«Πάντα πίστευα ότι ο Πούτιν ήταν λογικός με τον δικό του τρόπο. Πότε δεν πήρε μεγάλα ρίσκα άλλωστε. Ενδεχομένως να υπήρξε βάναυσος αλλά ποτέ δεν εκτέθηκε σε προκλήσεις που δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει. Σήμερα είναι διαφορετικός. Η εισβολή μοιάζει με στοίχημα. Και οι τρεις δημόσιες εμφανίσεις του κατά τη διάρκεια της εβδομάδας ήταν πραγματικά παραληρηματικές», υποστηρίζει η Αν Απλμπάουμ.
«Δείχνει εμμονικός και γεμάτος μίσος. Φαίνεται πως εισήλθε σε μία νέα φάση. Δεν γνωρίζω τι φοβάται, τον θάνατο ή την απώλεια εξουσίας. Σίγουρα έζησε απομονωμένος επί μία διετία λόγω της πανδημίας. Οποιος τον συναντούσε έπρεπε να μπει σε καραντίνα για δύο εβδομάδες. Διερωτώμαι τι έκανε, τι διάβαζε και τι έβλεπε όλον αυτόν τον καιρό. Σήμερα μοιάζει άρρωστος, διαταραγμένος άνθρωπος», εξήγησε, συνομιλώντας τηλεφωνικώς από την Ουάσιγκτον με τον Μπέπε Σεβερνίνι της Corriere della Sera.
Σύμφωνα με την βραβευμένη με Πούλιτζερ (για το βιβλίο της «Γκούλαγκ») αμερικανίδα δημοσιογράφο και ακαδημαϊκό, που θεωρείται αυθεντία στην ΕΣΣΔ και στη Ρωσία αλλά και στα του ηγέτη του Κρεμλίνου, το μεγαλύτερο λάθος που διέπραξε η Δύση, όσον αφορά τη στάση της απέναντι στον Βλαντίμιρ Πούτιν, ήταν το ότι «δεν κατάλαβε τι τύπος είναι. Θεωρήσαμε ότι είχαμε αφήσει πίσω μας τον 20ο αιώνα. Νομίσαμε πως δεν υπήρχαν πια, τουλάχιστον στην Ευρώπη, ηγέτες ικανοί να καταφύγουν στη μαζική βαναυσότητα για να πετύχουν τους σκοπούς τους. Πιστέψαμε πως ο δικός μας κόσμος που βασίζεται σε κανόνες ήταν πραγματικός και τον σεβόντουσαν και τον κατανοούσαν όλοι. Γελαστήκαμε, θεωρώντας ότι ο Πούτιν θα σκεφτόταν όπως εμείς. Αλλά εκείνος δεν σκέφτεται με τον ίδιο τρόπο, εκείνος δεν είναι σαν εμάς. Διάφοροι ηγέτες, όντας καλόπιστοι, θεώρησαν πως ο Πούτιν εντασσόταν στο δικό μας ηθικό πλαίσιο. Δεν είναι έτσι. Ποτέ δεν ήταν έτσι», σημείωσε η Απλμπάουμ.
Ερωτηθείσα τι πρέπει να κάνει τώρα η Δύση μπροστά στην επέλαση των Ρώσων στην Ουκρανία αλλά και στη σχεδόν απόλυτη αδιαλλαξία του Βλαντίμιρ Πούτιν, η δημοσιογράφος του The Antlantic και επιστημονική συνεργάτιδα του Agora Institute στο Πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς, ήταν ξεκάθαρη: «Να επανεξετάσει ολικά τη στρατηγική της απέναντι στη Ρωσία», είπε.
«Δεν μπορούμε να περιοριζόμαστε στο να αντιδρούμε απλώς σε ό,τι κάνει ο Πούτιν, όπως κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας. Πρέπει να δράσουμε. Να βρούμε έναν τρόπο να μιλήσουμε στους Ρώσους. Να εστιάσουμε στα ρωσικά ΜΜΕ. Να στηρίξουμε την αντιπολίτευση. Πρέπει να καταλάβουμε ποιοι, μεταξύ των ολιγαρχών και στον στενό κύκλο του Πούτιν, είναι δυσαρεστημένοι ή φοβισμένοι», συμπλήρωσε.
Ωστόσο η Δύση πρέπει άμεσα να αλλάξει τη στρατηγική της και από στρατιωτική άποψη. «Το ΝΑΤΟ πρέπει επίσης να επανεξετάσει τα πάντα: βάσεις, θέσεις, ασκήσεις. Γιατί θα μπορούσε να έρθει η σειρά της Πολωνίας ή της Γερμανίας», ανέφερε η Απλμπάουμ, τρομοκρατώντας τον συνομιλητής της.
«Δεν υπερβάλλετε;», την ρώτησε ο ιταλός δημοσιογράφος. «Δεν λέω ό,τι λέω “ελαφρά τη καρδία”, ούτε με ευχαρίστηση. Σας υπενθυμίζω μία φράση του ρώσου υπουργού Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου, πριν από επτά ή οκτώ χρόνια: “Το γνωρίζετε πως η επανένωση της Γερμανίας είναι παράνομη;”. Οι Γερμανοί που ήταν παρόντες ξεκαρδίστηκαν. Αλλά ο Πούτιν έζησε καιρό στο Βερολίνο. Οι Ρώσοι αυτήν την πόλη την κατέλαβαν μία φορά, γιατί να μην προσπαθήσουν να την ανακτήσουν; Εάν οι ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις κατάφερναν να ανακόψουν την εισβολή, όλα θα άλλαζαν. Αλλά οι φιλοδοξίες του Πούτιν είναι τεράστιες. Δεν πρέπει να το ξεχνάμε ποτέ αυτό», απάντησε η Απλμπάουμ.
Επιστρέφοντας στην Ουκρανία και όσον αφορά την επόμενη ημέρα στην υπό εισβολή χώρα, ο Πούτιν, μόλις την καταλάβει στρατιωτικά, θα αποπειραθεί να την καθυποτάξει και να την ελέγξει «μέσω ενός συνδυασμού ακραίας βίας και υπολογισμένων κινήσεων. Είναι πολύ νωρίς για να γίνει κατανοητό το σενάριο. Ολα είναι δυνατά: ακόμη και το να αρχίσει να πολιορκεί το Κίεβο και να πει: “εάν δεν μου δώσετε τη μισή Ουκρανία, θα καταστρέψω την πόλη”. Αλλά και η μισή Ουκρανία θα ήταν πολύ δύσκολο να ελεγχθεί. Ωστόσο δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μιλάμε για έναν άνθρωπο που ενδέχεται να σκότωσε ένα εκατομμύριο ανθρώπους στην Τσετσενία και δεκάδες χιλιάδες στη Συρία, όπου οι ρωσικές δυνάμεις βομβάρδιζαν νοσοκομεία. Υπάρχει ο φόβος μην τυχόν ο Πούτιν καταφύγει στην απόλυτη βία για να εξαλείψει κάθε αντίσταση, όπως έκανε ο Στάλιν κατά τη δεκαετία του 1930».