Άλλος ένας παίκτης έρχεται να προστεθεί, με πολεμικές επιχειρήσεις, στο μέτωπο της Συρίας μετά την έγκριση που έδωσε το βρετανικό Κοινοβούλιο. ΗΠΑ, Γαλλία και Βρετανία κατά του Ισλαμικού Κράτους, όπως και η Ρωσία κατά άλλων ισλαμιστών ανταρτών εμπλέκονται ενεργά πλέον σε έναν εμφύλιο που δεν δείχνει να κοπάζει. Και, παράλληλα, η διπλωματική διαμάχη μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας με αφορμή την κατάρριψη του ρωσικού αεροσκάφους, η οποία στο διπλωματικό επίπεδο (και μόνο σε αυτό) αναθερμαίνεται εκ νέου με αλληλοκατηγορίες.
Αργά την Τετάρτη, το βρετανικό Κοινοβουλίου, σε μια μακρά και έντονη διαμάχη, έδωσε την έγκριση για την διεύρυνση των επιχειρήσεων στην Συρία με 397 υπέρ και 223 κατά. Η κυβερνητική πλειοψηφία στήριξε την απόφαση της κυβέρνησης Κάμερον ενώ το μέρος της πήραν και 66 βουλευτές των Εργατικών, φέρνοντας μια δοκιμασία συνοχής για τον νέο ηγέτη του κόμματος, τον Τζέρεμι Κόρμπιν, που προσωπικά ήταν αντίθετος με την έγκριση των επιχειρήσεων. «Οχι» ψήφισε και το SNP.
Η βάση της RAF στο Ακρωτήρι της Κύπρου έγινε το επίκεντρο βρετανικών επιχειρήσεων κατά του Ισλαμικού Κράτους στην ανατολική Συρία
Μόλις 57 λεπτά χρειάστηκαν από την έγκριση της επιχείρησης μέχρι τα πρώτα πλήγματα στο συριακό έδαφος. Τα βρετανικά μαχητικά – ένα ζεύγος Typhoon – απογειώθηκαν από το Ακρωτήρι στην Κύπρο και χτύπησαν μέσα στη νύχτα στόχους που σχετίζονται με το Ισλαμικό Κράτος, αν και δεν έγινε γνωστό σε ποιες ακριβώς περιοχές. Στην επιχείρηση συμμετείχε και ένα drone της RAF το οποίο συνέλεγε πληροφορίες.
Το BBC αναφέρει ότι ανά μία ώρα περίπου απογειώνονταν μαχητικά από το Ακρωτήρι και κατευθύνονταν με βόμβες 500 λιβρών στη Συρία. Κρίνοντας από τον τύπο του οπλισμού τα αεροσκάφη αναζητούσαν προκαθορισμένους μάλλον στατικούς στόχους παρά κινητούς.
Ανάμιξη της οικογένειας Ερντογάν στο λαθρεμπόριο πετρελαίου
Την Τετάρτη το ρωσικό υπουργείο Αμυνας προχώρησε στη δημοσιοποίηση στοιχείων που δείχνουν ότι η Τουρκία και το Ισλαμικό Κράτος συνεργάζονται στενά με την πρώτη να αγοράζει και να έχει στο έδαφός της μεγάλες ποσότητες πετρελαίου. Ακόμα περισσότερο, κατά τα ρωσικό υπουργείο, είναι η οικογένεια του πρόεδρου Ταγίπ Ερντογάν που εμπλέκεται άμεσα σε αυτήν την παράνομη συναλλαγή.
Οι δορυφορικές φωτογραφίες του ρωσικού υπουργείου δεν αφήνουν πολλά περιθώρια αμφιβολιών: εκατοντάδες τουρκικά φορτηγά φαίνονται να παραλαμβάνουν πετρέλαιο από πετρελαιοπηγές που ελέγχει το ISIS στη Συρία και το βόρειο Ιράκ και το μεταφέρουν μέσα στο έδαφος της Τουρκίας. Το ερώτημα των Ρώσων αξιωματούχων ήταν γιατί οι δυτικές χώρες δεν οργανώνουν επιθέσεις και κατά αυτών των φορτηγών. «Δεν θα ήταν δύσκολο να τα προσέξει κανένας», λένε.
Αν και το υπουργείο διά του αναπληρωτή υπουργού Ανατόλι Αντόνοφ, συνέδεσε ευθέως την οικογένεια Ερντογάν με το λαθρεμπόριο, δεν έδωσε αποδείξεις για το κάτω από ποιες συνθήκες συμβαίνει αυτό. Παρά ταύτα, τα σχόλια του ρώσου υπουργού ήταν αρκετά ειρωνικά, χωρίς να λείψουν οι αναφορές στη Δύση και τη στάση της: «Κανένας στη Δύση δεν έκανε ερωτήσεις σχετικά με το γιατί ο γιος του τούρκου προέδρου ηγείται μίας από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις ενέργειας ή γιατί ο γαμπρός του έγινε υπουργός Ενέργειας. Τι ωραία οικογενειακή επιχείρηση!» και συνέχισε λέγοντας ότι «ο κυνισμός τους δεν έχει όρια. Μπήκαν σε ξένη χώρα και την κλέβουν χωρίς ντροπή».
Το ίδιο κύκλωμα, κατά τη ρωσικά πλευρά, τροφοδοτεί αντάρτες στη Συρία με όπλα, πολεμικό εξοπλισμός και με εκπαιδευτές. Η Ρωσία σημείωσε και για αυτές τις κατηγορίες σε αξιόπιστες πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της, χωρίς επίσης να παρουσιάσει περισσότερα στοιχεία.
Η απάντηση του Ερντογάν ήρθε άμεσα: «Κανένας δεν έχει το δικαίωμα να συκοφαντεί την Τουρκία λέγοντας ότι αγοράζει πετρέλαιο από το Νταές [το Ισλαμικό Κράτος]», τόνισε με αφορμή τις κατηγορίες της Ρωσίας και επανέλαβε ότι, αν αποδειχτούν αληθινές, θα παραιτηθεί. Προσπάθησε πάντως να κρατήσει την αντιπαράθεση σε κάποια πλαίσια, δηλώνοντας ότι δεν θέλει να επιδεινώσει ακόμα περισσότερο τις (ήδη πολύ κακές πλέον) σχέσεις της χώρας του με τη Ρωσία.
Οι ΗΠΑ έχουν απορρίψει άμεσα τις ρωσικές κατηγορίες, που έχουν μάλιστα διατυπωθεί και από τον ίδιο τον πρόεδρο Βλάντιμιρ Πούτιν, λέγοντας ότι δεν έχουν παρουσιαστεί σχετικά στοιχεία.