Μια εικόνα από το μέλλον της Αμερικής έδωσε η νεαρή ποιήτρια Αμάντα Γκόρμαν, που συγκλόνισε το κοινό -όσους λίγους ήταν στο Καπιτώλιο και όσους την παρακολούθησαν εξ αποστάσεως- κατά την τελετή ορκωμοσίας του Τζο Μπάιντεν.
Η 22χρονη Αφροαμερικανίδα απήγγειλε το ποίημά της «The hill we climb» («Ο λόφος όπου ανεβαίνουμε»), μια αναφορά στον Λόφο του Καπιτωλίου, όπου εισέβαλαν ακροδεξιοί υποστηρικτές του Ντόναλντ Τραμπ στις 6 Ιανουαρίου.
Το ποίημά της, το οποίο ολοκλήρωσε μετά την επίθεση, αναφέρεται σε μια «δύναμη που θα διαλύσει το έθνος μας, παρά θα το μοιραστεί». «Αυτή η προσπάθεια σχεδόν πέτυχε, όμως αν και η δημοκρατία μπορεί ενδεχομένως να καθυστερήσει, δεν μπορεί να εξαλειφθεί οριστικά», είπε η νεαρή ποιήτρια.
«Θα μεταμορφώσουμε αυτόν τον τραυματισμένο κόσμο σε έναν άλλο, θαυμάσιο», πρόσθεσε.«Υπάρχει πάντα το φως εάν είμαστε αρκετοί τολμηροί να το δούμε. Εάν μονάχα ήμασταν αρκετά θαρραλέοι να βρεθούμε μέσα σε αυτό».
Περιέγραψε τον εαυτό της σαν «ένα αδύνατο μαύρο κορίτσι, απόγονη σκλάβων, την οποία μεγάλωσε μια ανύπαντρη μητέρα» και το οποίο βρέθηκε να απαγγέλλει μπροστά σε έναν πρόεδρο.
Ντυμένη στα κίτρινα, με σκουλαρίκια σε σχέδιο του έλληνα σχεδιαστή Νίκου Κούλη, η 22χρονη ποιήτρια, που κατάγεται από το Λος Άντζελες, κέρδισε το πρώτο βραβείο ποίησης σε ηλικία 16 ετών. Τρία χρόνια αργότερα τής απονεμήθηκε ο τίτλος της «Καλύτερης νεαρής ποιήτριας» της χώρας, ενώ σπούδαζε κοινωνιολογία στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ.
Πριν από εκείνη, άλλοι πέντε ποιητές, μεταξύ αυτών ο Ρόμπερτ Φροστ και η Μάγια Αγγέλου, είχαν συμμετάσχει σε τελετές ορκωμοσίας Αμερικανών προέδρων, κανένας, ωστόσο, σε τόσο νεαρή ηλικία.
Το όνομα της Γκόρντον είχε αναφερθεί στους διοργανωτές της τελετής από την Τζιλ Μπάιντεν, τη σύζυγο του 46ου προέδρου, η οποία είχε παρακολουθήσει μία από τις διαλέξεις της. Τον Δεκέμβριο της ζήτησαν να γράψει ένα ποίημα-ωδή στην «ενωμένη Αμερική», σαν συνέχεια στον λόγο του νέου, Δημοκρατικού προέδρου.