Δύο διαφορετικές πτυχές του ίδιου ζητήματος. Η πρόσφατη απόφαση του δημοσιογράφου και συγγραφέα, Αλέξανδρου Βέλιου, να αποχωρήσει από τη ζωή οικεία βουλήσει πριν καν ο καρκίνος επενεργήσει καταλυτικά πάνω του, έκρουσε τις καλά κλεισμένες θύρες της κοινωνικής αιδημοσύνης, δίχως να παραλείπονται ζητήματα νομικής και ηθικής φύσεως.
Ετσι, τη στιγμή που οι αξιωματικοί του Τμήματος Δίωξης Ανθρωποκτονιών άρχισαν έρευνα για να διαπιστώσουν αν υπήρξε ενδεχόμενο να τελέστηκε το αδίκημα της συνέργειας σε αυτοκτονία, στην κοινωνία άνοιξε ευρέως πλέον η συζήτηση για την ευθανασία. Συζήτηση στην οποία μετέχει και το επίσημο κράτος με τη δημιουργία ειδικής εθνικής επιτροπής.
Για την πολύκροτη υπόθεση, ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών Ηλίας Ζαγοραίος διέταξε ήδη από την περασμένη εβδομάδα προκαταρκτική εξέταση. Σε περίπτωση, μάλιστα, που από την έρευνα προκύψουν ενδείξεις πως κάποιο τρίτο πρόσωπο έκανε στον Αλέξανδρο Βέλιο ένεση για να επισπεύσει τον θάνατό του, δεν αποκλείεται ο δικαστικός λειτουργός να δώσει εντολή εκταφής της σορού του δημοσιογράφου, προκειμένου να γίνουν οι αναγκαίες ιστολογικές εξετάσεις.
Την υπόθεση περιπλέκει το γεγονός ότι οι αστυνομικοί του Α.Τ. κοντά στο σπίτι του δημοσιογράφου δεν σχημάτισαν δικογραφία για αυτοκτονία (όπως αποτελεί συνήθη πρακτική) και άρα δεν παραγγέλθηκε ιατροδικαστική πραγματογνωμοσύνη.
Οι αστυνομικοί του Τμήματος Ανθρωποκτονιών πρόκειται αρχικά να καλέσουν για κατάθεση άτομα που φέρεται να παρείχαν «υποστήριξη» στον Βέλιο, σχετικά με τη χορήγηση της θανατηφόρας ουσίας, καθώς επίσης και άτομα του φιλικού και οικογενειακού περιβάλλοντός του.
Αφορμή για την προκαταρκτική εξέταση υπήρξε κείμενο του δημοσιογράφου και φίλου του Αλέξανδρου Βέλιου, Δημήτρη Αλικάκου, το οποίο δημοσιεύθηκε στο protagon.gr και ανέφερε μεταξύ άλλων ότι αν και ο 63χρονος δημοσιογράφος εισήχθη σε νοσοκομείο για τη διαδικασία της ευθανασίας, τελικά ο γιατρός δεν υλοποίησε την υπόσχεσή του.
Ανοίγει η συζήτηση
Κατά μια έννοια είναι λογικό, ζητήματα καινοφανή για την ελληνική κοινωνία, όπως αυτό της ευθανασίας, να προκαλούν την ανακλαστική αντίδραση των θεσμικών οργάνων. Από την άλλη, όμως, βοηθούν να ανοίξει και μια ευρύτερη κουβέντα στην οποία πλέον η κοινωνία βρίσκεται αντιμέτωπη με τον εαυτό της.
Υπό αυτό το πρίσμα, το υπουργείο Δικαιοσύνης άνοιξε το δρόμο για τη δημιουργία του αναγκαίου νομοθετικού πλαισίου για την ευθανασία. Το πρώτο βήμα είναι η σύγκληση επιτροπής – με τη συμμετοχή της Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής- η οποία θα διαμορφώσει το πλαίσιο που θα ρυθμίζει τις περιπτώσεις όσων δεν επιθυμούν την παράταση της ζωής τους.
Όπως ανάφερε η εφημερίδα «Ημερησία», η σχετική απόφαση ελήφθη σε πρόσφατη συνάντηση του προέδρου της Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής, ομότιμου καθηγητή της Νομικής σχολής Αθηνών, Ιωάννη Καράκωστα με τον υπουργό Δικαιοσύνης Νίκο Παρασκευόπουλο. Σύμφωνα με πληροφορίες, η επιτροπή θα ασχοληθεί με το νομοθετικό καθεστώς για τη ρύθμιση περιπτώσεων που αφορούν στην τεχνητή ή με κάθε τρόπο και κάθε μέσο παράταση της ζωής πολιτών.
Ελεύθερη απόφαση
Αυτό που θα εξεταστεί είναι η δυνατότητα να ορίζει ελεύθερα ένας πολίτης τι θα κάνει με τη ζωή και τον θάνατό του. Κάτι που θα μπορεί να το κάνει με κατοχύρωση της δήλωσής του σε συμβολαιογράφο, ότι δεν επιθυμεί την τεχνητή παράταση της ζωής. Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τις ίδια πληροφορίες, θα συνεκτιμηθεί η γνώμη της Εκκλησίας. Ο πρόεδρος της Επιτροπής Βιοηθικής, Ιωάννης Καρακώστας με δηλώσεις του στον Αθήνα 9,84, ξεκαθάρισε ότι «η προσωπικότητα του ανθρώπου είναι απόλυτα κατοχυρωμένη σε επίπεδο συνταγματικό και σε επίπεδο κοινού νόμου. Υπό την έννοια αυτή, η αξιοπρέπεια που είναι το θεμέλιο της ανθρώπινης προσωπικότητας πρέπει να κατοχυρώνεται πάση θυσία».
Σύμφωνα με τον ίδιο, «θα ληφθούν όλα τα μέτρα εκείνα, που εξασφαλίζουν την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Μέσα στην εξουσία της προσωπικότητας, του προσώπου είναι και η εξουσία αυτοδιαθέσεως του ανθρώπου. Αυτό σημαίνει αυτοπροσδιορισμός, αυτοδιάθεση μέχρι το τέλος. Θα πρέπει να ληφθεί και αυτό σοβαρά υπόψη, ότι κάποιος έχει το δικαίωμα αυτοδιάθεσης και της ζωής του ακόμα. Θα συνεκτιμηθεί και αυτό».
Πολιτικό και κοινωνικό χαρακτηρίζει το θέμα της ευθανασίας ο πρόεδρος του Εθνικού Οργανισμού Μεταμοσχεύσεων και εντατικολόγος Ανδρέας Καραμπίνης, σύμφωνα με τον οποίο η ιατρική κοινότητα δεν μπορεί να έχει ενεργητικό ρόλο σε μια διαδικασία όπου πιστεύει ο ασθενής, εν πλήρει συνειδήσει, ότι θέλει να πεθάνει. Ο ρόλος της ιατρικής κοινότητας είναι να προστατεύει, να βοηθά και εάν μπορεί να θεραπεύει, τονίζει.
Η θέση της Εκκλησίας για την ευθανασία είναι ξεκάθαρη και αμετακίνητη.
Με παλαιότερη ανακοίνωσή της, η Διαρκής Ιερά Σύνοδος υπογραμμίζει: «Η Εκκλησία μας, που πιστεύει στην αθανασία της ψυχής, στην ανάσταση του σώματος, στην αιώνια προοπτική και πραγματικότητα, στους πόνους ως ‘στίγματα του Κυρίου Ιησού εν τω σώματι ημών’, στις δοκιμασίες ως αφορμές και ευκαιρίες σωτηρίας, στη δυνατότητα ανάπτυξης κοινωνίας αγάπης και συμπαραστάσεως μεταξύ των ανθρώπων, κάθε θάνατο πού αποτελεί αποτέλεσμα ανθρωπίνων αποφάσεων και επιλογών -όσο ‘καλός’ και αν ονομάζεται- τον απορρίπτει ως ‘ύβριν’ κατά του Θεού. Κάθε δε ιατρική πράξη πού δεν συντελεί στην παράταση της ζωής, ως ο Ορκος του Ιπποκράτη ορίζει, αλλά προκαλεί επίσπευση της στιγμής του θανάτου, την καταδικάζει ως αντιδεοντολογική και προσβλητική του ιατρικού λειτουργήματος».
Για τη θέση της Ορθόδοξης θρησκείας στο ζήτημα της υποβοηθούμενης ευθανασίας μίλησε στον Αθήνα 9,84 και ο καθηγητής Θεολογίας του πανεπιστημίου Αθηνών, Μάριος Μπέγζος. Τόνισε συγκεκριμένα: «Κάθε θρησκεία είναι κατά της ευθανασίας βασικά. Οι λεγόμενες μονοθεϊστικές θρησκείες, ο ιουδαϊσμός, ο χριστιανισμός και το Ισλάμ είναι πιο κατηγορηματικές, πιο απαγορευτικές και πιο τιμωρητικές σε σχέση με τις άλλες θρησκείες, την αρχαιοελληνική, τα ινδικά θρησκεύματα κοκ. Το ερώτημα είναι γιατί η θρησκεία είναι εναντίον της ευθανασίας.
»Επειδή κάθε θρησκεία είναι θεοκεντρική. Το κέντρο της είναι ο θεός και όχι ο άνθρωπος. Η κοινωνία που ζούμε -δικαίως και σωστά-, είναι ανθρωποκεντρική. Η κοινωνία μας έχει ως κέντρο το άτομο που αποφασίζει για τη γέννησή του, την ανατροφή του και το θάνατό του. Η θρησκεία είναι θεοκεντρική και έχει ως βάση το θεό ο οποίος αποφασίζει να σε φέρει στη ζωή, να σε κρατήσει και να σε πάρει από τη ζωή. Στα θεολογικά μάτια, η ευθανασία μοιάζει ως άρνηση του θεού, ως βλασφημία και γι’ αυτό το λόγο απαγορεύεται.
»Στην Ελλάδα και στις μεσογειακές χώρες, γενικώς, είμαστε δυσκίνητοι σε θέματα αλλαγών. Πρόκειται για μια, αν όχι σύγκρουση, σίγουρα αντιπαράθεση κοινωνίας και θρησκείας. Σε αυτή τη σύγκρουση το κράτος παίρνει θέση υπέρ της κοινωνίας -και δικαίως-, διότι η κοινωνία περιέχει τη θρησκεία και δεν περιέχεται σε αυτή. Στην κοινωνία μας υπάρχουν θρήσκοι, άθρησκοι και το κράτος οφείλει να προστατεύει όλες τις απόψεις. Γι’ αυτό σταδιακά, προχωράμε σε μια χειραφέτηση και απελευθέρωση προς όφελος του ανθρώπου. Αυτό είναι σωστό και θα πρέπει να γίνεται και η κοινωνία όπως και η θρησκεία να προετοιμάζονται για αυτές τις αλλαγές.
Για την εκκλησία, η ευθανασία θεωρείται ως αυτοκτονία. Ο αυτόχειρας δεν κηδεύεται με θρησκευτικό τελετουργικό, αλλά με το πολιτικό τελετουργικό, τώρα που υπάρχει η πολιτική κηδεία. Η “ευφυής” ανθρώπινη διαχείριση τέτοιων θεμάτων, είναι κάποιος ψυχίατρος να δίνει μια πιστοποίηση, ότι έθεσε τέρμα στη ζωή του, μη έχων σώας τα φρένας. Έτσι αθωώνεται από την εκκλησία και κηδεύεται κανονικά. Πρόκειται για μια υποκριτική διαχείριση μιας ανθρώπινης κατάστασης».