H εικόνα του Παύλου Γιαννακόπουλου δεσπόζει στις εξέδρες του ΟΑΚΑ στο παιχνίδι του Παναθηναϊκού με την Κίμκι | INTIMESports
Επικαιρότητα

Αν ζούσε ο Παύλος Γιαννακόπουλος…

Στο αθλητικό του μνημόσυνο καθόταν δίπλα σε κάθε έναν από τους χιλιάδες ανθρώπους που συγκεντρώθηκαν για να τον τιμήσουν. Φιλάθλους, αθλητές, προπονητές, υπαλλήλους του συλλόγου, αλλά και αντιπάλους. Ο Παύλος Γιαννακόπουλος υπήρξε -πάνω απ' όλα- το «αφεντικό» που όλοι θα 'θελαν να έχουν στην ομάδα τους
Protagon Team

Αν ζούσε ο Παύλος… Θα πάρκαρε το αυτοκίνητό του (το οδηγούσε πάντοτε ο ίδιος) στραβά έξω από το Κλειστό του ΟΑΚΑ, σαν κάποιος να το εγκατέλειψε. Αργοπορημένος, ως συνήθως, θα έτρεχε προς την είσοδο με ‘κείνα τα μικρά, βιαστικά βηματάκια που τον χαρακτήριζαν. Δεν θα αρνιόταν μια selfie με τους πιτσιρικάδες που θα τον περίμεναν στην πόρτα. Θα έβαζε στο γήπεδο και πέντε έξι χωρίς εισιτήριο. «Ελάτε μαζί μου, παιδιά μου». Θα είχε να πει μια χαμογελαστή κουβέντα σε όσους συναντούσε στη διαδρομή προς την πολυθρόνα του: δημοσιογράφους, προσωπικό του γηπέδου, ή απλούς φιλάθλους.

Ασφαλώς και θα πήγαινε να παρακολουθήσει το τουρνουά «Παύλος Γιαννακόπουλος». Δεν ξεχώριζε τα παιχνίδια σε σημαντικά και αδιάφορα. Δεν έχανε την παραμικρή ευκαιρία να βρεθεί κοντά στον Παναθηναϊκό του. Του άρεσε, αλλά και το θεωρούσε υποχρέωσή του. Και, ναι, θα είχε αγωνία ακόμη και στο φιλικό ματς. Με το που θα καθόταν στη θέση του, θα ρωτούσε να μάθει: «Πώς πάμε; Παίζουμε καλά;».

Αν ζούσε ο Παύλος… Θα ήταν ευτυχισμένος, βλέποντας γύρω του το όλον Τριφύλλι. Δεν είχε ξανασυμβεί εδώ και δεκαετίες να βρεθούν μαζί, το μπάσκετ, σύσσωμη η ποδοσφαιρική ομάδα (με πρωτοβουλία του Νίκου Νταμπίζα, του Γιώργου Δώνη και του Δημήτρη Σαραβάκου) και οι αθλητές των 19 Τμημάτων του Ερασιτέχνη. Από το 1979 κι έπειτα, ο σύλλογος είναι διχασμένος (ή και τριχασμένος). Πρώτα η κόντρα Βαρδινογιάννηδων – Γιαννακόπουλων για την ΠΑΕ, ύστερα οι καυγάδες του Γιάννη Αλαφούζου με τον Δημήτρη Γιαννακόπουλο, και στη μέση ο Ερασιτέχνης που, ενίοτε, έχει δικό του «Θεό». Ματαίως ο Παύλος οραματιζόταν, όλα αυτά τα χρόνια, έναν Παναθηναϊκό «ενιαίο και αδιαίρετο». Αλλά χθες, θα τους έβλεπε όλους δίπλα – δίπλα. Για χάρη του.

Αν ζούσε ο Παύλος… Θα κοκκίνιζε, ακούγοντας όλους αυτούς τους διάσημους του ευρωπαϊκού μπάσκετ να μιλούν για ‘κείνον: τον πρωτεργάτη του πιο επιτυχημένου ελληνικού κλαμπ στον αθλητισμό, που τη δεκαετία των ’80s παρέλαβε μια ταλαιπωρημένη ομάδα και τη μετέτρεψε σε αυτοκρατορία. Για το ήθος, τις αρχές, τον σπάνιο ρομαντισμό του. Θα ένιωθε άβολα επειδή ήταν σεμνός, όπως όλοι οι πραγματικά σπουδαίοι. Αλλά, ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς έχει δίκιο: «Σε όποιον άνθρωπο στην Ευρώπη κι αν πεις “Γιαννακόπουλος”, θα σκεφτεί “Παναθηναϊκός”». Δίκιο έχει και ο Τσάβι Πασκουάλ: «Πολλές φορές, όταν ένας πολύ καλός παίκτης αποσύρεται, γίνεται κουβέντα για το πώς επηρέασε την ομάδα του, τον τρόπο του παιχνιδιού της. Οπως ο Διαμαντίδης ή ο Ναβάρο. Μια παρόμοια περίπτωση είναι ο Παύλος Γιαννακόπουλος. Εχει αφήσει το σημάδι του. Το DNA του έχει διαπεράσει την ομάδα. Ανήκει στην κατηγορία των αγαπημένων προσώπων που όλο το ευρωπαϊκό μπάσκετ θα τιμά και θα θυμάται για πάντα».

Αν ζούσε ο Παύλος… Θα χαμογελούσε με νόημα στον γιο του, που στο περιθώριο του τουρνουά έκλεισε δυο λογαριασμούς του με το παρελθόν. Με τον Ομπράντοβιτς και τον Μπερτομέου. Είχε τσακωθεί κι εκείνος, αρκετές φορές, στην προσπάθειά του να προασπίσει τα συμφέροντα του αγαπημένου του συλλόγου. Η «βεντέτα» με την Euroleague χρονολογείται από τις μέρες της δικής του διακυβέρνησης. Πίστευε, όμως -και το έλεγε συχνά στον Δημήτρη- ότι οι διαφωνίες δεν λύνονται με εντάσεις, ύβρεις και εγωισμούς, αλλά με καλή θέληση και αμοιβαίες υποχωρήσεις. Θα ήταν πολύ χαρούμενος με τη διαπίστωση ότι ο Γιαννακόπουλος τζούνιορ, που ήξερε από παλιά να ανοίγει «μέτωπα», έμαθε και να τα κλείνει.

Αν ζούσε ο Παύλος… θα έβαζε τις φωνές βλέποντας το λάβαρο με τη φωτογραφία του να κρέμεται από την οροφή του ΟΑΚΑ, δίπλα στα έξι ευρωπαϊκά τρόπαια της ομάδας. «Χωρίς τους μουσικούς ο μαέστρος είναι ένα τίποτα», συνήθιζε να λέει για τη δική του συμβολή στις επιτυχίες του συλλόγου, αλλά και της εταιρείας του. Δεν το έλεγε, απλώς. Το πίστευε βαθιά. Ακουγε με προσοχή και τον τελευταίο του συνεργάτη. Γι’ αυτό και τα μπόνους που μοίραζε, στον Παναθηναϊκό και τη «Βιανέξ», άφησαν εποχή.

Ο Παύλος δεν ζει πια, αλλά ήταν εκεί. Ηταν στον κόμπο που όλοι ένιωσαν στο λαιμό καθώς η μορφή του ανέβαινε προς την οροφή του γηπέδου για να περάσει στην αθανασία. Ηταν στα υγρά από συγκίνηση μάτια των Παναθηναϊκών που, ακόμη, δεν έχουν συμφιλιωθεί με την απουσία του. Ηταν στην ευγνωμοσύνη τους για τους δεκάδες τίτλους που πανηγύρισαν, για τους τόσους σπουδαίους αθλητές που απόλαυσαν με την πράσινη φανέλα.

Στο αθλητικό του μνημόσυνο ο Παύλος καθόταν δίπλα σε κάθε έναν από τους χιλιάδες ανθρώπους που συγκεντρώθηκαν για να τον τιμήσουν. Φιλάθλους, αθλητές, προπονητές, υπαλλήλους του συλλόγου, αλλά και αντιπάλους. Γιατί -πάνω απ’ όλα- υπήρξε το «αφεντικό» που όλοι θα ‘θελαν να έχουν στην ομάδα τους.