Οι αυξημένοι ρυθμοί με τους οποίους λιώνουν οι πάγοι στην Ανταρκτική απειλούν πολλά οικοσυστήματα, με πρώτο αυτό των πιγκουίνων | Shutterstock/Anton_Ivanov
Επικαιρότητα

Το αποτύπωμα του 2023 μπορεί να άλλαξε την Ανταρκτική για τους επόμενους αιώνες

Αλλεπάλληλες μελέτες δείχνουν ότι η κατάρρευση των συστημάτων κλίματος, νωρίτερα από τις προβλέψεις, θα έχουν καταστροφικά αποτελέσματα για τον πλανήτη
Protagon Team

Είναι γνωστό ότι το σταθερό φως της ημέρας αποσυντονίζει όσους επισκέπτονται για πρώτη φορά την Ανταρκτική, αλλά για έμπειρους ερευνητές όπως η Νέριλι Αμπράμ, καθηγήτρια Κλιματικής Επιστήμης στο Εθνικό Πανεπιστήμιο της Αυστραλίας, είναι απλώς τμήμα του σκηνικού της ζωής στο «τέλος της Γης».

Εφέτος, όμως, συμβαίνει κάτι άλλο, βαθιά περίεργο. Οταν η Αμπράμ επισκέφθηκε για πρώτη φορά την παγωμένη ήπειρο, πριν από μια δεκαετία, μια μάζα πάγου επέπλεε στην ακτή. Σήμερα αυτός ο πάγος άλατος έχει εξαφανιστεί. «Είναι ένα μαγευτικό τοπίο. Η σκέψη των επιπτώσεων του ανθρώπινου παράγοντα και των αλλαγών που αυτές προκαλούν εδώ είναι μια γροθιά στο στομάχι» αποκαλύπτει η ίδια στον Guardian.

Εφέτος, αυτή τη γροθιά την αισθάνθηκαν επιστήμονες και φορείς χάραξης πολιτικής σε ολόκληρο τον πλανήτη. Καθώς η πιο καυτή χρονιά που έχει καταγραφεί έφθανε στη γραμμή του τερματισμού της, αναρωτήθηκαν αν κατά το 2023 η ανθρωπότητα έβαλε τη σφραγίδα της στην Ανταρκτική με τρόπους που θα παραμένουν αισθητοί και στους επόμενους αιώνες.

Η νότια ήπειρος έχει υποστεί δραματικές αλλαγές που εγείρουν σοβαρές ανησυχίες για την άμεση υγεία της. Συνέπεσαν με στοιχεία που αποδεικνύουν ότι οι πιο μακροπρόθεσμοι μετασχηματισμοί που συνδέονται με την κλιματική κρίση ξεκίνησαν πολύ νωρίτερα από ό,τι υποτίθεται πως ήταν πιθανό. Οι αλλαγές αυτές έχουν συνέπειες για την τοπική άγρια ζωή, αλλά και για τους ανθρώπους σε όλον τον κόσμο, με τρόπους που συχνά δεν είναι πολύ κατανοητοί.

Το κάλυμμα πάγου της Ανταρκτικής συντριβόταν επί έξι συνεχόμενους μήνες, σε επίπεδα τόσο πιο χαμηλά από οποιαδήποτε άλλα στα δορυφορικά αρχεία, που οι επιστήμονες προσπαθούσαν να βρουν επίθετα για να περιγράψουν αυτό που έβλεπαν. Αν και ο πλήρης αντίκτυπος δεν έχει ακόμη τεκμηριωθεί, μια εμπεριστατωμένη μελέτη τον περασμένο Αύγουστο έδωσε μια εικόνα του τι μπορεί να σημαίνει.

Εξετάζοντας δορυφορικές εικόνες, ερευνητές του Βρετανικού Ινστιτούτου Ανταρκτικής διαπίστωσαν ότι η πτώση-ρεκόρ του θαλάσσιου πάγου στα τέλη του 2022 –πριν από την ακόμη μεγαλύτερη πτώση του τρέχοντος έτους– θα μπορούσε να είχε σκοτώσει χιλιάδες νεοσσούς αυτοκρατορικών πιγκουίνων.

Ο συνήθως σταθερός θαλάσσιος πάγος, στον οποίο βασίζονται οι αποικίες των πιγκουίνων για να αναθρέψουν τα μικρά τους στη θάλασσα Μπελιγκσχάουζεν, απλώς δεν υπήρχε πια, προκαλώντας πιθανότατα μια «καταστροφική αποτυχία αναπαραγωγής», όπως αναφέρουν οι ερευνητές.

Αυτό το συμβάν στα δυτικά της ηπείρου επεκτάθηκε σε περιοχές της Ανατολής –του πιο κρύου μέρους στη Γη– πέρυσι, καταγράφοντας αυτό που οι επιστήμονες πιστεύουν ότι είναι ο μεγαλύτερος καύσωνας που έχει καταγραφεί στα χρονικά, με τις θερμοκρασίες να αγγίζουν τους 39 βαθμούς Κελσίου πάνω από τις φυσιολογικές.

Κοιτάζοντας προς το μέλλον, μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature τον περασμένο Μάρτιο διαπίστωσε ότι το λιωμένο νερό από τα στρώματα πάγου της ηπείρου θα μπορούσε να επιβραδύνει δραματικά την ανατρεπόμενη κυκλοφορία του Νότιου Ωκεανού –ενός βαθέως ωκεάνιου ρεύματος– μέχρι το 2050, εάν οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου συνεχίσουν στα σημερινά τους επίπεδα.

Η νότια ήπειρος έχει υποστεί δραματικές αλλαγές, που εγείρουν σοβαρές ανησυχίες για την άμεση υγεία της (Shutterstock/Nataiki)

Δύο μήνες αργότερα, μια εργασία από ορισμένους από τους ίδιους ερευνητές υπολόγισε ότι η κυκλοφορία του Νότιου Ωκεανού, η οποία επηρεάζει τα παγκόσμια καιρικά μοτίβα, τις θερμοκρασίες των ωκεανών και τα επίπεδα θρεπτικών ουσιών, είχε ήδη επιβραδυνθεί κατά περίπου 30% από τη δεκαετία του 1990.

Ξεχωριστή έρευνα από διαφορετική ομάδα επιστημόνων πρόβαλε τη θεωρία ότι το επιταχυνόμενο λιώσιμο των ραφιών πάγου που εκτείνονται πάνω από τη Θάλασσα του Αμούντσεν, στη δυτική Ανταρκτική, είναι «κλειδωμένο» στα σημερινά επίπεδα και πέρα από τον ανθρώπινο έλεγχο για το υπόλοιπο αυτού του αιώνα, ακόμη και αν οι εκπομπές του άνθρακα μειωθούν σημαντικά, με άμεσο ορίζοντα.

Το νέο στοιχείο εδώ είναι ο ρυθμός τήξης – τριπλάσιος σε σύγκριση με τον περασμένο αιώνα. Προηγούμενες μελέτες έχουν ήδη ανακαλύψει ότι το πλήρες στρώμα πάγου της δυτικής Ανταρκτικής –το οποίο προστατεύεται από τα ράφια πάγου και θα ανεβάσει τα επίπεδα της παγκόσμιας θάλασσας κατά πέντε μέτρα εάν χαθεί εντελώς– ίσως είναι καταδικασμένο να καταρρεύσει μακροπρόθεσμα.

Στα τέλη του έτους, η γρίπη των πτηνών έφτασε για πρώτη φορά στην υπο-Ανταρκτική περιοχή, προκαλώντας ανησυχίες για πιθανή οικολογική καταστροφή εάν εξαπλωνόταν νοτιότερα. Η αναφορά συνέπεσε με μια συνάντηση 26 εθνικών κυβερνήσεων για το θαλάσσιο περιβάλλον της Ανταρκτικής. Τελικά, παρά το γεγονός ότι άκουσαν στοιχεία για το εύρος των κρίσεων που βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη, απέτυχαν να συμφωνήσουν για νέες περιοχές συντήρησης.

Η πτώση των επιπέδων του επιπλέοντος πάγου υπήρξε ιδιαίτερα απότομη μέσα στο 2023. Στα μέσα του περυσινού χειμώνα το παγωμένο τμήμα του Νότιου Ωκεανού ήταν περίπου 2,5 εκατ. τ.χλμ. μικρότερο από τον μέσο όρο των τελευταίων 40 ετών. Πρόκειται για διαστάσεις αντίστοιχες μιας περιοχής λίγο μεγαλύτερης από τη δυτική Ευρώπη!

Μια μελέτη αυστραλών ερευνητών τον περασμένο Σεπτέμβριο διαπίστωσε ότι τα μοτίβα των ημισφαιρικών ανέμων της φετινής και της περυσινής χρονιάς θα έπρεπε να είναι συσχετισμένα με κάλυψη πάγου πάνω από τον μέσο όρο της θάλασσας. Κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η σύνδεση αυτή φαίνεται να έχει σπάσει, πιθανώς λόγω της υπερθέρμανσης των ωκεανών μεταξύ 100 και 200 μ. κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας.

Οι ερευνητές λένε ότι μια μόνιμη πτώση του θαλάσσιου πάγου πιθανώς θα επιταχύνει την υπερθέρμανση των ωκεανών, καθώς το σκοτεινό νερό απορροφά περισσότερη θερμότητα από τον πάγο και ενισχύει τον ρυθμό της παγκόσμιας ανόδου της στάθμης της θάλασσας – αφαιρώντας έναν ρυθμιστή που προστατεύει τα ράφια πάγου της ηπείρου. Η μείωση του πάγου έχει επίσης άμεσο αντίκτυπο στα είδη που βασίζονται σε αυτόν για τροφή, αναπαραγωγή και καταφύγιο – όχι μόνο πιγκουίνους, αλλά και κριλ, ψάρια και φώκιες.

Πολλοί επιστήμονες τονίζουν την ανάγκη οι ηγέτες των πλουτοπαραγωγικών χωρών να κατανοήσουν την παγκόσμια επίδραση αυτού που συμβαίνει στην Ανταρκτική, καθώς και την κλίμακα εργασιών και χρηματοδότησης που θα χρειαστούν για να κατανοηθούν οι μακροχρόνιες επιπτώσεις του.