Ένας χρυσός κανόνας στην τέχνη της επικοινωνίας – και όχι μόνο – είναι καλύτερα να αφήνεις τους άλλους να μιλούν θετικά για εσένα. Για παράδειγμα, διαφορετική βαρύτητα έχει σε μια συζήτηση ο CEO της Microsoft να πει στους συνομιλητές του πόσο ρολόι έχουν κυλήσει όλα από τότε που πήρε η εταιρία την απόφαση να επενδύσει στην Ελλάδα. Χωρίς παρεξήγηση για τα δικά μας στελέχη – ο λόγος του θα μετρήσει σίγουρα περισσότερο από όσα growth stories θα επιχειρούσαμε να «πουλήσουμε» εμείς, για εμάς, στο εξωτερικό. Αν μάλιστα στην ίδια παρέα με τον CEO της Microsoft έλεγε την καλή του κουβέντα και ο CEO της Volkswagen για την δική του εμπειρία από το «πείραμα» της «πράσινης» Αστυπάλαιας τότε ακόμη καλύτερα για εμάς, δίχως αμφιβολία.
Η πράσινη Αστυπάλαια λοιπόν – για την ακρίβεια η «Green & Sustainable» Αστυπάλαια είναι το πράσινο επενδυτικό project, πολλών φάσεων, που δρομολογεί η Volkswagen, με το βλέμμα στραμμένο στον αγώνα επικράτησης στην αγορά για το νέο «αυτοκίνητο του λαού»: το ηλεκτρικό και σε δεύτερο χρόνο, το αυτόνομο, αυτοκίνητο. Οι λεπτομέρειες και οι πτυχές του «σχεδίου Αστυπάλαια» επρόκειτο να ανακοινωθούν σήμερα το πρωί με την υπογραφή του σχετικού Μνημονίου Συνεργασίας και αναμενόταν να παρουσιαστούν σε συνέντευξη Τύπου από τον υφυπουργό Εξωτερικών για την Οικονομική Διπλωματία και την Εξωστρέφεια Κώστα Φραγκογιάννη και τον πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου της Volkswagen Herbert Diess με ομιλία και του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη.
Η «γηραιά κυρία» της ευρωπαϊκής αυτοκινητοβιομηχανίας αναζητούσε εδώ και καιρό ένα μέρος, σε ευρωπαϊκό έδαφος όπου θα γίνεται πρακτικά το test – drive των αποτελεσμάτων του τομέα Έρευνας & Ανάπτυξης της Volkswagen στον τομέα της ηλεκτροκίνησης και, σε επόμενο χρόνο, της αυτόνομης οδήγησης. Τελικά ο κλήρος έπεσε στην Αστυπάλαια στην οποία ο γερμανικός Όμιλος εντόπισε το πεδίο όπου θα μπορέσει να αναπτυχθεί το πιλοτικό αυτό έργο καθιστώντας στο πλαίσιο αυτού του σχεδίου το νησί και «Green» και «Sustainable», δύο λέξεις – κλειδιά που θα χαρακτηρίσουν όλη την επενδυτική πολιτική ένθεν κακείθεν του Ατλαντικού τις επόμενες δεκαετίες.
Μπορεί η πανδημία να έχει φέρει τα πάνω κάτω, οι μεγάλες προκλήσεις όμως που αντιμετωπίζει ο πλανήτης (λέγε με κλιματική αλλαγή και ψηφιακή επανάσταση), παραμένουν και θα είναι στην πρώτη γραμμή μόλις το κύμα της Covid εξασθενήσει. Εκείνη την στιγμή λοιπόν, όπου όλοι θα αναζητούν το ελιξίριο της γρήγορης ανάκαμψης, η στρατηγική της βιώσιμης, πράσινης και ψηφιακής ανάπτυξης θα είναι κυρίαρχη στο σχεδιασμό των επιχειρήσεων και των κυβερνήσεων.
Ένας εκ των μεγάλων επιχειρηματικών κολοσσών, λοιπόν, η Volkswagen, «κατεβαίνει» Ελλάδα και πάει Αστυπάλαια για «αναγνωριστικές πτήσεις». Πέραν των τεστ σε ηλεκτρικά μοντέλα, που θα διαθέτουν και σύστημα αυτόνομης οδήγησης, και τα οποία σύμφωνα τουλάχιστον με τις διαρροές που έχουν γίνει μέχρι σήμερα στον ελληνικό Τύπο, θα διενεργούνται σε λεωφορεία και φορτηγά – οχήματα της εταιρείας ΜΑΝ του γερμανικού Ομίλου, προβλέπεται η ανάπτυξη μονάδας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με μηδενικό αποτύπωμα άνθρακα, που θα είναι δυνατόν να καλύπτει όλες τις ανάγκες του νησιού σε ηλεκτρισμό.
Ταυτόχρονα η γερμανική εταιρεία, σύμφωνα πάλι με τις πληροφορίες που έχουν διαρρεύσει, αναμένεται να διαθέσει δωρεάν, ηλεκτροκινούμενα οχήματα που θα αντικαταστήσουν την δημοτική συγκοινωνία του νησιού αλλά και παροχή νέων κινήτρων στους κατοίκους για την αντικατάσταση των συμβατικών αυτοκινήτων τους από ηλεκτροκίνητα.
Το σχέδιο δεν ξεφύτρωσε σε μια νύκτα αφού, όπως αναφέρουν τις τελευταίες ημέρες τα διάφορα ρεπορτάζ γύρω από το θέμα, αποτελεί προϊόν πολύμηνων διεργασιών με την ελληνική κυβέρνηση που ευελπιστεί πως μια καλή αρχή, αλλά κυρίως μια καλή συνέχεια του συγκεκριμένου project στην Αστυπάλαια μπορεί να αποτελέσει το έναυσμα για νέες επενδύσεις της Volkswagen στην χώρα και σε πολλαπλασιασμό του ύψους των επενδύσεων που αρχικά κινούνται σε σχετικά χαμηλά επίπεδα. Να ακολουθηθεί δηλαδή το παράδειγμα του δρόμου που ακολουθήθηκε με την Microsoft η οποία, μετά την επιτυχημένη συνεργασία στο project των ψηφιακών εφαρμογών στον αρχαιολογικό χώρο της Ολυμπίας, προχώρησε στην συμφωνία που ανακοινώθηκε πρόσφατα.
Για τα ελληνικά συμφέροντα το να ακούγεται, πάλι και σε διάστημα λίγων εβδομάδων, η Ελλάδα «αγκαζέ» με δύο από τα κορυφαία επιχειρηματικά brands του κόσμου δεν είναι μικρό πράγμα και σίγουρα βοηθάει την εικόνα της χώρας στο εξωτερικό ως ενός νέου, επενδυτικού προορισμού, εντός ΕΕ.
Είναι δε επίσης σημαντικό ότι και οι δύο περιπτώσεις αφορούν σε δύο μεγάλα μέτωπα: Την πράσινη και την ψηφιακή ανάπτυξη, δύο τομείς στους οποίους η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να παίξει σημαντικό ρόλο (ειδικά από πράσινη ενέργεια, εάν δεν έχουμε εμείς τότε ποιος μπορεί να έχει στην Ευρώπη και αυτό είναι κάτι που εδώ και χρόνια καλοβλέπει η Γερμανία…).
Η οικονομία αυτή, η οικονομία του μέλλοντος που θα πασχίζει να δίνει απαντήσεις στις δύο μεγάλες προκλήσεις, δηλαδή την κλιματική αλλαγή και την 4η, την 5η κ.ο.κ. ψηφιακή επανάσταση, θα είναι η οικονομία στην οποία θα διοχετευθεί ο κύριος όγκος των κονδυλίων από τον κοινοτικό προϋπολογισμό τις επόμενες δεκαετίες.
Πρόκειται για μια χρυσή ευκαιρία για την Ελλάδα που θα πρέπει να αποτελέσει μεγάλη προτεραιότητα στην post Covid εποχή, καθώς μπορεί η πανδημία να έχει πατήσει ένα μεγάλο pause στην οικονομική δραστηριότητα, τις επενδύσεις και σε πολλά άλλα, ωστόσο η Γη ακόμη γυρίζει.
Και για να γυρίσει και η δική μας τύχη σε λίγους μήνες, τέτοιες πρωτοβουλίες όπως η σημερινή έχουν την δική τους αξία γιατί είναι σίγουρα καλύτερα να «γυρίζει» το brand Ελλάδα τον κόσμο παρέα με μεγάλους παίκτες, παρά μονάχο και καταϊδρωμένο.