Δύσκολη μέρα για την πρόεδρο του Αρείου Πάγου, Βασιλική Θάνου. Μόλις μία ημέρα αφότου ιδρύθηκε νέα δικαστική ένωση υπό την ηγεσία της, συνεδρίασε η (καθιερωμένη) Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων για να αποφασίσει -κατά πλειοψηφία- ότι «προφανώς η νέα δικαστική ένωση έχει διασπαστικό χαρακτήρα». Την ίδια μέρα, τοποθετήθηκε επισήμως ο υπουργός Δικαιοσύνης, Σταύρος Κοντονής, για ένα άλλο αίτημα που έχει απευθύνει η κυρία Θάνου, την παράταση του ηλικιακού ορίου για τους ανώτατους δικαστικούς, με τρεις λέξεις: «Το Σύνταγμα είναι σαφές».
Για το θέμα της νέας Ενωσης Ανωτέρων και Ανωτάτων Δικαστών και Εισαγγελέων οι ενώσεις δικαστών είχαν κάνει λόγο για διασπαστική κίνηση, πριν εγκριθεί η ένωση από το Ειρηνοδικείο –πράγμα που έγινε τελικά την Τετάρτη. Την Πέμπτη λοιπόν κατά τη συνεδρίαση της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων η πλειοψηφία του διοικητικού συμβουλίου έκρινε ότι η νέα δικαστική ένωση έχει διασπαστικό χαρακτήρα. Αλλά επιφυλάχθηκε να αποφασίσει για τυχόν άσκηση ενδίκων μέσων κατά της απόφασης ίδρυσης της Ενωσης, προτού συνεκτιμήσει όλους τους παράγοντες.
Υπό αυτό το πρίσμα τέσσερις δικαστές κατέθεσαν έγγραφο με το οποίο ζητούν να αναβληθεί η συζήτηση του θέματος, ώστε να προετοιμασθούν για να διατυπώσουν τις θέσεις τους. Μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Ενωσης υποστήριξαν ότι το καταστατικό της νέας Ενωσης που έχει αναγνωριστεί από το Δικαστήριο «περιέχει διατάξεις που αποδεικνύουν ότι η επωνυμία της είναι ψευδεπίγραφη, αφού τελικά μέλη της μπορούν να γίνουν όλοι οι Δικαστές και Εισαγγελείς της χώρας. Στην ουσία πρόκειται για παράνομη ίδρυση δεύτερης Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων». Τις επόμενες ημέρες η Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων θα εκδώσει ανακοίνωση για συγκεκριμένα άρθρα του καταστατικού και τους σκοπούς που επιδιώκει η νέα Ενωση.
Από την πλευρά του, για το συγκεκριμένο ζήτημα, ο κ. Κοντονής απέφυγε να τοποθετηθεί τονίζοντας ότι «το δικαίωμα των ελλήνων πολιτών να συγκροτούν σωματεία κατά το Σύνταγμα, είναι αναφαίρετο και δεν μπορεί να μπει σε περιορισμούς είτε από άλλους συνδικαλιστικούς φορείς είτε από το κράτος». Μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό του Alpha εξήγησε ότι «δεν αφορά την κυβέρνηση και δεν αφορά το κράτος» και ότι «πρόκειται περί συνδικαλιστικών ζητημάτων τα οποία οι εμπλεκόμενοι θα πρέπει να τα προσεγγίσουν και να τα λύσουν, λαμβάνοντας υπ’ όψιν κάτι πάρα πολύ απλό: ότι για την κοινωνία και τον πολίτη, ο δικαστής, είτε αποδίδει δικαιοσύνη, είτε συνδικαλίζεται, εκφράζει δηλαδή ένα συνδικαλιστικό λόγο, παραμένει δικαστής. Και θα πρέπει να προστατεύσουν αυτή την ιδιότητα οι δικαστές».
Ωστόσο για το ζήτημα της παράτασης θητείας των δικαστών, το οποίο έχει θέσει η κυρία Θάνου στον πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα, ο κ. Κοντονής ήταν σαφής. Υπογράμμισε ότι «οι δικαστές κατά την αντιπαράθεση που μπορεί να έχουν, θεμιτή και εύλογη σε ορισμένα σημεία, δεν πρέπει ξεχνάνε τη βασική τους ιδιότητα: ότι είναι δικαστές. Και ότι η κοινωνία τους αντιμετωπίζει με ιδιαίτερη εμπιστοσύνη και, αν διαταραχθεί αυτή η εμπιστοσύνη, από συμπεριφορές και φαινόμενα που δεν συνάδουν με το λειτούργημά τους, τότε αυτό είναι μεγάλο κακό για το κράτος δικαίου και μια δημοκρατική και ευνομούμενη κοινωνία».
Ηδη πάντως, παρά τους συνταγματικούς περιορισμούς, ανώτεροι και ανώτατοι δικαστές έχουν αρχίσει μία προσπάθεια να παραταθεί το όριο συνταξιοδότησης των δικαστών και εισαγγελέων κατά δύο χρόνια και να δοθεί ειδικό επίδομα των 300 ευρώ στους δικαστές των ανώτατων και ανώτερων βαθμίδων.