο μεταφέρθηκε στην οθόνη με πρωταγωνιστές τη Μέριλ Στριπ και τον Τζακ Νίκολσον.
«Παρατηρώ ότι εκφράσεις όπως “λεπτή μεταφορά” χρησιμοποιούνται κυρίως σε βιβλία που γράφουν γυναίκες» έγραψε. «Ας το παραδεχτούμε, ο Φίλιπ Ροθ και ο Τζον Απντάικ τελούσαν τις νεκροψίες των πρώτων γάμων τους στα βιβλία τους, αλλά από όσο γνωρίζω δεν κατηγορήθηκαν ποτέ για “λεπτή μεταφορά” περιστατικών από τη ζωή τους».
Οπως η Εφρον, έτσι και η Τέιλορ Σουίφτ αρνείται τις κατηγορίες ότι το αυτοβιογραφικό περιεχόμενο των στίχων της μειώνει την καλλιτεχνική αξία τους. Ισχυρίζεται ότι τα τελευταία χρόνια έχει γίνει στόχος άθλιου σεξισμού, που κανονικά θα έπρεπε να καταδικάζεται. «Τα αστεία για τον αριθμό των σχέσεών μου, ο ευτελισμός της σύνθεσης των τραγουδιών μου, λες και γράφτηκαν από μια ψυχοπαθή σεξομανή – όλα αυτά συνθέτουν την άθλια αφήγηση των ΜΜΕ» έγραψε το 2014.
Οι κριτικές του άλμπουμ μετά το πρώτο Σαββατοκύριακο της κυκλοφορίας του είναι ως επί το πλείστον θετικές. Ο ιστότοπος Metacritic, που συγκεντρώνει αξιολογήσεις από όλα τα μέσα ενημέρωσης, δίνει στο «The Tortured Poets Department» μέσο όρο βαθμολογίας 84% – που χαρακτηρίζει την «καθολική αναγνώριση». Κάποιοι μουσικοκριτικοί εκφράζουν απλώς μια μικρή απογοήτευση για την έλλειψη πειραματισμού στον ήχο και στην παραγωγή.
Πολλοί από τους στίχους των τραγουδιών της εκπέμπουν λύπη και απογοήτευση για παλιότερες σχέσεις της, αλλά συχνά διανθισμένες με το χιούμορ της Σουίφτ. Παράλληλα, στο πνεύμα του ελαφρώς πομπώδους τίτλου του άλμπουμ, η τραγουδίστρια χρησιμοποιεί στους στίχους της ονόματα διάσημων ποιητών, όπως του Ιρλανδού Ντίλαν Τόμας και της Αμερικανίδας Πάτι Σμιθ.
Η σκέψη ότι σε δυόμισι χιλιετίες από τώρα, όταν όλες οι γαργαλιστικές λεπτομέρειες της προσωπικής ζωής της Σουίφτ στον ταμπλόιντ Τύπο θα έχουν χαθεί στα βάθη του χρόνου, οι κριτικοί θα αναλύουν τα λίγα διαχρονικά αποσπάσματα της ποίησης των τραγουδιών της, φαντάζει τουλάχιστον διασκεδαστική, σχολιάζει το BBC. Αλλά, στην τελική, όπως τραγουδά και η ίδια η Σουίφτ, «το μόνο πράγμα που μένει στο τέλος είναι το χειρόγραφο».