Η επέλαση του κορονοϊού στον πλανήτη άρχισε τον περασμένο Μάρτιο, δηλαδή έχουμε ζήσει κιόλας οκτώ ολόκληρους μήνες κάτω από την «μπότα» του. Ενας πρώτος οικονομικός απολογισμός είναι αναγκαίος, καθώς και σε επίπεδο παγκοσμιοποίησης (διεθνούς εμπορίου) και σε επίπεδο εθνικών οικονομιών (συρρίκνωσης του ΑΕΠ) έχει συντελεστεί καταστροφή.
Από όλες της χώρες πάντως, μόνο μία φαίνεται να έχει αντιδράσει στη μεγάλη ύφεση. Τι και αν στην επικράτειά της βρίσκεται η «σεσημασμένη» μεγαλούπολη Γουχάν; Η Κίνα τώρα πηγαίνει καλύτερα σε σύγκριση με τη Δύση, και τα στοιχεία (μέχρις ενός βαθμού ελεγχόμενα) πιστοποιούν την ανάκαμψη.
Ο αριθμός των νεκρών από την κορονοϊκή πανδημία μπορεί να ξεπέρασε το ένα εκατομμύριο, αλλά σε αυτόν περιλαμβάνεται ένα μεγάλο ποσοστό ανθρώπων μη παραγωγικής ηλικίας ή χρονίως πασχόντων, κ.ά. Η κυνική ανάγνωση των αγγελτηρίων θανάτου όπου Γης δείχνει ότι τα ασφαλιστικά συστήματα απηλλάγησαν από σημαντικό κόστος με την πανδημία – αυτό είναι ένα πρώτο στοιχείο. Το δεύτερο στοιχείο, ανεξάρτητο από την πανδημία αλλά σχετιζόμενο με την οικονομία, είναι ότι η Κίνα είναι το πολυπληθέστερο κράτος της Γης, με ανεξάντλητη δεξαμενή εργατικού δυναμικού.
Τον περασμένο Αύγουστο το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ υπολόγισε ότι το κόστος της πανδημίας θα είναι από 8,1 μέχρι και 15,8 τρισ. δολάρια, ενώ οι ειδικοί αναλυτές του Εθνικού Πανεπιστημίου της Αυστραλίας ανεβάζουν τις απώλειες στα 17,3 τρισ. δολάρια στο τέλος του έτους. Είναι συγκλονιστικά ποσά.
Μέχρι στιγμής, στις προηγμένες χώρες η αύξηση των δημοσίων ελλειμμάτων ανήλθε περίπου στο 20% του ΑΕΠ τους, με εξίσου σημαντική αύξηση του δημοσίου χρέους αυτών των χωρών. Η αύξηση της ανεργίας στα κράτη-μέλη του ΟΟΣΑ υπολογίστηκε στο 9,7%, ποσοστό σχεδόν διπλάσιο από εκείνο του 2019 (5,3%), έτους που για τη Δύση τουλάχιστον ανήκει στην προκορονοϊκή εποχή. (Πότε άρχισε πραγματικά η πανδημία στην Κίνα, αυτό μέλλει να αποδειχθεί). Τέλος, το δεύτερο τρίμηνο του τρέχοντος έτους το παγκόσμιο εμπόριο μειώθηκε κατά 18,5%.
Στην Κίνα τα πράγματα εξελίσσονται καλύτερα, αφού στο τέλος του έτους το κινεζικό ΑΕΠ θα σημειώσει αύξηση 1,9%! Το παραπάνω στοιχείο φαντάζει εκπληκτικό υπό τις παρούσες συνθήκες, ωστόσο πρέπει να υπενθυμιστεί ότι οργανισμοί κύρους, όπως το Brookings Institution, έχουν αποφανθεί ότι το πραγματικό ΑΕΠ της Κίνας είναι πολύ μικρότερο από εκείνο που παρουσιάζουν οι «κόκκινοι μανδαρίνοι» του Πεκίνου – εκτιμάται ότι είναι 12% χαμηλότερο. Το πρόβλημα του ακριβούς υπολογισμού του έγκειται στο γεγονός ότι η εύρεση άλλων στοιχείων που να θεωρούνται αξιόπιστα είναι εκ των πραγμάτων αδύνατη. Βάσει των υπαρχόντων, λοιπόν, έγινε και η προαναφερθείσα εκτίμηση.
Κατά τη διάρκεια της οκτάμηνης πανδημίας οι κινεζικές εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 10,4%, και αφορούσαν κυρίως το υγειονομικό υλικό (μάσκες, γάντια, κ.λπ.) και τον ιατρικό εξοπλισμό, εξειδικευμένα προϊόντα σχετιζόμενα με τη δημόσια υγεία, τα οποία οι λαοί στη Δύση είχαν ανάγκη και μάλιστα σε κάποια φάση της κορονοϊκής κρίσης τα αναζήτησαν απεγνωσμένα.
Στο εσωτερικό μέτωπο της οικονομίας, ο τομέας της κατανάλωσης ενισχύθηκε από τα μέτρα που έλαβε το κράτος και με τη σειρά του ενίσχυσε και αυτός το κινεζικό ΑΕΠ. Οι άνθρωποι του καθεστώτος, που έχουν και τα λεφτά για να κινήσουν τα νήματα, την εποχή των ανά τον κόσμο lockdowns αλλά και κατά το θέρος στήριξαν τον εσωτερικό τουρισμό της Κίνας, αφού οι διεθνείς προορισμοί –τόσο δημοφιλείς για την εθισμένη στην πολυτέλεια κινεζική νομενκλατούρα–, βούλιαξαν όχι από τουρίστες, αλλά από έλλειψη ζήτησης.
Η κεντρική τράπεζα της Κίνας, η λεγόμενη «Λαϊκή», χαλάρωσε τα λουριά όσον αφορά τα αποθέματα που πρέπει να κρατούν οι τράπεζες και κατ’ αυτόν τον τρόπο ενίσχυσε την κατανάλωση κάθε είδους, αφού έριξε 212 δισ. δολάρια στην αγορά. Η ανεργία, βέβαια, είναι στο 5,6% στην Κίνα, ωστόσο υπάρχουν 8,7 εκατομμύρια νεαροί και νεαρές που προσφάτως πήραν το πτυχίο τους από κάποιο πανεπιστήμιο και ψάχνουν για δουλειά.
Στο σημείο κρούσης, ας πούμε, της κορονοϊκής κρίσης, στην ίδια τη βιτρίνα της παγκοσμιοποίησης και στους μηχανισμούς της που αφορούν την παραγωγή, τον εφοδιασμό και την κατανάλωση, υπάρχουν εξελίξεις οι οποίες αφορούν και την Κίνα.
Πολλές εταιρείες οι οποίες είχαν καταστήσει την Κίνα το κέντρο των αλυσίδων εφοδιασμού και της παραγωγής εξετάζουν τα επιχειρηματικά δεδομένα υπό νέο πρίσμα, έχοντας και γνώση πλέον των ορίων των συστημάτων υγείας στη Δύση. Εξαιτίας των κινδύνων που συνεπάγεται η μονομερής παραγωγή υγειονομικού υλικού (αλλά και όποιου άλλου προϊόντος) προσανατολίζονται στη μετακίνηση μονάδων από την Κίνα σε άλλα μέρη του κόσμου. Υπό την προϋπόθεση, εννοείται, των φθηνών εργατικών χεριών.
Ετσι η πολυεθνική Foxconn, της Ταϊβάν, η οποία παράγει τα smartphones για λογαριασμό της αμερικανικής Apple στην Κίνα, εξετάζει τη δυνατότητα μεταφοράς ορισμένων μονάδων στη Βόρεια Αμερική. Η Apple, η Samsung, η Hasbro, η Nintendo, η GoPro, η La-Z-Boy έχουν ήδη μεταφέρει ορισμένα υποκαταστήματά τους, κυρίως στο Βιετνάμ, στην Ταϊβάν και στο Μεξικό. Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, η κινεζική αγορά είναι πολύ μεγάλη (και από άποψη εργατών και, πλέον, και από άποψη καταναλωτών) ώστε να αγνοηθεί από τις Δυτικές εταιρείες: η Tesla, η BMW και η Honeywell ανακοίνωσαν το άνοιγμα νέων εργοστασίων στην Κίνα.
Belt & Road και… 666 (έργα)
Σίγουρα, όμως, η Κίνα έχει πρόβλημα αξιοπιστίας, αφού ο κορονοϊός την εξέθεσε. Ολος ο κόσμος επανεξετάζει τις οικονομικές και πολιτικές σχέσεις με την παγκόσμια δύναμη που φέρει μεγάλη ευθύνη για την υγειονομική και οικονομική κρίση αλλά, παρά τα αδιαμφισβήτητα στοιχεία, συνεχίζει να την αποποιείται.
Ο κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ και όλος ο εμπλεκόμενος κρατικός μηχανισμός υποστηρίζουν επί μήνες και συνεχίζουν απτόητοι στην πεπατημένη, ότι δηλαδή η διαχείριση της πανδημίας που ξέσπασε στο Γουχάν ήταν εξαιρετικά επιτυχημένη. Μάλιστα έχουν πολιτικοποιήσει το ζήτημα, επιδιώκοντας να αποδείξουν την ανωτερότητα του κινεζικού αυταρχικού μοντέλου κρατικού καπιταλισμού έναντι του φιλελεύθερου καπιταλισμού της Δύσης. Ομως ακριβώς σε αυτό το σημείο τα πράγματα έχουν σκουρύνει.
Ολο και περισσότερες κυβερνήσεις διστάζουν να δεσμευτούν με το Πεκίνο μέσω μεγάλων έργων και αγοραπωλησίας χρέους. Σύμφωνα με την εταιρεία ανάλυσης Refinitiv, από τα 2.951 έργα του φιλόδοξου προγράμματος Belt & Road, μόνο τα 666 έχουν ολοκληρωθεί, 2.207 βρίσκονται σε εξέλιξη, 43 έχουν ανασταλεί, 29 έχουν αναβληθεί, ενώ και έξι ακυρώθηκαν.
Οι κινεζικές ξένες επενδύσεις στο εξωτερικό έχουν καμφθεί, και από τα 255 δισ. δολάρια του 2017 μειώθηκαν πια στα 28 δισ. δολάρια. Ο λεγόμενος Νέος Δρόμος του Μεταξιού, μέσω του οποίου η Κίνα φιλοδοξεί να δημιουργήσει δίκτυο χερσαίων και θαλασσίων υποδομών που θα ενώσει ολόκληρη την Ευρασία με την Κίνα, κινδυνεύει να μείνει όνειρο απατηλό. Αλλά τα μεγαλεπήβολα όνειρα κυριαρχίας δεν θα είναι η πρώτη φορά που θα διαψευστούν στην Κίνα…