«Εγινε μία κουβέντα με πάρα πολύ μεγάλη θεματολογία, συμφωνήσαμε ότι διαφωνούμε σε αρκετά πράγματα. Συμφωνήσαμε όμως και σε κάποια σημαντικά ζητήματα, όπως είναι το θέμα του Δημογραφικού, ότι πρέπει να υπάρξει μία εθνική επιτροπή που θα έχει και διακομματικό χαρακτήρα και θα συμμετέχει και η αυτοδιοίκηση και ειδικοί»: αυτό τόνισε, το πρωί της Πέμπτης, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Νίκος Ανδρουλάκης, ένα 24ωρο μετά τη συνάντηση που είχε με τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Στην ενδιαφέρουσα –λόγω της συνάντησης αλλά και του κλίματος αντιπαράθεσης ανάμεσα σε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ εν όψει προϋπολογισμού– τηλεοπτική του εμφάνιση στην εκπομπή «Αταίριαστοι» του ΣΚΑΪ, ο κ. Ανδρουλάκης εξήγησε «αυτή η επιτροπή πρέπει να έχει μία λειτουργία όχι μόνο εισηγητική αλλά και εποπτική, για το πώς λειτουργούν οι πολιτικές αποφάσεις που παίρνουμε στο δημογραφικό, ώστε να χαράξουμε μία πολιτική σε βάθος χρόνου, γιατί είναι το μεγαλύτερο εθνικό ζήτημα».
Είπε επιπλέον ότι ένα ακόμη σημαντικό θέμα «είναι να ενισχύσουμε το καταναλωτικό κίνημα με μια ομπρέλα μιας ενιαίας αρχής καταναλωτών». Πρόσθεσε ότι «εμείς το είχαμε προτείνει πέρυσι και το αρνήθηκε η ΝΔ». «Ας βρούμε ένα τρόπο να γίνει. Όσο πιο ισχυρός είναι ο καταναλωτής πολίτης τόσο πιο ισχυρή είναι η λειτουργία της αγοράς», σημείωσε.
Ο κ. Ανδρουλάκης υπογράμμισε τις σοβαρές διαφωνίες με την κυβέρνηση γύρω από τα ζητήματα της οικονομίας (ΦΠΑ, τράπεζες, golden visa) που έχει αναδείξει και με τις τροπολογίες που κατέθεσε, σχολιάζοντας ότι «η κυβερνητική προπαγάνδα περί “πράσινου ΣΥΡΙΖΑ” πρέπει να έχει και κάποιο όριο».
«Πότε προτείναμε εμείς αύξηση του ΦΠΑ;», διερωτήθηκε. «Ο κ. Χατζηδάκης μπορεί να θέλει να είναι ο Ρομπέν των τραπεζών», σχολίασε σχετικά με την κατηγορία του υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών περί λαϊκισμού εκ μέρους του ΠΑΣΟΚ. Είπε ότι «στον προϋπολογισμό θα ψηφίσουμε ό,τι είναι θετικό και δημιουργεί συνθήκες για μια καλύτερη ζωή ιδιαίτερα για τους αδύναμους συμπολίτες μας».
«Δεν θέλουμε δεν κανενός χρώματος ΣΥΡΙΖΑ»
Ερωτηθείς στο pressroom την Πέμπτη για τον χαρακτηρισμό «πράσινος ΣΥΡΙΖΑ» που χρησιμοποιείται εσχάτως από την κυβέρνηση για το ΠΑΣΟΚ, ο εκπρόσωπός της, Παύλος Μαρινάκης, είπε αρχικά ότι «εμείς δεν θέλουμε κανενός χρώματος ΣΥΡΙΖΑ, γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν το σύμβολο της τοξικότητας και ως προς το σκέλος της τοξικότητας, δεν έχει δώσει τέτοια δείγματα γραφής».
Αυτό που είδαμε χθες, θέλησε να σημειώσει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, ήταν μια κανονική εικόνα που μπορεί να συνομιλεί ο Πρωθυπουργός με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης και επανήλθε δικαιολογώντας, αποσπασματικά, τον χαρακτηρισμό «πράσινος ΣΥΡΙΖΑ»:
«Οταν αναφερόμαστε σε πράσινο ΣΥΡΙΖΑ το κάνουμε γιατί υπάρχουν περιπτώσεις προτάσεων από την αντιπολίτευση ακοστολόγητες και με πολύ μεγάλη βάση λαϊκισμού», εξήγησε και ενδεικτικά ως παράδειγμα την τροπολογία που πρότεινε το ΠΑΣΟΚ για τις χρεώσεις των τραπεζών.
«Εμείς», έσπευσε πάντως να συμπληρώσει ο κ. Μαρινάκης, «κρατάμε αυτή την καλή εικόνα. Αλίμονο αν συμφωνούσαμε σε όλα. Υπάρχουν κορυφαία θέματα όπως το δημογραφικό και είμαστε ανοιχτοί να ακούσουμε προτάσεις που πρέπει να είμαστε όλοι ενωμένοι. Ή στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής. Η επιθυμία μας είναι να μπούμε μονίμως στο γήπεδο της προγραμματικής αντιπαράθεσης. Μακάρι να φτάσουμε σε αυτό το σημείο της έντονης αλλά πολιτικής αντιπαράθεσης. Χθες ήταν μια καλή εικόνα. Προχωράμε», ήταν το μήνυμα που θέλησε να εκπέμψει.
Σε παρεπόμενο, τέλος, ερώτημα αναφορικά με την προοπτική των συναινέσεων, ο εκπρόσωπος αρκέστηκε να πει ότι «αυτό θα το δείξει η πράξη», ενώ σε ερώτημα για το αν υπάρχει περίπτωση συγκυβέρνησης με το ΠΑΣΟΚ, απάντησε με τη φράση «συζήτηση δεν σημαίνει ταύτιση, αλλά σημαίνει και διαφωνία», για να συμπληρώσει ότι «οι διαφορές μας με το ΠΑΣΟΚ και τα υπόλοιπα κόμματα είναι πολιτικές, δεν είναι προσωπικές».
«Εχουμε ακόμα 2,5 χρόνια να εφαρμόσουμε ένα πρόγραμμα και γι’ αυτό θα κριθούμε. Οι εκλογές θα γίνουν το 2027 με επικεφαλής τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Αυτά τα 2,5 χρόνια θα κρίνουν τη ψήφο των πολιτών. Ας μην προεξοφλούμε την ετυμηγορία των πολιτών», κατέληξε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ επέμεινε στην πρόταση του για έκτακτη εισφορά στα υπερκέρδη των τραπεζών σημειώνοντας ότι «πρέπει να δοθεί τέλος στην ασυδοσία των τραπεζών». Είπε ότι η ΕΚΤ δεν θέλει να φορολογούνται οι τράπεζες «και απαντάμε: πρέπει λοιπόν εμείς ως πολιτική να ασκήσουμε κάποιες πολιτικές που ούτε διαταράσσουν την σταθερότητα των τραπεζών -γιατί αυτό που προτείνουμε δεν την διαταράσσει-, αλλά τους στέλνει και ένα ισχυρό μήνυμα ότι “τέρμα με τα υπερκέρδη, με την πολιτική που περιφρονεί τον ελληνικό λαό”». Εκτίμησε ότι «η πρωτοβουλία μας που αρνήθηκε κυβέρνηση θα φέρει αποτέλεσμα, γιατί θα αναγκαστεί κυβέρνηση όπως έκανε και στους υγειονομικούς, να στρίψει το τιμόνι».
Τόνισε ότι η ΤτΕ μιλάει για τέσσερα ολιγοπώλια: παραγωγή ενέργειας, ιδιωτική υγεία, εμπορία τροφίμων, τράπεζες. «Αν λοιπόν δεν υπάρχει από την κυβέρνηση ένα σχέδιο αντιμετώπισης των ολιγοπωλίων πώς θα έχουμε μια οικονομία με κοινωνική δικαιοσύνη;», υπογράμμισε. Είπε ότι είμαστε 3η χώρα σε κέρδη επιχειρήσεων ως ποσοστό του Α.Ε.Π. και σε μισθούς είμαστε 26η. «Είμαστε η μόνη χώρα με τέτοια ανισότητα μεταξύ κερδών και μισθών, αν λοιπόν η κυβέρνηση δεν πάρει αποφάσεις για να έχουμε ελεύθερη αγορά αλλά με κανόνες και όχι με ασυδοσία όπως έχουμε σήμερα, τότε τα προβλήματα δε λύνονται».
Ερωτηθείς σχετικά με τις διαφωνίες που καταγράφηκαν και ως προς το ζήτημα της ακρίβειας και του ΦΠΑ, σχολίασε ότι δεν μπορεί η κυβέρνηση να λέει για «πράσινο ΣΥΡΙΖΑ» και «λαϊκισμό» για τη μείωση του ΦΠΑ στα βασικά αγαθά «όταν είναι ελάχιστο το δημοσιονομικό αποτύπωμα, είναι μη μόνιμο μετρό, είναι όσο διαρκεί ο πληθωρισμός και η πίεση στα τρόφιμα, και ίδια η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός να έχει μιλήσει του 2010 για οριζόντια μείωση του ΦΠΑ ενώ ήταν χρεοκοπημένη Ελλάδα, το ’11 το ίδιο και το ’19 να έχουν καταθέσει τροπολογία λίγο πριν γίνει κυβέρνηση και να μιλούν για οριζόντια μείωση του ΦΠΑ αξίας δισεκατομμυρίων χωρίς καμία κοστολόγηση». Σημείωσε ότι δεν μπορεί να έχουν προηγηθεί αυτά και να κάνουν τώρα μαθήματα συνέπειας στον ίδιο και στο ΠΑΣΟΚ που δεν μιλά ούτε για οριζόντιο ούτε για μόνιμο μέτρο.
Ανέφερε ότι δεν συζήτησαν για το εργασιακό και πως θα τοποθετηθεί επ’ αυτού στη σημερινή συζήτηση στην Ολομέλεια. Υποστήριξε ότι πάντως αυτό που φέρνει η κυβέρνηση δεν έχει σχέση με το πνεύμα και τη φιλοσοφία της κοινοτικής οδηγίας που θέλει να οδηγήσει σε καλύτερους μισθούς μέσα από την αύξηση των συλλογικών συμβάσεων. Είπε ότι η τελική απόφαση για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού πρέπει να λαμβάνεται από τους κοινωνικούς εταίρους με διάλογο.
Πρόωρη η συζήτηση για ΠτΔ
Στο ερώτημα αν συζητήθηκε με τον Πρωθυπουργό το θέμα επιλογής Προέδρου της Δημοκρατίας, ο κ. Ανδρουλάκης τόνισε: «Δεν έγινε καμιά συζήτηση. Θέλω να σας πω ότι θεωρώ ότι είναι μια πρόωρη συζήτηση που περιφρονεί την σημερινή Πρόεδρο της Δημοκρατίας αλλά που περιφρονεί και την ίδια τη διαδικασία. Όταν θα έρθει η ώρα νομίζω ότι όλοι με ευπρέπεια με σοβαρότητα θα σταθούμε σε ένα πολύ σοβαρό ζήτημα που είναι η επιλογή του προέδρου της Δημοκρατίας».
Στην επισήμανση ότι στο δημόσιο διάλογο έχει πέσει το όνομα του Χρήστου Ράμμου, είπε: «Τον εκτιμώ ιδιαιτέρως τον κ. Ράμμο για τη στάση του σε μία νοσηρή υπόθεση παρακρατικού περιεχόμενο, ήταν ένας άνθρωπος που άντεξε αγωνίστηκε με όλες του τις δυνάμεις για να βγει η αλήθεια στο προσκήνιο και βέβαια τον τιμώ απεριόριστα». Για το αν θα κάνει πρόταση το ΠΑΣΟΚ για πρόσωπο, σημείωσε ότι «το ΠΑΣΟΚ Θα σταθεί με πολύ μεγάλη σοβαρότητα σ’ αυτό το θέμα. Εγώ τιμώ και την κυρία Σακελλαροπούλου. Ολα πρέπει να γίνονται στον καιρό τους, δεν είναι πεδίο η επιλογή της προέδρου της Δημοκρατίας για μικροκομματικά παιχνίδια ή για εσωκομματικές διευθέτησης. Παγίως ή συνήθως η επιλογή γίνεται για ένα πρόσωπο που αφορά τον απέναντι χώρο από την κυβέρνηση». Πρόσθεσε ότι περιμένει να ολοκληρωθεί η συζήτηση του προϋπολογισμού «για να αναδείξουμε τις αδυναμίες κυβέρνησης και τις δικές μας εναλλακτικές προτάσεις» και «όταν θα έρθει η ώρα που πρέπει, θα τοποθετηθούμε με ευθύτητα και σοβαρότητα».
Ο κ. Ανδρουλάκης είπε σχετικά με τη συζήτηση που αφορά στη συνταγματική αναθεώρηση ότι η θέση που εξέφρασε ήταν ότι πρέπει να συζητηθεί το άρθρο του Συντάγματος που αφορά την επιλογή της ηγεσίας της δικαιοσύνης. Επισήμανε ότι σοβαρές υποθέσεις έχουν κλονίσει την εμπιστοσύνη των πολιτών προς τους θεσμούς, όπως οι υποκλοπές και τα Τέμπη και πως «εμείς πρέπει να ασκήσουμε πολιτικές που θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη των πολιτών». «Είναι κορυφαίο ζήτημα η επιλογή της ηγεσίας της δικαιοσύνης και πρέπει να βρούμε ένα τρόπο να παίρνεται μια απόφαση με μια διευρυμένη πλειοψηφία. Όταν είναι ένα διευρυμένο σώμα που επιλέγει έχουμε πιο ισχυρή αυτονομία της δικαιοσύνης», τόνισε. «Η συναίνεση πρέπει να γίνεται και με όρους διαλόγου, αλλά και να παρακολουθεί η κοινωνία μια διαδικασία που θα δυναμώνει τη Δημοκρατία» σχολίασε ο κ. Ανδρουλάκης αναφερόμενος στην πρόταση που κατέθεσε στον Πρωθυπουργό, η επιλογή των επικεφαλής των ανεξάρτητων αρχών να γίνεται μέσα από ανοικτή πρόσκληση βιογραφικών και διατήρηση της ευρείας συναίνεσης των 3/5 στη Βουλή.
Η θέση για το άρθρο 16
Σε ερώτηση για το αν συμφώνησαν με τον Πρωθυπουργό για το άρθρο 16, ο κ. Ανδρουλάκης απάντησε ότι «δεν έγινε καμιά συζήτηση για το άρθρο 16» και πως την άποψή του την έχει πει δημοσίως ότι στη δεύτερη αναθεωρητική και «όχι βέβαια στην πρώτη», το ΠΑΣΟΚ θα συμβάλει για να υπάρχει δημιουργία μη κρατικών μη κερδοσκοπικών στη χώρα μας με παράλληλο σεβασμό πάνω απ’ όλα στο δημόσιο πανεπιστήμιο που αφορά την πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Σχολίασε ότι πέρασε ένας χρόνος από την περυσινή συζήτηση: «είδατε κανένα μεγάλο ίδρυμα να έρχεται στη χώρα να χτυπάει την πόρτα;».
«Είδαμε μεγάλος διακηρύξεις και μεγάλες προσδοκίες. Ας είμαστε λίγο συνετοί και ας αφήσουμε στην άκρη τα επικοινωνιακά παιχνίδια».
Ο κ. Ανδρουλάκης υπογράμμισε ότι «το Σύνταγμα είναι μια μεγάλη ιστορία, νομίζω ότι πέρα από τις αντιπαραθέσεις μας στη Βουλή για πολλά θέματα, πρέπει να γίνει μια σοβαρή συζήτηση για το Σύνταγμα. Η χώρα μας έχει ανάγκη ενίσχυσης της διάκρισης των εξουσιών». «Πρέπει στην αναθεώρηση του Συντάγματος να έχουμε μια καλή διάθεση για τη χώρα μας χρειάζεται μια πιο ποιοτική δημοκρατία», είπε.
Αποκάλυψε, πάντως, θέμα που έθεσε και που δεν αφορά το Σύνταγμα: για τρία χρόνια μετά την ολοκλήρωση της υπηρέτησης τους, οι ανώτατοι δικαστικοί να μην παίρνουν θέση στο δημόσιο βίο.
Στο ερώτημα αν υπάρχει συζήτηση για άρση της μονιμότητας στο Δημόσιο, τόνισε ότι δεν συζητήθηκε κάτι τέτοιο «και δεν νομίζω ότι υπάρχει στο τραπέζι κάτι τέτοιο».
Ο κ. Ανδρουλάκης είπε ότι με τον κ. Μητσοτάκη έγινε συζήτηση για τα εθνικά «και την άλλη Τετάρτη έχουμε συζήτηση και με τον κ. Γεραπετρίτη».
«Η άποψή μου είναι ότι πρέπει να υπάρχει διάλογος, αλλά διάλογος χωρίς αυταπάτες και νομίζω ότι όποιοι σήκωσαν το προηγούμενο διάστημα υψηλά τον πήχη των προσδοκιών δεν βοήθησαν στην σωστή ενημέρωση του ελληνικού λαού, γιατί αυτή τη στιγμή έχουμε μια Τουρκία που συνεχώς κλιμακώνει τις προκλήσεις και τις διεκδικήσεις της έναντι της χώρας μας. Άρα ωραίο να συζητάμε αλλά οι προσδοκίες νομίζω δεν είναι πολλές».
Ερωτηθείς αν στο ΠΑΣΟΚ έχουν μπει σε μεταγραφική περίοδο, με αφορμή πρώην βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που έχουν ανεξαρτητοποιηθεί, απάντησε ότι έχει πει πολλές φορές ότι «εμείς δεν πρόκειται να κάνουμε παιχνίδια παρασκηνιακά. Δεν γίνεται κάτι στο παρασκήνιο. Το ΠΑΣΟΚ θα κάνει πολιτικό συνέδριο, πολιτικές συνδιασκέψεις, περιφερειακές, όποιο στέλεχος, όποιος πολίτης, όποιος άνθρωπος της αυτοδιοίκησης θεωρεί ότι η προσπάθεια που κάνουμε έχει αξία για να αλλάξει η χώρα μας σελίδα, για να βελτιωθεί η ζωή του ελληνικού λαού, μεγάλη μας χαρά να συζητήσουμε να συμφωνήσουμε και να πορευτούμε μαζί, αλλά πάντα στο προσκήνιο και με πολιτικούς και προγραμματικούς όρους».