O Μεσοπλόδοντας είναι μια οικογένεια φαλαινών για τις οποίες γνωρίζουμε ελάχιστα πράγματα όσον αφορά τις ικανότητες, τον τρόπο ζωής και τη συμπεριφορά τους. Αν και έχουν εντοπιστεί περίπου 22 είδη αυτής της οικογένειας, οι πληθυσμοί τους είναι μικροί και γενικά η οικογένεια αυτή είναι η πιο σπάνια στον κόσμο των φαλαινών.
Το πιο μεγάλο εμπόδιο στη μελέτη αυτών των θαλάσσιων θηλαστικών, όμως, είναι ότι δεν πλησιάζουν τις ακτές, προτιμώντας την ανοιχτή θάλασσα και καταδυόμενα σε μεγάλα βάθη, παραμένοντας εκεί για πολλή ώρα. Επιπλέον, όταν κάποια στιγμή ανεβαίνουν στην επιφάνεια για να αναπνεύσουν, στην ουσία παίρνουν απλώς λίγες ανάσες και μέσα σε διάστημα 1-2 λεπτών βουτούν ξανά, με αποτέλεσμα οι επιστήμονες να μην προλαβαίνουν να τους τοποθετήσουν συσκευές παρακολούθησης. Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι αυτές οι φάλαινες καταδύονται τόσο βαθιά και για τόσο μεγάλα χρονικά διαστήματα για την αναζήτηση τροφής, κυρίως καλαμαριών, αλλά και για να αποφύγουν δυσάρεστες συναντήσεις με εχθρούς τους, όπως οι όρκες και οι μεγάλοι καρχαρίες.
Μια νέα έρευνα που πραγματοποίησαν επιστήμονες με επικεφαλής τον Νίκολα Κουίκ, καθηγητή του Πανεπιστημίου Ντιουκ στις ΗΠΑ, κατέγραψε στοιχεία που αποτελούν ρεκόρ, όχι μόνο για τις φάλαινες, αλλά συνολικά για τον κόσμο των θηλαστικών. Οι ερευνητές κατέγραψαν τις επιδόσεις του είδους Ziphius cavirostris, που το μήκος τους κυμαίνεται από 5-7 μέτρα και το βάρος τους είναι περίπου 2,5 τόνοι. Για διάστημα πέντε ετών πραγματοποιούνταν καταγραφές και συλλέχθηκαν δεδομένα από περίπου 4.000 καταδύσεις.
Το ρεκόρ και ο άνθρωπος
Οπως αναφέρει σε δημοσίευμά του το BBC, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι συγκεκριμένες φάλαινες μπορούν να καταδύονται σε βάθη 3 χιλιομέτρων και να παραμένουν κάτω από το νερό, χωρίς να πάρουν ανάσα για χρονικό διάστημα 3 ωρών και 42 λεπτών.
«Γνωρίζαμε ότι το συγκεκριμένο είδος μπορεί να καταδύεται για διάστημα περίπου 2,5 ωρών, αλλά η νέα μέτρηση δεν είναι απλώς η μεγαλύτερη για αυτές τις φάλαινες, αλλά για οποιοδήποτε θηλαστικό» δηλώνει ο Νίκολα Κουίκ. Οπως αναφέρουν οι ερευνητές σε δημοσίευσή τους στην επιθεώρηση «Experimental Biology», οι εκπληκτικές καταδυτικές ικανότητες αυτών των φαλαινών οφείλονται σε έναν συνδυασμό αργού μεταβολισμού, ικανότητας αποθήκευσης μεγαλύτερων ποσοτήτων οξυγόνου από το φυσιολογικό και μυϊκού συστήματος που δεν επηρεάζεται αρνητικά από τα αυξημένα επίπεδα του γαλακτικού οξέος κατά τις πολύωρες καταδύσεις. Το γαλακτικό οξύ παράγεται κατά τη διάρκεια έντονης σωματικής άσκησης και όταν τα επίπεδά του αυξηθούν πολύ, ώστε να μην μπορεί ο οργανισμός να το απομακρύνει με φυσικό τρόπο, η ουσία αυτή προκαλεί μυϊκή κόπωση, η οποία προοδευτικά γίνεται επώδυνη.
Τα μέλη της ερευνητικής ομάδας πιστεύουν ότι η μελέτη αυτών των φαλαινών μπορεί να προσφέρει απαντήσεις σε ερωτήματα που έχουν οι επιστήμονες για διάφορες ασθένειες των ανθρώπων, όπως ο καρκίνος. «Υπάρχει ενδιαφέρον για συνεργασία με τους συναδέλφους που ασχολούνται με την ογκολογία στο πανεπιστήμιο, αλλά ακόμη και με εκείνους που ασχολούνται με τον κορονοϊό, αφού και στις δύο περιπτώσεις τα κύτταρα χάνουν οξυγόνο και γενικά βιώνουν συνθήκες υποξίας. Αν βρούμε πώς καταφέρνουν αυτές οι φάλαινες να επιβιώνουν σε συνθήκες υποξίας, μπορεί να βρούμε λύσεις που αφορούν και τον ανθρώπινο οργανισμό» αναφέρει ο καθηγητής Κουίκ.