Ενα από τα πλέον «αρνητικά υποπροϊόντα της προεδρίας Τραμπ» είναι το γεγονός ότι συζητούμε για τον ίδιο τον Τραμπ. Πώς γίνεται να μην είναι κανείς εμμονικός με έναν τέτοιον πρόεδρο, «ο οποίος υπονομεύει τους δίδυμους πυλώνες της δημοκρατίας μας», την αλήθεια και την εμπιστοσύνη;
Είναι πολύ σημαντικό ότι ο όλος θόρυβος γύρω από το πρόσωπο του αμερικανού προέδρου -εν πολλοίς δημιούργημα του ιδίου- κρύβει από τον πολίτη τη θέα ορισμένων ζητημάτων που «απαιτούν σοβαρή συζήτηση». Ενα από αυτά τα θέματα είναι «οι μελλοντικές σχέσεις μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας».
Ο Τόμας Φρίντμαν γράφει για να ρίξει τους προβολείς στα επιτεύγματα της σινο-αμερικανικής οικονομικής συνεργασίας των τελευταίων δεκαετιών σε τομείς καθοριστικούς για το παρόν και το μέλλον, όπως η ειρήνη, η ευημερία και «οι επιταχύνσεις στην τεχνολογία και στην παγκοσμιοποίηση».
Δεν είναι δυνατόν να εγείρονται τώρα φραγμοί στη συνεργασία τους, «ένα ψηφιακό τείχος» το οποίο θα έχει σοβαρές συνέπειες, «επιπτώσεις μεγάλες σαν του Τείχους του Βερολίνου».
Η βλαπτική αποσύνδεση των δύο μεγαλύτερων οικονομιών είναι το θέμα του άρθρου του στους New York Times, στο οποίο, εισαγωγικά, μνημονεύει τις θέσεις του πρώην υπουργού Οικονομικών και CEO της Goldman Sachs Χένρι Πόλσον. Ο Πόλσον είχε κάνει την παρατήρηση ότι έπειτα από την πολύχρονη συνεργασία των δύο μερών θα έπρεπε να είχαν αμβλυνθεί οι ανταγωνισμοί τους στην ασφάλεια, κάτι που δεν συμβαίνει. Ο Φρίντμαν αναπτύσσει το θέμα του στη βάση της παραδοχής ότι ο αλληλοαποκλεισμός ΗΠΑ και Κίνας από το οικονομικό γίγνεσθαι εγείρει ένα «νέο σιδηρούν παραπέτασμα» ικανό να οδηγήσει σε κρίση και σε κατάρρευση το παγκόσμιο σύστημα.
Ο Φρίντμαν παραδέχεται ότι η Κίνα ύψωσε πρώτη το «ψηφιακό τείχος» αποκλείοντας την πρόσβαση στο Διαδίκτυο για τους πολίτες της, με σκοπό τη λογοκρισία των ειδήσεων και το μπλοκάρισμα των εταιρειών Google, Facebook και Twitter. Παράλληλα δημιούργησε δικούς της χώρους αποθήκευσης σε κινεζικούς διακομιστές, μη προσβάσιμους εκτός Κίνας. Μνημονεύει ωστόσο ότι και ο Τραμπ, τον περασμένο Μάιο, έβαλε τη Huawei στη «μαύρη λίστα» των αποκλειομένων από την αμερικανική αγορά εξαρτημάτων εταιρειών και επιχειρήσεων, με την κατηγορία της κατασκοπείας (συντελεσμένης ή και δυνητικής). Μόνο που μιλάμε για «τη δεύτερη μεγαλύτερη εταιρεία κατασκευής smartphone παγκοσμίως, για τον μεγαλύτερο κατασκευαστή τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού 5G». Ε, ήταν η κίνηση που «ξύπνησε τους Κινέζους», οι οποίοι πλέον επιδιώκουν την απεξάρτηση από τη δυτική τεχνογνωσία.
Ο Φρίντμαν αναφέρει τον αυστηρότατο περιορισμό ισχύος της βίζας των κινέζων φοιτητών στις ΗΠΑ, εφ’ όσον ασχολούνται με τις σύγχρονες τεχνολογίες (αεροναυπηγική, ρομποτική, προηγμένη μεταποίηση, κ.ά.), και τονίζει ότι αν προσθέσουμε και την αντιμεταναστευτική ρητορική της διακυβέρνησης Τραμπ, τότε από τη σούμα συνάγεται ένα και μόνο συμπέρασμα: οι ΗΠΑ κλείνουν την πόρτα τους στον κόσμο.
Επιπλέον ο αρθρογράφος ισχυρίζεται ότι οι δικές του πληροφορίες θέλουν την ΗΠΑ ξεπερασμένη ακόμη και στα μάτια των ινδών φοιτητών ή νεαρών επιχειρηματιών του είδους tech start-up: οι περισσότεροι μένουν στην Ινδία ή όσοι μεταναστεύουν προτιμούν πλέον τον Καναδά ή την Αυστραλία και όχι τις ΗΠΑ. «Θα πληρώσουμε το τίμημα για αυτό, προϊόντος του χρόνου» γράφει ο Φρίντμαν.
Στη συνέχεια του κειμένου του ο συνεργάτης των ΝΥΤ απαριθμεί το μερίδιο του κινέζου προέδρου Σι Τζινπίνγκ στην «αποσύνδεση των δύο οικονομιών»: επιχειρήσεις στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας, «κομμουνιστικοποίηση» Χονγκ Κονγκ, συλλήψεις και «επανεκπαίδευση» μουσουλμάνων σε ειδικά στρατόπεδα. Ετσι ένα ευφυολόγημα που αποδίδεται σε «ινδό διπλωμάτη» μοιάζει να εκφράζει και τον Φρίντμαν: «Η Αμερική αγωνίζεται χωρίς να κερδίζει επί 20 χρόνια. Η Κίνα κερδίζει χωρίς να αγωνίζεται επί 20 χρόνια»…
Η σκληρή γραμμή Τραμπ απέναντι στην Κίνα γίνεται πια αποδεκτή ακόμη και από Δημοκρατικούς, λέει ο αρθρογράφος και διευκρινίζει ότι ούτε και αυτός επιθυμεί να πουλήσει η Κίνα στην Αμερική τεχνολογίες οι οποίες θα έχουν τη δυνατότητα να να χρησιμοποιηθούν για κατασκοπεία. Διακρίνει όμως τον χρήσιμο για τις ΗΠΑ κινέζο φοιτητή από τον κατάσκοπο του Σι. Και ανησυχεί με την επιβολή όλο και περισσότερων ελέγχων στις εξαγωγές: «Θα ξεκοπούμε από τα διεθνή επενδυτικά κεφάλαια, από την πελατεία μας, από τους τεχνικούς και επιστήμονες που χρειαζόμαστε για να διατηρήσουμε το τεχνολογικό προβάδισμά μας».
Κάνει και μια σκέψη «που κάποτε αντιπροσώπευε την Αμερική»: «Πιστεύω ότι τα πιο ανοιχτά συστήματα είναι αυτά που κερδίζουν προσελκύοντας τα υψηλά I.Q., εμπλουτιζόμενα από την παγκόσμια ροή δεξιοτήτων, ιδεών και κεφαλαίων».
Ο Φρίντμαν προτείνει σε Λευκό Οίκο και σε Πεκίνο φρένο και περισυλλογή για το πού οδηγεί ο τεχνολογικός-εμπορικός πόλεμος. Για τον αρθρογράφο η Αμερική χρειάζεται υποστήριξη των συμμάχων της και στο σωστό επίπεδο, που είναι η συμμόρφωση των Κινέζων με τους κανόνες για το εμπόριο και την τεχνολογική ολοκλήρωση του 21ου αιώνα, και όχι την παρορμητική στρατηγική του Τραμπ «Πρώτα η Αμερική», η οποία έχει καταλήξει να είναι «Η μοναχική Αμερική». Εξάλλου η αντιμετώπιση προβλημάτων όπως η κλιματική αλλαγή είναι επείγουσα ανάγκη, καταλήγει.