Ο Γουίνστον Τσόρτσιλ, ως πρωθυπουργός της Βρετανίας, στο Κεμπέκ του Καναδά το 1943 | Wikipedia
Επικαιρότητα

Tο Brexit και η Βρετανική Αυτοκρατορία 2.0

Eχοντας ξεκινήσει τη μακρά πορεία που θα οδηγήσει τη Βρετανία εκτός της ΕΕ, η κυβέρνηση της Τερέζα Μέι καλείται τώρα να δημιουργήσει ένα νέο εθνικό αφήγημα για μια Παγκόσμια Βρετανία  
Protagon Team

Η διαδικασία για την αποχώρηση της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ενωση έχει ήδη αρχίσει. Η βρετανίδα πρωθυπουργός πρέπει να διευθετήσει το δύσκολο διαζύγιο αλλά και να λάβει τα όποια απαραίτητα μέτρα για τη μεταφορά της εξουσίας από τις Βρυξέλλες στο Λονδίνο. Καθώς και για τον περιορισμό του τεράστιου κόστους που θα επιφέρει η έξοδος.

Το πρώτο βήμα έγινε την περασμένη εβδομάδα όταν κοινοποιήθηκαν τα σχέδια της κυβέρνησης για τη μετατροπή δεκάδων χιλιάδων νόμων της ΕΕ σε νομοθεσία του βρετανικού κράτους έπειτα από περισσότερα από 40 χρόνια συμμετοχής της χώρας στην Ενωση. Το αποκαλούμενο «Μεγάλο Νομοσχέδιο Ανάκλησης» αποσκοπεί κυρίως στον μετριασμό των ανησυχιών εκατομμυρίων Βρετανών, αλλά και των Ευρωπαίων που ζουν στη χώρα, όσον αφορά τις επιπτώσεις του Brexit στην καθημερινότητά τους.

Αλλά δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν πως αυτοί που θα ξαφνιαστούν μάλλον δυσάρεστα είναι κυρίως υποστηρικτές του Brexit καθώς πέρα από την επικείμενη «τραυματική», σύμφωνα με τον Economist, απώλεια της πρόσβασης στην Ενιαία Αγορά, η υπόσχεση για μια πολιτικά ανανεωμένη και ισχυρή Βρετανία δύσκολα θα γίνει πραγματικότητα.

Η ρητορική υπέρ του Brexit εστιάζει κυρίως στην αποκατάσταση της βρετανικής κυριαρχίας, στην απελευθέρωση της χώρας από τον ζυγό των ευρωπαίων τεχνοκρατών. Ταυτόχρονα, ωστόσο, οι υπέρμαχοι της αποχώρησης καλλιέργησαν κι ένα νοσταλγικό όραμα για μια Βρετανία που θ’ αναδυθεί εκ νέου στην παγκόσμια σκηνή ως μια δεσπόζουσα δύναμη.

 «Εκτός της ΕΕ, ο κόσμος είναι ένα όστρακο και η Κοινοπολιτεία είναι το μαργαριτάρι στο εσωτερικό του» δήλωνε το ακροδεξιό και εθνικιστικό Κόμμα Ανεξαρτησίας Ηνωμένου Βασιλείου, πριν από το δημοψήφισμα του περασμένου Ιουνίου. Η Τερέζα Μέι, από την άλλη, έκανε λόγο για μια «Παγκόσμια Βρετανία», για ένα έθνος απαλλαγμένο από τις δεσμεύσεις του προς την ηπειρωτική Ευρώπη, ικανό ν’ αναπτύξει νέες σχέσεις με άλλα μέρη του κόσμου και ειδικά με τις πρώην αποικίες της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Πρόσφατα, μάλιστα, αποκαλύφθηκε ότι η βρετανική κυβέρνηση επιδιώκει να ενισχύσει τους εμπορικούς δεσμούς της χώρας με πολλά από τα κράτη της Κοινοπολιτείας ‒ιδιαίτερα στην Αφρική‒ κίνηση που κάποιοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι ονόμασαν «Αυτοκρατορία 2.0».

Αποτελεί γεγονός, ωστόσο, ότι το αυτοκρατορικό παρελθόν συγκρούεται με το αβέβαιο παρόν της Βρετανίας.

Η πραγματικότητα είναι ότι οι χώρες της Κοινοπολιτείας δεν χρειάζονται τη Βρετανία. Οι εξαγωγές της Αυστραλίας στην πρώην επικυρίαρχη ιμπεριαλιστική υπερδύναμη αντιστοιχούν στο 1,4% επί του συνόλου των εξαγωγών της, ο Καναδάς θα παραμείνει στραμμένος προς τον μεγάλο γείτονά του στον Νότο ενώ η Ινδία διαθέτει σήμερα μια οικονομία σχεδόν στο μέγεθος της βρετανικής με ινδούς μεγιστάνες του πλούτου να κατέχουν μερικές από τις πιο εμβληματικές βρετανικές επιχειρήσεις.

«Στην αγγλόφωνη Αφρική, το παιχνίδι έχει ήδη λήξει», υποστήριξε στον Guardian o βρετανός ιστορικός Ντέιβιντ Ολουσόγκα«Οι μοτοσικλέτες στους αυτοκινητοδρόμους της Ακρα και του Λάγκος είναι κινέζικες. Το νέο πρόχειρο φαγητό στη Νότια Αφρική δεν είναι πλέον το fish & chips αλλά τα κινέζικα στιγμιαία noodles και τα σούπερ μάρκετ που τα πουλάνε ανήκουν σε Νοτιοαφρικανούς. Πολλοί αγγλόφωνοι Αφρικανοί εξακολουθούν να έχουν ισχυρούς συναισθηματικούς, οικονομικούς και συχνά οικογενειακούς δεσμούς με τη Βρετανία αλλά αυτοί που έχουν χρήματα επιθυμούν να πάνε για διακοπές και στο Ντουμπάι, πέρα από το Λονδίνο». 

«Το Brexit έχει τις ρίζες του στη νοσταλγία για την αυτοκρατορία και στους μύθους της βρετανικής εξαιρετικότητας που έρχονται σε σύγκρουση με το γεγονός ότι η Βρετανία δεν είναι πλέον ειδικά μετά το 2008 μια σημαντική παγκόσμια δύναμη», υποστήριξε από την πλευρά του ο βρετανός ακαδημαϊκός Τομ Γουάιμαν«Οσοι τελούν υπό την επίδραση  της μαγείας που ασκεί η νοσταλγία για την αυτοκρατορία μετατράπηκαν οι ίδιοι τώρα σε μάγους αφού, με κάποιο τρόπο, κατάφεραν να κατασκευάσουν μια εντολή για να φτιάξουν μια Βρετανία καθ’ εικόνα τους».

Οταν δεν επικαλούνται το αυτοκρατορικό παρελθόν της Βρετανίας, οι υποστηρικτές του Brexit, κάνουν λόγο για έναν άλλο από τους πυλώνες του βρετανικού εθνικισμού: την κληρονομιά του Ουίνστον Τσόρτσιλ και την επικράτηση της γενιάς του επί των ναζιστών. Ερωτώμενος τον Ιανουάριο εάν η Βρετανία θα μπορέσει να διαχειριστεί το χάος που θα επιφέρει το διαζύγιο, ο αρμόδιος υπουργός για το Brexit, Ντέιβιντ Ντέιβις, δήλωσε δυσανασχετώντας: «οι δημόσιες υπηρεσίες μας αντιμετώπισαν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, οπότε μπορούν εύκολα να αντιμετωπίσουν κι αυτό».

Οι αναμνήσεις από τους θριάμβους του παρελθόντος και η ιδέα για μια ισχυρή παγκόσμια Βρετανία μπορεί να είναι χρήσιμες για μια εύκολη ρητορική αλλά δεν ανταποκρίνονται στο παρόν με πολλούς αναλυτές να σημειώνουν ότι οι Βρετανοί επικαλούνται ολοένα και λιγότερο την αυτοκρατορική κληρονομιά τους ‒ μια κληρονομιά κατακτήσεων και κακοποιήσεων, εξαναγκασμών και στυγνής εκμετάλλευσης.

«Για έναν ιστορικό από τον Αρη το πιο ενδιαφέρον στοιχείο στη σύγχρονη ιστορία της Βρετανίας θα είναι σίγουρα το γεγονός ότι η χώρα έχτισε μια τεράστια παγκόσμια αυτοκρατορία», υποστήριξε ο αρθρογράφος των Financial Times Γκίντεον Ράχμαν«Αλλά για τους ίδιους τους Βρετανούς, η διαμόρφωση μιας εθνικής Ιστορίας που επικεντρώνεται γύρω από τον πόλεμο κατά των ναζί και όχι στην αυτοκρατορία έχει κάποιο ψυχολογικό νόημα. Επέτρεψε στους Βρετανούς να καλλιεργήσουν μια εθνική εικόνα για τους ίδιους ως προασπιστές της ελευθερίας και όχι ως ιμπεριαλιστές καταπιεστές». Η αναγνώριση αυτής της Ιστορίας, υπονόησε ο Ράτσμαν, θα ήταν μια καλή αρχή, εάν «η κυρία Μέι πραγματικά επιθυμεί να σφυρηλατήσει ένα μέλλον για μια παγκόσμια” Βρετανία».