«Πρόλαβα να ζήσω τα πρώτα εννέα χρόνια της ζωής μου στη γενέτειρά μου Σμύρνη. Από τα πιο συγκλονιστικά βιώματά μου είναι η Καταστροφή της. Εχω αυτοβίωτη εμπειρία των γεγονότων, σε ηλικία έστω εννέα ετών. Ο,τι διαπράχθηκε τότε, ήταν οργανωμένος από την τουρκική διοίκηση εμπρησμός των ελληνικών συνοικιών της Σμύρνης και της αρμενικής, χωρίς να θιγούν η τουρκική συνοικία και η συνοικία των Λεβαντίνων».
Στις 19 Ιουλίου 2011, ο Κωσταντίνος Δεσποτόπουλος, για τις ανάγκες ενός άρθρου στην Καθημερινή ανέσυρε από τα βάθη του χρόνου εξόχως έντονα βιώματα της παιδικής του ηλικίας.
Ο πανεπιστημιακός, φιλόσοφος και ευπατρίδης, Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος, μια ημέρα πριν κλείσει τα 103 χρόνια του, έφυγε από τη ζωή αφήνοντας πίσω του ένα άκρως σημαντικό έργο.
Ιδιοφυής στη σκέψη, υποστήριζε πάντα στους δημόσιους διαλόγους του με παρρησία και πάθος την αλήθεια, όπως ο ίδιος την έζησε ή όπως την μελέτησε σε βάθος χωρίς ιδεολογικές νοθεύσεις.
Ο πανεπιστημιακός, φιλόσοφος και ευπατρίδης, Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος, μια ημέρα πριν κλείσει τα 103 χρόνια του, έφυγε από τη ζωή αφήνοντας πίσω του ένα άκρως σημαντικό έργο.
Τα όσα συνέβησαν στη Σμύρνη θα στιγματίσουν τη ζωή του και θα αποτελέσουν το έναυσμα της άσβεστης επιθυμίας του να «συνομιλεί» με την Ιστορία με όρους καθαρότητας. Θα πει συγκεκριμένα: «Γεννήθηκα στη Σμύρνη και παιδάκι έζησα την πυρπόλησή της, δηλαδή του συνόλου των ελληνικών συνοικιών της και της αρμενικής, όχι όμως και της τουρκικής, διαπραγμένης τέσσερις ημέρες μετά την κατάληψή της από τον τουρκικό στρατό. Αποτελεί παραλογισμό, λοιπόν, οικτρό και όχι απλώς ψεύδος, ο ισχυρισμός, ότι από το “εκδικητικό ελληνικό μένος” υπαγορεύθηκε, δηλαδή από Ελληνες διαπράχθηκε, η πυρπόληση των ελληνικών συνοικιών της Σμύρνης, και της αρμενικής, με φροντίδα να μείνει άθικτη η τουρκική συνοικία».
Η Σμύρνη και ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος
Γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1913 και μετά την Μικρασιατική Καταστροφή εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Αθήνα. Σπούδασε νομικά στο πανεπιστήμιο Αθηνών και έγινε διδάκτορας αυτού. Εξελέγη καθηγητής φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο Αθηνών, ενώ έχει διδάξει στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και στο πανεπιστήμιο Νανσύ στη Γαλλία. Σε νεαρή ηλικία συνδέθηκε με στενή φιλία με τους Παναγιώτη Κανελλόπουλο, Κωνσταντίνο Τσάτσο και Γεώργιο Καρτάλη. Το 1940, ο Δεσποτόπουλος πολέμησε στην Μακεδονία ως έφεδρος ανθυπολοχαγός και επέδειξε ζήλο και ανδραγαθία. Στη διάρκεια της Κατοχής υπήρξε ηγετικό στέλεχος του ΕΑΜ. Το 1945 ανέλαβε την προεδρία του Ελληνοσοβιετικού Συνδέσμου Νέων, με αποτέλεσμα το 1947 να απολυθεί από την θέση του στο πανεπιστήμιο και να εκτοπιστεί στην Μακρόνησο, όπου παρέμεινε μέχρι το 1950.
Επί χούντας έφυγε για την Γαλλία. «Περιέσωσα έτσι την αξιοπρέπεια και του προσώπου μου και της φιλοσοφίας. Αρνήθηκα να κάνω εξευτελιστικές δηλώσεις. Εκεί δοκιμάσθηκαν οι ηθικοί χαρακτήρες», έχει πει για την απόφασή του. Επί Δικτατορίας δίδαξε Φιλοσοφία στο πανεπιστήμιο του Νανσύ στην Γαλλία και μετά την Μεταπολίτευση, το 1975, επέστρεψε στην Ελλάδα και εξελέγη τακτικός καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πάντειο. Δίδαξε μέχρι την συνταξιοδότησή του το 1981.
Η υπουργοποίηση
Το 1989 ανέλαβε το χαρτοφυλάκιο του υπουργείου Παιδείας στην κυβέρνηση Γρίβα και το 1990 στην κυβέρνηση Ζολώτα.
«Στη συνείδησή μου είναι ισότιμες οι διαδοχικές ιδιότητές μου, ως καθηγητού πανεπιστημίου, ακαδημαϊκού ή και υπουργού Παιδείας. Μέλημα είχα πάντοτε να εκπληρώνω το αντίστοιχο καθήκον μου άριστα, δίχως φειδώ των πνευματικών μου δυνάμεων», έχει πει επίσης.
Εχει τιμηθεί πλείστες φορές ενώ το 1984 εκλέχτηκε τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, της οποίας το 1993 ανέλαβε πρόεδρος. Επίσης υπήρξε επίτιμος πρόεδρος της Ελληνικής Φιλοσοφικής Εταιρείας και μέλος διαφόρων ξένων ακαδημιών. Εχει εκδώσει πάνω από 40 βιβλία σχετικά με φιλοσοφικά και ιστορικά θέματα.
«Επειδή στο γυμνάσιο είχα μάθει να γράφω ωραία, και στις εκθέσεις είχα βραβευθεί με άριστα, από νέος άρχισα να γράφω, να δημοσιεύω σε περιοδικά και έφθασα μέχρι σήμερα πάνω από 40 βιβλία να έχω εκδώσει, βιβλία φιλοσοφίας, ιστορίας, αν θέλετε κοινωνιολογίας», έχει πει χαρακτηριστικά.
Τα έργα του
Κορυφαίο από αυτά είναι η «Φιλοσοφία του Δικαίου», όπου αναπτύσσεται ο κλάδος της φιλοσοφίας, πραξιολογία, και με βάθρο αυτή θεμελιώνεται και αναδιαρθρώνεται το σύστημα του δικαίου. Εξαίρετα είναι και τα έργα του για τον Πλάτωνα και τον Aριστοτέλη, καθώς και όσα πραγματεύονται σύγχρονα μείζονα προβλήματα, σχετικά με τους κινδύνους για την επιβίωση του ελληνικού έθνους ή και της ανθρωπότητας, όπως τα Eλληνικά (1998), Eπίμαχοι θεσμοd και άλλα θέματα (1987). Αλλα αυτοτελή έργα του είναι τα εξής: Φιλοσοφίας Eγκώμιον, (1999), – Περί προσώπων και θεσμών, (2000), – Φήμη απόντων, (1995), Φιλοσοφία και Θεωρία του Πολιτισμού, (2001), όπως και τα ξενόγλωσσα – Grece 1821-1971, (1973), – Etudes sur la liberte, (1974), – Aristote sur la famille et la justice, (1983), – Philosophy of History in Ancient Greece, (1991), – La philosophie politique de Platon, (1997).
«Εζησα χωρίς πλούτο»
Το 1990 προτάθηκε από τον Ενιαίο Συνασπισμό (όπου μετείχε και το ΚΚΕ) κατά την τέταρτη και πέμπτη ψηφοφορία για το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας. Ελαβε 21 ψήφους κατά την διαδικασία της ψηφοφορίας στην Βουλή, ερχόμενος πίσω από τους Κωνσταντίνο Καραμανλή (πρόταση της Νέας Δημοκρατίας που τελικά εξελέγη) και Ιωάννη Αλευρά (πρόταση του ΠΑΣΟΚ). Στο δημοψήφισμα του 2015 τάχθηκε υπέρ του «Ναι».
«Εζησα χωρίς πλούτο, αλλά σε ένα περιβάλλον κοινωνικό, το καλύτερο της Ελλάδος. Ευτύχησα να έχω γνωρίμους και φίλους τους εκλεκτότερους Ελληνες της εποχής… Είχα την ευτυχία πολλοί μαθητές μου να διακριθούν, να γίνουν καθηγητές στα πανεπιστήμια, να γίνουν υπουργοί, να γίνουνε λειτουργοί της κοινωνίας…». Μέχρι και σήμερα ήταν ο γηραιότερος εν ζωή πρώην υπουργός στην Ελλάδα από την εποχή της Μεταπολίτευσης.
Παυλόπουλος: «Η μνήμη του και το έργο του συνιστούν πραγματική εθνική μας κληρονομιά»
«Η μνήμη του και το έργο του συνιστούν πραγματική εθνική μας κληρονομιά», αναφέρει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος για τον θάνατο του ακαδημαϊκού Κωνσταντίνου Ι. Δεσποτόπουλου, επισημαίνοντας ότι υπήρξε κορυφαίος πνευματικός ταγός της εποχής μας, με διεθνή και, κυρίως, ευρωπαϊκή ακτινοβολία.
«Γνήσιος εκπρόσωπος και εκφραστής του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος υπηρέτησε, με απαράμιλλη συνέπεια και με παράδειγμα τον ίδιο τον βίο του, τις βασικές του σύγχρονες παρακαταθήκες, ήτοι τον Πολιτισμό και την Δημοκρατία», σημειώνει ο κ. Παυλόπουλος.